Ο κρυφός …
Ποιος ήταν αυτός ο φοβερός κουρέας που όλοι έτρεμαν το ξυράφι στα χέρια του και ιδίως όταν πλησίαζε “κόντρα” το μήλο του Αδάμ;
Πολλοί μιλούσαν για την τρομαχτική κίνηση “αποκεφαλισμού” με την ανάποδη του ξυραφιού που επέφερε την απόλυτη αίσθηση του τρόμου στα “αθώα” και ανυποψίαστα θύματά του, που συχνά του έκαναν χειρότερες χοντράδες στο παρελθόν αλλά ο κρυφός δεν ξεχνούσε ποτέ!.
Οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις στο κρεμασμένο βοδινό λουρί ήταν τόσο τελετουργικές γεμάτες ζήλο, προσοχή και μαεστρία, πού έδιναν άλλη οντότητα στο λαμπερό βλέμμα των ματιών και στο αχνό και μυστηριώδες μειδίαμα των λεπτών χειλέων, των καλυμμένων από παχύ καλοχτενισμένο και υγρό μουστάκι του Κρυφού, απαραίτητο εξάρτημα κάθε γνήσιου επαγγελματία, απογόνου του Φίγκαρο….
Πήγα συστημένος από τον μεγαλύτερο αδελφό μου, γνωστό καλλιτέχνη του χρωστήρα που αγαπούσε το μοντέρνο ντύσιμο και την μακριά και περιποιημένη κώμη, επηρεασμένος από τους μεγάλους ζωγράφους της αναγέννησης αλλά και από την μόδα της εποχής των “γιεγιέδων”.
Ο πατέρας μου ήταν παλαιός συνάδελφος του Κρυφού που είχε εγκαταλείψει το επάγγελμα.
Όσο να ναι, θάχαμε μια ευνοϊκότερη μεταχείριση….
Πήγαινα πλέον στην τετάρτη τάξη του Γυμνασίου.
Δεκαεξαετής, στο Πρακτικό, κάτι σαν την μετέπειτα θετική κατεύθυνση, με δυνατούς μαθητές αλλά και μαθήτριες!
Ήταν οι πρώτες μεικτές τάξεις στα σχολεία της δεκαετίας του 70…
Γυμνάσιο Αρρένων Γρεβενών…
Η αδυναμία του θρυλικού Γυμνασιάρχη Κ. Μ,-παρότι ο ίδιος έφερε καλοχτενισμένη και καλογυαλισμένη κώμη- στο κοντό μαλλί, στο κούρεμα με την “ψιλή” και η επαυξημένη συμφωνία του με τις επιταγές του στρατιωτικού καθεστώτος των συνταγματαρχών, οι καθημερινές “συλλήψεις” των παραβατών από την γραμμή της πρωϊνής προσευχής και οι αυστηρές ποινές με διήμερες αποβολές και επανέλεγχο για την διαπίστωση της επανόρθωσης στα ιδανικά και ιδεώδη πρότυπα από τον ίδιο τον Γυμνασιάρχη καθώς και το έντονο αίσθημα ντροπής που είχαμε τα χωριατόπαιδα έναντι των γνησίων “πρωτευουσιάνων” των Γρεβενιωτών, δεν άφηναν κανένα περιθώριο στα δυστυχή κεφάλια μας, που έτειναν να προσομοιάζουν περισσότερο προς “των Ψαρών την ολόμαυρη ράχη….”, παρότι που το κούρεμα χαρακτηρίζονταν ως “λούξ”!
Κάτι σαν τον αφιλόξενο από την αρχαιότητα Πόντο, που καλούνταν και καλείται Εύξεινος!
Ο Κρυφός ήταν ο σωτήρας μας!
Το αποκούμπι μας!
Ποτέ δεν χρησιμοποιούσε “μηχανή”..
Πάντα ψαλίδι!
Με περισσή δεξιοτεχνία!
Χωρίς ψαλιδιές!
Το τέλειο κούρεμα!
Κουρεμένος, ακούρευτος!
Τα έβρισκε “μπαστούνια” ο αυστηρότατος Γυμνασιάρχης.
Αφενός δεν μπορούσε να κάνει κριτική στον ¨καλλιτέχνη”αφετέρου καθημερινά περνούσε μπροστά από το κουρείο!
Αρκεί να είχε κέφια και να μην τον εκνεύριζαν, οι διερχόμενοι και ενοχλητικοί “τεντιμπόηδες”, “αλήτες”, “κλέφτες”, “κομμουνιστές” και οι “λωποδύτες”!
Αυτές ήταν οι πιο συχνές “βρισιές” του εν διεγέρσει και εξάρσει “Κρυφού”.
