Παιχνίδι σκοπιμοτήτων και β΄ αξιολόγηση*Του Ελευθέριου Τζιόλα
Δεν ξεγελιέται κανείς.
Να βάλουμε, όμως, ένα στοίχημα με τους εαυτούς μας.
——————————————————————————-
του Ελευθέριου Τζιόλα
Παιχνίδι σκοπιμοτήτων και β΄ αξιολόγηση.
Είναι, πλέον, φανερό ότι η κυβέρνηση είχε αποφασίσει από το Νοέμβριο ποιά θα ήταν η στάση της και τα σημεία συμβιβασμού με τους δανειστές. Οι ”αντιστάσεις” στις νέες εξουθενωτικές μειώσεις των συντάξεων , μέχρι και το εξοντωτικό -30% (!!), στη μείωση του αφορολόγητου, στην απελευθέρωση των απολύσεων ήταν η σκόπιμη τακτική με την οποία η κυβέρνηση ήθελε να δημιουργήσει την εικόνα της εξαναγκασμένης υποχώρησης, ώστε να διασώσει όποια και όσα προσχήματα, όποιες και όσες δικαιολογίες προς το συρρικνούμενο ακροατήριό της. Πρόκειται για το παιχνίδι της εξοικείωσης της κοινής γνώμης με το χειρότερο και, τελικά, την αποδοχή του ως αναγκαστικού επιβεβλημένου συμβιβασμού, με την κυβέρνηση να επιχειρεί, συνεχώς και πιο αρνητικά, να διασώσει όποια απομεινάρια κοινωνικής της αποδοχής. Η όλη υπόθεση μοιάζει με το ανέκδοτο όπου στο τσαντίρι του Καραγκιόζη ο Βεζίρης, βάζει μέσα, σταδιακά, τα σκυλιά, τις γάτες, το γάϊδαρο, το βόδι, κ.ο.κ., ο Καραγκιόζης διαμαρτύρεται και γογγίζει για κάθε νέο ”ένοικο”, αλλά τον αποδέχεται και, μάλιστα, πανηγυρίζει ανακουφισμένος, όταν ο Βεζίρης, στο τέλος, βγάζει από το τσαντίρι του έξω τις γάτες !…
Η κυβέρνηση για πολλοστή φορά δείχνει ότι δεν έχει ούτε επεξεργασμένη διαπραγματευτική γραμμή, ούτε πραγματικές δεσμεύσεις σε ”κόκκινες γραμμές”, ούτε καμία σοβαρή στρατηγική συμμαχιών για υποστήριξή της, ούτε εναλλακτικές. Η εξέλιξη βεβαιώνει ότι σε κάθε κύκλο αξιολόγησης ό,τι ζητείται από τους δανειστές τελικά γίνεται αποδεκτό. Η διαπραγμάτευση ουσίας δείχνει ότι έκλεισε, -όπως έκλεισε-, τον Ιούλιο 2015, μετά το δημοψήφισμα – παρωδία. Ο χρόνος που χάνεται είναι χρόνος εσωτερικής κατανάλωσης για να στηθεί αυτό το σκηνικό, να εκτελεσθεί ένα τέτοιο παιχνίδι, όπως περιγράφεται, και να απορροφηθούν, όπως και όσο απορροφηθούν, οι κραδασμοί. Προς το γρήγορα αλλοτριωθέν και επιρρεπές κομματικό της ακροατήριο η κυβέρνηση διαθέτει το θεωρούμενο από την ίδια υπερόπλο ενσωμάτωσης -αφομοίωσης : την εξουσία. Απέναντι στην κοινωνική της βάση, η οποία στο πλειοψηφικό της τμήμα συμπτύχτηκε και προέκυψε περιστασιακά και αλλόκοτα (κι όχι σχεδιασμένα και συγκροτημένα), μεταπίπτει, σε περιπτώσεις μάλιστα παραπαίοντας, μεταξύ ενός αδύναμου, πλέον, λόγου για τις ευθύνες των προηγούμενων του παρελθόντος και μιας κακοφτιαγμένης δημαγωγίας για ”το καλύτερο δυνατό σε συνθήκες εκβιασμών”.
Η σκληρή πραγματικότητα και η αλλαγή της.
