Ερευνα-σοκ για τον ΦΠΑ: Τα ελληνικά νοικοκυριά τα πιο επιβαρυμένα στην Ευρωζώνη
Οι φορολογικοί συντελεστές για τις επιχειρήσεις έπεσαν, το ίδιο έγινε και για τα φυσικά πρόσωπα. Μήπως ήρθε η ώρα και για τους συντελεστές του ΦΠΑ , που βαραίνουν κυρίως τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, καθώς εφαρμόζονται στην κατανάλωση;
Μια ακόμα μελέτη του Tax Foundation, αυτή τη φορά για τους συντελεστές του ΦΠΑ, έρχεται σε μια συγκυρία όπου νοικοκυριά κι επιχειρήσεις νιώθουν την… αύρα των πρώτων ελαφρύνσεων, που ήδη τρέχουν στη φορολογία εισοδήματος. Ευπρόσδεκτες χαρακτηρίζονται, όμως και οι μειώσεις που «τρέχουν» στο ΦΠΑ σε «ευαίσθητα» προϊόντα και συγκεκριμένα στις βρεφικές πάνες, σε όλες τις συσκευασμένες παιδικές τροφές, στα παιδικά καθισματάκια αυτοκινήτου. Αρκεί αυτό; Προφανώς όχι.
Ο χάρτης που συνοδεύει τη συγκριτική μελέτη δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολίας ότι τα ελληνικά νοικοκυριά είναι από τα πιο επιβαρυμένα, όσον αφορά στους συντελεστές ΦΠΑ. Βρισκόμαστε στην 1η θέση στην Ευρωζώνη, με βασικό συντελεστή 24%, παρέα με τη Φινλανδία και η εικόνα «μαλακώνει» ελαφρώς αν η σύγκριση γίνει με όλα τα μέλη της Ε.Ε., όπου υποχωρούμε στην 5η θέση. Η ιδιομορφία ή η αδικία του ΦΠΑ είναι ότι ενώ οι επιχειρήσεις και οι επαγγελματίες μπορούν να τον εκπέσουν, οι τελικοί καταναλωτές επιβαρύνονται στο 100%, καθώς δεν προβλέπεται κάποιου είδους έκπτωση. Είναι προφανές ότι αν ο καταναλωτής πληρώνει το ΦΠΑ και ο επιχειρηματίας δεν τον αποδίδει, η αδικία γίνεται ακόμα μεγαλύτερη, αφού το πορτοφόλι του πελάτη γίνεται πιο «ελαφρύ», χωρίς να γεμίζουν τα κρατικά ταμεία. Εδώ βρίσκεται, άλλωστε, η ρίζα της μικρομεσαίας φοροδιαφυγής, καθώς το κίνητρο της συναλλαγής με μετρητά και χωρίς ΦΠΑ, είναι πολύ ισχυρό και για τις δύο πλευρές.
Δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ τα προηγούμενα χρόνια οδήγησε σε διεύρυνση της «τρύπας» στις εισπράξεις, με αποτέλεσμα κάθε χρόνο να χάνονται περί τα 6 δις ευρώ και η Ελλάδα να πηγαίνει χέρι- χέρι με τη Ρουμανία.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η εφαρμογή ενός μοναδικού συντελεστή ΦΠΑ, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, θεωρείται ιδανική, προκειμένου να αποφεύγονται οι στρεβλώσεις. Ωστόσο, η πρακτική των κρατών είναι να εφαρμόζουν μειωμένους ή υπερμειωμένους συντελεστές, ως μέτρο άσκησης κοινωνικής πολιτικής, καθώς έτσι διατηρούνται χαμηλότερα οι τιμές σε είδη ευρείας κατανάλωσης ή υπηρεσίες πρώτης γραμμής π.χ. το ηλεκτρικό ρεύμα.
Έρευνα του ΟΟΣΑ, την οποία επικαλείται η μελέτη, αντικρούει αυτήν την πρακτική, υποστηρίζοντας ότι η πρόβλεψη απαλλαγών και ειδικών συντελεστών μπορεί να οδηγήσει στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα, λόγω αύξησης των διοικητικών βαρών και συστήνει απευθείας οικονομικές ενισχύσεις στα ευάλωτα στρώματα.
Με αυτήν ακριβώς τη λογική, οι δανειστές επέβαλαν την κατάργηση του ειδικού καθεστώτος για τα νησιά του Αιγαίου, ενώ πίεσαν για την κατάργηση του υπερμειωμένου συντελεστή, καθώς και για τη μαζική μετάταξη αγαθών- υπηρεσιών στο βασικό συντελεστή 24%, έτσι ελάχιστες εξαιρέσεις να παραμείνουν στο 13%. Στόχος της κυβέρνησης είναι να ρίξει τον ανώτατο συντελεστή στο 24% και το μειωμένο από το 13% στο 11%, διατηρώντας τον υπερμειωμένο στο 6%.
- Προηγούμενο Κοπή πίτας του Συλλόγου Γρεβενιωτών Θεσσαλονίκης την Κυριακή 12 Ιανουαρίου
- Επόμενο Σοκ για 71.000 φορολογούμενους που θα περιμένουν… ραβασάκια