Κεφαλαιοκρατική Κρίση *Γράφει ο Τάσος Σεβαστιάδης
Σε συνέχεια από προηγούμενο άρθρο.
- ΑΦΗΡΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ.
Είπαμε στο προηγούμενο άρθρο (Νο 5) ότι η βάση της σύγκρισης μεταξύ διαφορετικών εμπορευμάτων είναι η ποσότητα εργασίας που απαιτείται για τον καθένα.
Τίθεται όμως ένα πρόβλημα: Για ποιο είδος εργασίας μιλάμε; Αν η ωφέλιμη εργασία προστίθεται στη χρησιμότητα του προϊόντος, τότε τι είναι αυτό που το κάνει ανταλλάξιμο; Ποιο είναι το είδος εργασίας που μετατρέπει ένα τριαντάφυλλο π.χ. σε εμπόρευμα; Η ωφέλιμη εργασία; ΟΧΙ. Αυτό ήταν το λάθος του ΡΙΚΑΡΝΤΟ (προκλασικός οικονομολόγος). Ο ΡΙΚΑΡΝΤΟ είχε μεν αντιληφθεί ότι η αξία είναι ενσωματωμένη εργασία, αλλά παρέλειψε να αναλύσει πλήρως αυτή την πρόταση. Πάνω απ’ όλα δεν κατάλαβε την έννοια της αφηρημένης εργασίας.
Αν και τα διάφορα είδη εργασίας δεν είναι πραγματικά ισοδύναμα θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν, σαν να ήταν ισοδύναμα. Πολύ σημαντικό είναι το μυστικό που αναζητούσαμε.
Διαφορετικές μορφές ωφέλιμης εργασίας, άνισες στην πραγματικότητα – ας πούμε – κατασκευή ρολογιού και κατασκευή κρεβατιού – μπορούν να θεωρηθούν σαν ίσες για να διευκολυνθεί η ανταλλαγή. Δραστηριότητες που εμπεριέχουν διαφορετικές τεχνικές, διαφορετικούς χειρισμούς και εργαλεία, μπορούν να θεωρηθούν σαν όμοιες έτσι ώστε τα προϊόντα διαφορετικών δραστηριοτήτων να θεωρηθούν σαν ίσα.
Με άλλα λόγια η ΩΦΕΛΙΜΗ ΕΡΓΑΣΙΑ μπορεί να αντιμετωπιστεί σαν ΑΦΗΡΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ.
Πριν εξετάσουμε λεπτομερώς την αφηρημένη εργασία ας κάνουμε μια «ΩΦΕΛΙΜΗ» αντιπαράθεση των δυο εννοιών.
Η ΩΦΕΛΙΜΗ ΕΡΓΑΣΙΑ.
Δαπάνη ανθρώπινης εργατικής δύναμης σε μια ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ μορφή και για ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ σκοπό, που με την ιδιότητά της σαν συγκεκριμένης ωφέλιμης εργασίας παράγει αξίες χρήσης.
Η ΑΦΗΡΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ.
Δαπάνη ανθρώπινης εργατικής δύναμης που ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ σαν να μην είχε διαφοροποιά χαρακτηριστικά (δηλαδή σαν αδιαφοροποίητη αφηρημένη εργασία) δημιουργεί και σχηματίζει την αξία του εμπορεύματος όταν π.χ. οι ράφτες και οι υφαντουργοί ανταλλάσσουν τα προϊόντα τους, εκτιμούν την εργασία τους όχι όπως είναι στην πραγματικότητα, αλλά σαν απλή αδιαφοροποίητη εργασία.
Εξισώνοντας στην ανταλλαγή ένα σακάκι με είκοσι μέτρα πανί εξισώνουν τη ραπτική (εργασία του ράπτη) με την υφαντική (εργασία του υφαντουργού). Τα προϊόντα είναι ισοδύναμα. Η ανταλλαγή τους σημαίνει ότι θεωρούνται ίσα.
ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΝΙ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΜΩΣ Η ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΟΥ ΤΑ ΠΑΡΑΓΕΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΞΙΣΩΘΕΙ ΟΤΑΝ ΑΝΤΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΘΕΩΡΟΥΝΤΑΙ ΙΣΟΔΥΝΑΜΑ!