Τα πράγματα, όμως, έχουν τη δική τους διάσταση. Η εξελισσόμενη πραγματικότητα είναι πιο πεισματάρα και, μάλλον, αδυσώπητη.
Τον Ιούλιο 2017, σε τέσσερις (4) μήνες, η χώρα πρέπει να αποπληρώσει χρέος ύψους 7 δισ. ευρώ. Όμως, το 1919, η χώρα έχει να αποπληρώσει το μεγαλύτερο μέρος χρέους της μέχρι το 2060, ύψους 13,7 δισ. €, παρόμοιο ύψος χρέους εμφανίζεται, αργότερα, τα έτη 2037, -38, -39. Το τρέχον έτος, αλλά ακόμα περισσότερο το 2019, δεν είναι μόνο ένα κρίσιμο πολιτικά έτος, με εκλογές Δήμων και Περιφερειών και Ευρωεκλογές, αλλά κι ένα πράγματι, πολύ κρίσιμο οικονομικό έτος. Διότι θα έχει λήξει το 3ο Μνημόνιο και η Ελλάδα πρέπει να βρει από τις αγορές αυτά τα 13,7 δισ. € της αποπληρωμής. Το πραγματικό προς αποπληρωμή χρέος θα είναι, βέβαια, μεγαλύτερο αν προστεθούν και τυχόν ελλείμματα που θα έχουν απομείνει και θα έχουν συσσωρευθεί. Η χώρα, λοιπόν, θα χρειάζεται τουλάχιστον 14 δισ. ευρώ ! Κι ενώ, οι υποχρεώσεις μέχρι το 2018 είναι καλυμμένες από το τρέχον Πρόγραμμα, το 2019, χωρίς πλέον Πρόγραμμα, η κάλυψη θα πρέπει να γίνει εξ ολοκλήρου από τις αγορές. Αντιλαμβανόμαστε ότι για να είναι επιτυχής η ολική έξοδος στις αγορές θα πρέπει να έχουν συντρέξει μια σειρά θετικές προϋποθέσεις διαμορφωμένες από το 2018, ώστε να υπάρχει η αίσθηση πιστοληπτικής δυνατότητας, αναπτυξιακής δυναμικής και αξιοπιστίας της χώρας, αλλιώς μπορεί να βρεθεί μπροστά σε πιστοληπτικό δραματικό γεγονός…
Αυτά όλα δεν δείχνουν μόνο ότι ο Α. Τσίπρας ότι κι αν λέει για το 2019 δεν το εννοεί, αλλά κυρίως δείχνουν ότι όσο ο χρόνος χάνεται, η β΄αξιολόγηση δεν κλείνει, η οικονομία δεν παίρνει μπρος και η εικόνα της χώρας δεν ανατάσσεται, τόσο το 4ο Μνημόνιο, της πλήρους εξόντωσης, είναι κοντύτερα…
Η εμμονή και η συζήτηση για το χρέος, δεν υπήρξε με την ένταση που έπρεπε, τη στιγμή που έπρεπε. Δηλαδή, όταν αποφάσιζαν για το 1ο Μνημόνιο, ήταν η κατάλληλη στιγμή για θεαματική μείωση του χρέους, αξιοποιώντας και την καταστατική θέση του προσκαλούμενου να συμμετάσχει ΔΝΤ περί μη χρηματοδότησης χώρας με χρέος μή βιώσιμο. Τότε, Άνοιξη 2010, οι λίγοι εξ ημών που θέταμε ανοιχτά και δημόσια τέτοιο θέμα (διαγραφής σημαντικού μέρους του χρέους) είχαμε κατηγορηθεί για ”εθνική μειοδοσία” ! Η επίσημη πρωθυπουργική θέση, τότε, καθώς και η θέση υπουργών που τώρα γράφουν και μιλάνε για game over, ήταν ότι ”η χώρα θα είναι απολύτως συνεπής σε όλες της τις υποχρεώσεις και στην αποπληρωμή του χρέους” !