Γωνία Ευαγγελιστρίας και 13ης Οκτωβρίου, σε ένα ετοιμόρροπο χαμηλό και φτωχικό μαγαζάκι με τσίγκινη και οξειδωμένη από το χρόνο στέγη, αντίκρισα με δέος την ευρηματική επιγραφή με τον γυμνό και όμορφο νέο: “Κουρείον ο Άδωνις, Γεωργίου Χ. Τηλικίδου” και πέρασα με διστακτικότητα την πόρτα…
Τον βρήκα καθισμένο στην “πολυθρόνα” των πελατών, με την άσπρη ποδιά, με τα ασημένια κουμπιά της στολής της χωροφυλακής, με την” κορώνα”, καθότι φανατικός βασιλικός,τα πόδια ανασηκωμένα, στον επικλινή ξύλινο πάγκο και στην αγκαλιά του ένα τεράστιο “γκλομπ”..
Με κοίταξε ερευνητικά μέσα από τον τεράστιο καθρέπτη και τα μαύρα γυαλιά ηλίου(τί κρυφός θα ήταν αλλιώς;) που ανέδιδαν στην ατμόσφαιρα ακόμη περισσότερο την αίσθηση μυστηρίου και φόβου…
Δεξιά της εισόδου ήταν ένα ποδήλατο,πεντακάθαρο, ο “Άγιος Νικάνορας” όπως έμαθα το όνομά του αργότερα, στολισμένο με χαϊμαλιά, εικονίσματα, κουδούνια, φώτα εμπρός και πίσω,”μόνιμη” ομπρέλα μαύρη κάτω από την δερμάτινη σέλα, και στον τοίχο από πάνω του άλλος ένας μεγάλος καθρέπτης…
Στο λιτό σαλόνι από 3-4 καφέ πολυθρόνες δερματίνης και ξύλινες, δεν ήταν κανείς.
Μόνο η σόμπα ήταν κατακόκκινη ¨ρουχωμένη” και ανάδινε μια γλυκειά ζεστασιά.
Δεν πρόλαβα να χαιρετήσω και τραυλίζοντας με ρώτησε “τι θέλς;”
Κοκκίνισα από την ντροπή και τον φόβο και είπα ξεψυχισμένα “κούρεμα”.
“Πως το θέλς;” ξαναρώτησε. “Να μήν τα πάρεις πολύ… ξέρεις εσύ…” του απάντησα και ανέλαβε δράση!
Μετά βρέθηκα στην ίδια θέση που είχε όταν μπήκα, με το γκλομπ αγκαλιά και το ψαλίδι να βγάζει φωτιές αλλά τις περισσότερες φορές παρατήρησα ότι ψαλίδιζε τον αέρα…
Η καρδιά μου φτεροκοπούσε…
Ήμουν στο στάδιο της ανάκρισης: “από που είσαι”, “πως σε λέν”, “τον πατέρα σου”, “τη μάνα σου”, “έχεις άλλα αδέρφια”, “πόσον χρονών”, “που μένεις”, “τι τάξη πας”, ¨ποιόν έχεις κηδεμόνα” κλπ κλπ
Σοβαρός έδινα “πειστικές”απαντήσεις και ταυτόχρονα εξετάσεις…
Το κούρεμα διήρκησε μιάμιση ώρα!
Κατά την διάρκεια του ελάμβανα οδηγίες να προσέχω τους διερχόμενους από τους αντικριστούς καθρέπτες, χωρίς να μας πάρουν είδηση “κρυφά”….
Είχαμε και αρκετές διακοπές από τα συνήθη πειραχτήρια…
Άρπαζε το γκλόμπ από την αγκαλιά μου, τους απειλούσε, τους κυνηγούσε ή το εκσφενδόνιζε περιλούζοντάς τους με όλα τα συνήθη κοσμητικά επίθετα “κλέφτες”, “κομουνιστές” “λωποδύτες” χωρίς να τραυλίζει!
Στο τέλος μου έδειξε με τον μικρό καθρέπτη και το πίσω μέρος του κεφαλιού όπου δεν θέλαμε με τίποτα γυμνό τον αυχένα και γραμμή…
Πραγματικά ήταν τέλειο!
Σηκώθηκα να τον πληρώσω. Μου λέει ” εσύ δώσε ..μαθητικό”
Τον ευχαρίστησα, αλλά δεν είχαμε τελειώσει ακόμα…
“Γράψε εδώ το όνομά σου”, και μου δίνει ένα χοντρό βιβλίο με σκληρά εξώφυλλα και συνεχίζει:
“Ημερομηνία, δραχμές 3..
Για κάνε λογαριασμό να δούμι τς εισπράξεις…
Ωραία γράμματα κάν’ς, μπραααβο!”
Από κείνη την ημέρα έγινα ο επίσημος “γραμματικός” και “λογιστής”!
Γράφαμε έσοδα , έξοδα, ημερολόγια, συμβάντα, σκέψεις του κρυφού, αποτελέσματα παρακολούθησης, “επικίνδυνων καθηγητών”, “ζωηρών καθηγητριών”, “άτακτων μαθητριών με μίνι” και κυρίως για τα περιστέρια του, τους “βίτους” και τις ” βίτες” που υπεραγαπούσε και φιλοξενούσε στο υπόγειο του κουρείου του.
