Ο άνθρωπος εξαφάνισε τα μισά άγρια ζώα του πλανήτη
Θανάσιμη για τη ζωή στον πλανήτη αποδεικνύεται η δράση του ανθρώπου, με την οποία κατάφερε το θλιβερό «επίτευγμα» του να εξαφανίσει περισσότερα από τα μισά άγρια ζώα της Γης, μόλις στα 40 τελευταία χρόνια. Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει η μη κυβερνητική οργάνωση WWF (Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση), που στην τελευταία της έκθεση καταγράφει πτώση κατά 52% στον δείκτη «Ζωντανός Πλανήτης», που μετρά την εξέλιξη 10.380 πληθυσμών 3.038 ειδών θηλαστικών, πτηνών, ερπετών, αμφιβίων και ψαριών. Την ίδια στιγμή τα στοιχεία δείχνουν πως για τη διατήρηση του σύγχρονου τρόπου ζωής των αναπτυγμένων χωρών, χρειάζονται πολλαπλοί πλανήτες.
Οι διαρκώς αυξανόμενες απαιτήσεις της ανθρωπότητας σε φυσικούς πόρους και οι αυξανόμενες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ασκούν τεράστιες πιέσεις στη βιοποικιλότητα του πλανήτη μας και απειλούν τη μελλοντική μας ασφάλεια, υγεία και ευημερία. Αυτό αποκαλύπτει ο «Ζωντανός Πλανήτης 2014» που συντάσσεται κάθε δύο χρόνια από την περιβαλλοντική οργάνωση WWF σε συνεργασία με τη Ζωολογική Εταιρία του Λονδίνου και το Παγκόσμιο Δίκτυο Aποτυπώματος (Global Footprint Network). «Σήμερα χρειαζόμαστε τη δημιουργική δυνατότητα μιάμισης Γης για να έχουμε στη διάθεσή μας τις οικολογικές υπηρεσίες που απολαμβάνουμε κάθε χρόνο», τονίζει το WWF.
Σύμφωνα με το WWF η «βιο-ικανότητα», δηλαδή η διαθέσιμη επιφάνεια για να εξαφαλισθούν τα αγαθά και οι υπηρεσίες που χρειάζεται ο σύγχρονος παγκόσμιος πληθυσμός, δεν σταματάει να συρρικνώνεται με την παγκόσμια δημογραφική έκρηξη. Από το 1961 ως το 2010, ο πληθυσμός αυξήθηκε από 3,1 σε σχεδόν 7 δισεκ. κατοίκους και η διαθέσιμη κατά κεφαλήν βιο-ικανότητα από 32 σε 17 στρέμματα παγκοσμίως. Με την ανάλυση των στοιχείων αυτών, η διεθνής οικολογική οργάνωση προειδοποιεί ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός πρόκειται να φθάσει τα 9,6 δισεκ. κατοίκους το 2050 και τα 11 δισεκ. το 2100, με αποτέλεσμα η διαθέσιμη βιο-ικανότητα για καθέναν από εμάς θα συνεχίσει να μειώνεται, σ’ ένα κόσμο που χαρακτηρίζεται από την υποβάθμιση των εδαφών, την έλλειψη πόσιμου νερού και την άνοδο του κόστους της ενέργειας.
Αναφορικά με τις ευθύνες για το «ολοκαύτωμα» της πανίδας, η έκθεση καταδεικνύει τις πλούσιες χώρες ως αυτές που το οικολογικό αποτύπωμα τους ανά κάτοικο είναι το πιο υψηλό. Το «οικολογικό αποτύπωμα», ένας από τους δείκτες υγείας του πλανήτη μας που έχει καθιερωθεί από τη συγκεκριμένη έκθεση και αντιστοιχεί ουσιαστικά στις απαιτήσεις μας σε φυσικούς πόρους, δείχνει ότι και τα 27 κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζουν υπεράνω των ορίων των φυσικών πόρων της Γης, ενώ βασίζονται υπερβολικά σε φυσικούς πόρους άλλων χωρών.
Πιο συγκεκριμένα, αν όλοι οι άνθρωποι στον πλανήτη υιοθετούσαν τον τρόπο ζωής των Ευρωπαίων, τότε η ανθρωπότητα θα χρειαζόταν 2,6 πλανήτες για να υποστηρίξει τις ανάγκες της σε φυσικούς πόρους, ενώ αν όλοι οι άνθρωποι στον πλανήτη ζούσαν και κατανάλωναν όπως ο μέσος Έλληνας, θα χρειαζόμασταν τους φυσικούς πόρους 2,5 πλανητών για να επιβιώσουμε.
«Το οικολογικό αποτύπωμα της Ευρώπης είναι μεγάλο. Οι οικονομικές μας δραστηριότητες συμβάλλουν στην απώλεια βιοποικιλότητας και ενδιαιτημάτων, εντός αλλά και εκτός ευρωπαϊκών συνόρων. Υπονομεύουμε το φυσικό κεφάλαιο που μας εξασφαλίζει την τροφή μας, τον αέρα που αναπνέουμε και το σταθερό κλίμα που χρειαζόμαστε», σημειώνει ο Τόνι Λόνγκ, Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Γραφείου Πολιτικής του WWF.
«Πίσω από την οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα, ξεδιπλώνεται και μια άλλη λιγότερο γνωστή αλλά εξίσου καταστροφική περιβαλλοντική κρίση. Στην Ελλάδα συνεχίζουμε να ζούμε εις βάρος του φυσικού μας κεφαλαίου και ο υπερ – δανεισμός αυτός θα έχει αρνητικές επιπτώσεις σε πολύ μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Ας αποτελέσει η οικονομική κρίση τουλάχιστον αφορμή για μια εκ βαθέων επανεξέταση των προτύπων ανάπτυξης», υπογραμμίζει με τη σειρά του ο Δημήτρης Καραβέλλας, Διευθυντής του WWF Ελλάς.
Τα πράγματα είναι παρόμοια και στις εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης χώρες. Πιο συγκεκριμένα, το 2010 το Κουβέιτ είχε την αρνητική πρωτιά, με το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Δανία, το Βέλγιο, τη Σιγκαπούρη, τις ΗΠΑ, το Μπαχρέιν και τη Σουηδία να ακολουθούν την καταστροφική για τον πλανήτη πορεία. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει το WWF, η χρήση των φυσικών πόρων και των οικολογικών υπηρεσιών των χωρών με υψηλά εισοδήματα είναι 5 φορές πιο αυξημένη κατά κεφαλήν απ’ ότι στις χώρες με χαμηλά εισοδήματα, με αποτέλεσμα για να διατηρήσουν το βιοτικό επίπεδό τους οι πλούσιες χώρες να εκμεταλλεύονται ευρέως σην βιο-ικανότητα των πιο αδύναμων.
«Οι διάφορες μορφές της ζωής είναι ταυτόχρονα η μήτρα των οικοσυστημάτων που επιτρέπει τη ζωή στη Γη και το βαρόμετρο αυτού που κάνουμε για να ζει ο πλανήτης μας», γράφει ο γενικός διευθυντής του WWF Μάρκο Λαμπερτίνι. «Αδιαφορώντας για την τύχη τους, κάνουμε ένα βήμα προς το χαμό μας», προειδοποιεί.