Αντίθετα, τώρα, μετά και το 3o Μνημόνιο, μετά και τον συμφωνημένο χρονοπρογραμματισμό σχετικά με το χρέος, η εμμονή, ακόμα και για λόγους διεθνούς ακροατηρίου, ως πρώτη και μεγάλη προτεραιότητα δεν είναι σωστή. Εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα επιμένουμε ότι η μείωση του χρέους δεν πρέπει να αποτελεί την μεγάλη και πρώτη προτεραιότητα. Η σημασία του χρέους δεν μπορεί, ασφαλώς, να υποτιμηθεί, αλλά οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι και το χρέος και η ύφεση αποτελούν , -και θα εξακολουθήσουν να αποτελούν ακόμα και σε πιθανή ευνοϊκή έκβαση απομείωσης χρέους-, παράγωγα ενός βαθύτερου προβλήματος ακόμα πιο ζωτικού : της παραγωγικής κατάρρευσης της χώρας, με τη μαζική αποεπένδυση, την κολοσσιαία για ευρωπαϊκή χώρα ανεργία και την έξοδο πόρων και ανθρώπινου δυναμικού υψηλής στάθμης. Με αδύναμη παραγωγική βάση το δημόσιο χρέος θα συνεχίζει να πιέζει ασφυκτικά και θα εξαναγκάζει σε όλο και περισσότερες παρεμβάσεις για να μην καταπέσει. Η κατ΄ αυτόν τον τρόπο μονιμοποίηση της δημοσιονομικής κηδεμονίας θα μετεξελιχθεί σε καθεστώς περιθωριοποίησης και απομόνωσης της χώρας, με απρόβλεπτες κοινωνικές και εθνικές συνέπειες.
Είναι, επομένως, η ανάπτυξη η μόνη ικανή και αναγκαία, επείγουσα προοπτική, η αντίστοιχα σχεδιασμένη πολιτική και διαδικασία που μπορεί να αντιστρέψει την πορεία καθίζησης, φτώχειας και εξουθένωσης.
Το μεγάλο χρέος είναι μια σκληρή δυνητική απειλή, αλλά οι κρίσεις δεν ξεσπάνε υποχρεωτικά επειδή μια χώρα έχει μεγάλο χρέος. Η κρίση ξεσπάει επειδή μια χώρα έχει μεγάλη έλλειψη ρευστότητας σέ ένα στενό χρονικό διάστημα. Η κρίση στην Αργεντινή δεν υπήρξε, επειδή η χώρα είχε μεγάλο χρέος. Είχε χρέος 60%, το οποίο για την Ευρώπη, που τώρα πλησιάζει προς το άλλοτε εξορκιζομένο 100% (!), θα ήταν ευλογία. Ξέσπασε , επειδή δεν είχε να πληρώσει. Η Λετονία μπήκε σε κρίση με χρέος 18%, σχεδόν όσο έλλειμμα είχε η Ελλάδα, λόγω ρευστότητας. Οι ΗΠΑ, αντιθέτως, άγγιξαν χρέος 150%, αλλά δεν προκλήθηκε εξ αυτού κάτι συγκλονιστικό. Προφανώς, το μεγάλο χρέος αποτελεί κίνδυνο και για την εκδήλωση κρίσης ρευστότητας, αλλά η πυροδότηση δεν είναι αυτόματη. Στις περιπτώσεις αυτές χρειάζεται σωστή διάγνωση και πολιτική διαχείρισης, ώστε η χώρα να παραμείνει σε κατάσταση βιώσιμης ρευστότητας, αξιοποιώντας, π.χ., την υποστηρικτική ροή της ΕΚΤ, ή, έγκαιρα και πριν την εκδήλωση της έλλειψης ρευστότητας τον στοχευμένο, προληπτικό δανεισμό, χωρίς πανικό ή φανφαρονισμούς. Ταυτόχρονα, μεταφέροντας το κύριο βάρος της στην ανάπτυξη, βελτιώνοντας σταδιακά την οικονομική θέση της χώρας, και μετά, με νέες προϋποθέσεις, μια απομείωση χρέους μπορεί να βοηθήσει σημαντικά, συνεχίζοντας την ανέλιξη σε έναν νέο αναπτυξιακό κύκλο. Στα πλαίσια αυτής της γραμμής και το όποιο επιμέρους αναγκαίο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής θα ήταν ηπιότερο, έχοντας πάντα ως drive την ανάπτυξη. Ανάπτυξη που έλλειπε από το 1ο Μνημόνιο, μέχρι και το 3o. Αυτά δείχνουν τη γραμμή στην οποία έπρεπε να κινηθεί η χώρα από το 2009 -10, αντί της εισόδου στα Μνημόνια, για τα οποία οι τότε έλληνες πρωταγωνιστές δηλώνουν περήφανοι και ζητούν να τους δικαιώσουμε !