Πολλές φορές από την ανοιχτή “γκλαβανή” τον έβλεπα να τα χαϊδεύει να τα “χουχουλιάζει” μέσα στις χούφτες του για να τα ζεστάνει και να τα ταΐζει με συνέπεια πάντα την ίδια ώρα…
Εκεί καθημερνά περνούσα αρκετό από τον ελεύθερο χρόνο μου..
Κοντά στον ” μεγάλο καλλιτέχνη”, το φοβισμένο παιδί του εμφυλίου και ταραγμένο από τις αγριότητες που είδε και έζησε όπως μου διηγιότανε…
Παιδί δασκάλου…. άγαμος..καθαρός…. υπό τη σκέπη της αδερφής του.. δεν γνώριζα περισσότερα για την οικογένειά του…
Θυμάμαι να χαϊδεύει στοργικά το κεφαλάκι του ανεψιού του που του έφερνε κάποιες φορές φαγητό σε ένα κατσαρολάκι…
Πόσο τον πείραξε που σχολίασα ” ποιος τον κούρεψε λουξ;”, και μου δικαιολογήθηκε τραυλίζοντας ” ει… εί…νι μικροοοός ακόμα”!
Τα ανέμελα γυμνασιακά χρόνια πέρασαν με πολλές ιστορίες και “κρυφά” μυστικά..
Τις Κυριακές με ήλιο, με βροχή, με χιόνι εκεί ψηλά στον Κισλά, με όλο τον εξοπλισμό, χλαίνη, κιάλια τραγιάσκα κλπ, χωμένος σε μια λακκούβα παρακολουθούσε τον αγαπημένο του Πυρσό!
Σιωπηλός και χωρίς σχόλια..
Με άφηνε δίπλα του αλλά έκανε πως δεν με γνώριζε..
Τον Μάη οπωσδήποτε έπρεπε να φυλάω με τις ώρες το κουρείο, γιατί πήγαινε με οτοστόπ για κεράσια στον Έλατο και ξεχνούσε να γυρίσει !
¨”Κεράσια με κρέας” δηλαδή ΄”σκ΄ληκιασμένα”, όπως έλεγε χαρούμενος και επιζητούσε τον θαυμασμό μου!
Άριστη μνήμη, χιούμορ, κρυφές ευαισθησίες,πλάκες και αθέατος πόνος….
Μην τάξεις σε Άγιο και στον …Κρυφό!
Δεν το ξεχνούσε ποτέ και συνέχεια στο υπενθύμιζε…
“Τόταξις”! τελεία και παύλα ! Έπρεπε να εκτελεστεί πάραυτα!
Ο φτωχός “Νταλί” της κομμωτικής και νάρκισσος “Άδωνις” των νεανικών μας χρόνων, συνταξιούχος, μοναχικός και κλεισμένος στον δικό του κόσμο, πάντα ήταν απαιτητικός και ελάμβανε τακτικά τις “συνδρομές”του όποτε με συναντούσε!
Γνώριζε ότι έγινα γιατρός και καθόριζε μόνος του το ποσόν!
Το έδινα αδιαμαρτύρητα, με θλίψη και με τύψεις…
Για την ανεμελιά και την αγνότητα, που αφήσαμε πίσω μας, για τη τύχη και την ανθρώπινη μοίρα, για την σκληρότητα της ζωής και για την αδικία που κατατρώει ανθρώπινες σάρκες και ψυχές…
Παρόλο που μετά μια εικοσαετία απουσίας από την πόλη στα άλλα τόσα χρόνια κοινής παρουσίας μας στην πόλη, ελάχιστες φορές τον ξαναείδα.
Γενειοφόρο, ρακένδυτο, σκυφτό, περιπλανώμενο και με μόνο αναλλοίωτο το λάμπον βλέμμα στα βυθισμένα στο βάθος των κογχών μάτια του..
Δεν με αναγνώριζε πλέον ή έτσι ήθελα να πιστεύω…
Μια φθινοπωρινή μέρα, ηλιόλουστη και σιωπηλή, πληροφορήθηκα ότι “έφυγε κρυφά”…
Πάντα συνεπής!
Δημήτρης Ψευτογκάς
Υστερόγραφο: Το παραπάνω κείμενο είναι διασκευή ενός ανέκδοτου αποσπάσματος από νεανικό δοκίμιο για τα Γρεβενά των μαθητικών μου χρόνων και αφιερώνεται με σεβασμό και αγάπη στον εκλιπόντα και στους συγγενείς αλλά και στους φίλους συμμαθητές εκείνης της εποχής και επιπλέον σε όσους έζησαν, ρίζωσαν και αγαπούν αυτόν τον τόπο…
- Προηγούμενο Ανεξέλεγκτη η ανεργία – Νέο ιστορικό ρεκόρ
- Επόμενο Αθλητική πένα ( Οι καφέδες, το επερχόμενο ντέρμπι της πόλης και το … ταρτάν του Δημάρχου )