Χωρίς τις χαρακτηριστικές ιδιότητες και ιδιομορφίες όλα τα είδη εργασίας είναι όμοια. Χ ώρες εργασίας της οποίας δεν παίρνουμε υπ’ όψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά = Χ ώρες μιας άλλης εργασίας της οποίας δεν παίρνουμε υπ’ όψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Η ΑΦΑΙΡΕΣΗ επιτρέπει την πραγματοποίηση της ανταλλαγής. Ίσες ποσότητες αφηρημένης εργασίας μπορούν ν’ ανταλλαχθούν μεταξύ τους.
Το ίδιο γεγονός της ανταλλαγής επιβεβαιώνει την πραγματικότητα της αφηρημένης εργασίας.
Όταν ανταλλάσσουμε έναν τόμο του Καζαντζάκη ας πούμε το «ΧΡΙΣΤΟΣ ΞΑΝΑΣΤΑΥΡΩΝΕΤΑΙ» με ένα πακέτο τσιγάρα ΚΑΜΕΛ, σίγουρα η αξία χρήσης κάθε προϊόντος διαφέρει – όπως και η ωφέλιμη εργασία που αντιστοιχεί σ’ αυτή την αξία χρήσης.
Αυτό σημαίνει ότι στην ανταλλαγή τους, η ποιοτική ΑΝΙΣΗ ωφέλιμη εργασία που ενσωματώνεται σ’ αυτά παρουσιάζεται σαν να ήταν ποιοτικά ίση. Όταν ΑΝΤΑΛΛΑΣΣΟΥΜΕ ρολόγια, φορέματα, έπιπλα, σπίτια, βιβλία, τσιγάρα κτλ δεν παίρνουμε υπ’ όψη τις συστατικές διαφορές μεταξύ της ρολογοποιίας, της ραπτικής, της επιπλοποιίας και της κατασκευής οικοδομών.
Ένας συγκεκριμένος αριθμός ρολογιών – φτιαγμένα από μέταλλο, ρουμπίνια και γυαλί – μπορούν να ανταλλαχθούν μ’ ένα συγκεκριμένο αριθμό κρεβατιών – φτιαγμένα από πούπουλα, ξύλο, ύφασμα – επειδή τα διαφορετικά είδη εργασίας που απαιτούνται για να κατασκευαστούν, ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΙ σαν ίσα.
Αυτό που απομένει είναι η ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΟΣΟΥ της εργασίας που ενσωματώνει κάθε εμπόρευμα.
Θα μπορούσε να πει κανείς, «αν η αξία ενός εμπορεύματος καθορίζεται από την ποσότητα εργασίας που ξοδεύτηκε στη διάρκεια της παραγωγής του,… όσο πιο τεμπέλης ή πιο αδέξιος είναι ένας άνθρωπος τόσο μεγαλύτερη αξία έχει το εμπόρευμά του, γιατί χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να το φτιάξει». ΛΑΘΟΣ. Στον προσδιορισμό της αξίας υπολογίζεται μόνο η ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΑΝΑΓΚΑΙΑ κάτω από τις υπάρχουσες κοινωνικές συνθήκες. ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΑΝΑΓΚΑΙΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ είναι ο χρόνος που απαιτείται για να παραχθεί οποιοδήποτε προϊόν με κανονικούς όρους παραγωγής και με το μέσο βαθμό επιδεξιότητας και εντατικότητας της εργασίας που ισχύει σε μια δεδομένη στιγμή. (Το γνωρίζουν πολύ καλά οι μετανάστες μας στη Δ. Γερμανία με τα ακόρτ).
Όταν άρχισε ο μηχανικός αργαλειός να συναγωνίζεται τον χειροκίνητο αργαλειό, χρειάζονταν μονάχα ο μισός χρόνος εργασίας από πριν για να μετατραπεί μια ορισμένη ποσότητα κλωστής σε ένα μέτρο βαμβακερό ή λινό ύφασμα.
Οι χειροτέχνες υφαντουργοί είδαν την αξία του προϊόντος τους να μειώνεται στο μισό σε σχέση με πριν – όχι επειδή είχε μεταβληθεί η δική τους ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, αλλά επειδή Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΑΝΑΓΚΑΙΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ είχε μειωθεί.
- Προηγούμενο Ν.Ε.ΣΥΡΙΖΑ Γρεβενών: Ενημέρωση του κόσμου για το πρόγραμμα «ΜΕΝΟΥΜΕ ΌΡΘΙΟΙ»
- Επόμενο Ολοκληρώθηκε με επιτυχία η διαδικτυακή ημερίδα με θέμα: «Μέρες της COVID-19 και Περιβαλλοντική Εκπαίδευση»