Επιμένοντας στην προτεραιότητα της ανάπτυξης, οφείλουμε να επισημάνουμε, επίσης, ότι ο χρονοπρογραμματισμός του χρέους έχει με κάποιον τρόπο συμφωνηθεί και παρακολουθείται, με τον κύριο πιστωτή, τον ΕSM, σε ρόλο -κλειδί. Οι αποφάσεις του περασμένου Δεκεμβρίου 2016 ήταν μέρος αυτού του χρονοπραγραμματισμού, με τα θετικά επίπεδα του επιτοκίου (2,2%), από τα χαμηλότερα στην Ε.Ε., όπως και η χρονική εξομάλυνση-επιμήκυνση των αποπληρωμών χρέους, αλλά και την επιβεβαίωση του ρόλου του ΕSM. Σημειώνοντας, με την ευκαιρία, ότι ο ΕSM θα μπορούσε με την διαθέσιμη, πλέον, πείρα και την χρηματοοικονομική του συνάρθρωση να αποτελέσει, και σχετικά άμεσα, το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο. Όταν, λοιπόν, ο Γ. Δραγασάκης μιλάει για συζήτηση του χρέους το 2018 δεν λέει κάτι αιρετικό, αλλά επαναλαμβάνει ό,τι χρονικά έχει προγραμματισθεί -συμφωνηθεί.
Οι μηχανές ξεμπλοκαρίσματος και ανάπτυξης.
Απαιτείται να ξεκαθαρίσουμε τα θεμελιώδη.
Τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει, αν δεν αποκλεισθούν οριστικά : το Grexit, το ‘’κούρεμα καταθέσεων’’, και η πολιτική αστάθεια. Η όποια συζήτηση, οπουδήποτε, και πολύ περισσότερο από κυβερνητικούς, που σε πολλές περιπτώσεις μας θαμπώνουν με την ”σοφία” και την πολυπραγμοσύνη τους, για τη ”δραχμή” και το Grexit έπρεπε να είναι τελειωμένη από τον Ιανουάριο 2015 ! Αυτά τα θεμελιώδη αποτελούν και τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την επιστροφή στο Τραπεζικό σύστημα διαφυγόντων κεφαλαίων που θα διατεθούν στην παραγωγική ανάκαμψη. Το τραπεζικό σύστημα ξεπερνώντας τις παραδοσιακές παθογένειες και τις πρόσφατες σχοινοβασίες λόγω αλλαγών στις μετοχικές τους συνθέσεις, ενισχυμένο, έστω, οριακά από την ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, είναι αναγκαίο να λειτουργήσει αιμοδοτικά για τις νέες δυναμικές επενδύσεις, αποκαθιστώντας σταδιακά την κανονικότητα, με την άρση και των capital controls.
Από το νέο ΕΣΠΑ, ακόμα και με τους ισχύοντες πόρους, χωρίς την αναγκαία αύξησής τους λόγω της μεταβολής του κατά κεφαλήν ελληνικού εισοδήματος εξ αιτίας της κρίσης και της ύφεσης, σε συνδυασμό με τις Δημόσιες Επενδύσεις μπορούν να αξιοποιηθούν παραπάνω από 20 δισ. €. Οι ταχύτητες, όμως, πρέπει να είναι άλλες από τις τωρινές. Να ανέβουν κατακόρυφα. Δεν είναι δυνατόν, να διανύουμε το 2018 και επί της ουσίας το Πρόγραμμα 2014 -2020 να μην έχει ξεκινήσει… Επίσης, οι στοχεύσεις του πρέπει να είναι σε πολλαπλασιαστικές, παραγωγικές επενδύσεις κι όχι η σπατάλη της διασποράς για την ικανοποίηση πελατειακών ομάδων και περιοχών.
Το σχέδιο Γιούνκερ αποτελεί ένα δυναμικό πλάνο, με συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, που εκπονήθηκε προκειμένου να αντιστραφεί το κλίμα αποεπένδυσης που υφίσταται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, και το οποίο στην Ελλάδα είναι κατά πολύ οξύτερο και ως εκ τούτου μπορεί να διεκδικήσει αναλογικά μεγαλύτερο μερίδιο. Η συμμετοχή της ΕΤΕΠ θα δράσει κι ως πιστοδοτική εγγύηση για τις ενδιαφερόμενες ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν υποστεί πλήγμα από την έλλειψη ρευστότητας και δεν μπορούν να αντλήσουν κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές.
Το φορολογικό καθεστώς πρέπει να αλλάξει. Με συντελεστή 24%, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός συντελεστής είναι 13.1% και ο αντίστοιχος των γειτονικών χωρών περίπου στο μισό, το αντικίνητρο είναι προφανές και η όποια προσπάθεια θα αναστέλλεται. Ταυτόχρονα, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ιδιαίτερα των νεότερων γενιών, είναι απαραίτητη συνθήκη για την ομαλή ενοποίηση του Ασφαλιστικού συστήματος, την εξασφάλιση αξιοπρεπών όρων διαβίωσης χωρίς την αφαίρεση μεγάλου μέρους των αμοιβών τους, και για την ύπαρξη κινήτρου επιστροφής στους νέους επιστήμονες που μετανάστευσαν οι οποίοι δεν πρόκειται να επιστρέψουν, αν πρόκειται στη χώρα τους να αμείβονται χαμηλότερα, να φορολογούνται υψηλότερα και να χρηματοδοτούν με τις εισφορές τους συντάξεις που ίδιοι ποτέ δεν θα αξιωθούν να λάβουν.
Το πλαίσιο αυτό δημιουργεί και συνθήκες προσέλκυσης ξένων κεφαλαίων που αφθονούν στη διεθνή αγορά και αναζητούν θετικούς επενδυτικούς προορισμούς.
Σ΄ένα περιβάλλον, όπου η Κίνα έχει απότομα προσγειωθεί, η Ινδία εξακολουθεί να είναι ένας θεσμικός λαβύρινθος (χειρότερος ακόμα κι από την Ελλάδα), οι ‘’τίγρεις της Ανατολής’’ έπαψαν να είναι ο άλλοτε ελκυστικός προορισμός, η ευρωζώνη έχει μηδενικές αποδόσεις και οι αναδυόμενες περιφερειακές οικονομίες της περιοχής μετά την ”αραβική άνοιξη” (μάλλον, ”αραβικός χειμώνας”) έχουν μεταβληθεί σε εμπόλεμες ζώνες, η Ελλάδα, εξασφαλίζοντας, βέβαια, πολιτική σταθερότητα, μπορεί να αποτελέσει σημαντικό, υψηλών προσδοκιών επενδυτικό προορισμό.
Ας βάλουμε ένα στοίχημα με τους εαυτούς μας.
Στον όγδοο χρόνο…
Παρά τις πρωτόγνωρες δυσκολίες, με σχέδιο ανόρθωσης και ανάπτυξης, ενότητα και κινητοποίηση των δημιουργικών δυνάμεων της Πατρίδας, συστηματική και εργώδη προσπάθεια, ηγεσία πατριωτική που συνεγείρει και παραδειγματίζει και κρατικό μηχανισμό που δουλεύει παραγωγικά και αφοσιωμένα να γυρίσουμε τα πράγματα και να δρομολογήσουμε θετικές εξελίξεις.
Θεσσαλονίκη, 24 Φεβρουαρίου 2017
Άρθρο στη ”ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της Κυριακής” (25/2/2017)
- Προηγούμενο ΝΟΔΕ Γρεβενών: Ομιλία με θέματα παιδείας την Τετάρτη 1-3-2017
- Επόμενο ΤΕΙ ΓΡΕΒΕΝΩΝ… ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΠΟΝΕΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΝΑΖΗΤΑ ΤΟΝ ΕΠΙΛΟΓΟ ΤΗΣ….! *Του Γιώργου Νούτσου