ΠΑΣΟΚ: 50 χρόνια από την ίδρυσή του
Δεν ήταν λίγες οι φορές, τα τελευταία πενήντα χρόνια, που αναλυτές και πολιτικοί προφήτευσαν το τέλος του ΠΑΣΟΚ. Την πρώτη φορά, το 1989, ήταν η αλαζονεία και ο αυριανισμός που του χάλασαν την προοδευτική εικόνα: από ένα κόμμα που εξελέγη υποσχόμενο να τα αλλάξει όλα (και, κακά τα ψέματα, αυτό έκανε) είχε γίνει καθεστώς.
Τα στελέχη του είχαν κατακλείσει το δημόσιο και τους αρμούς του με τον τρόπο που κάποτε έκανε «το κράτος της δεξιάς», γνωρίζοντας πως κανείς δεν θα τολμούσε να τους κουνήσει από την θέση τους.
Τα σκάνδαλα έδιναν και έπαιρναν, οι αντίπαλοι γίνονταν αντικείμενο χυδαίων επιθέσεων κάτω από την ζώνη.
Με τον ιδρυτή του στο εδώλιο, το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε, από τότε, να αποτελεί μακρινή ανάμνηση.
Η παρακαταθήκη του όμως αποδείχτηκε μεγαλύτερη από τα σφάλματά του. Ακόμα κι αν όλα όσα ακούγονταν για τα στελέχη του ήταν αληθινά, το ΠΑΣΟΚ ήταν ήδη στην συλλογική συνείδηση το κόμμα που επέτρεψε σε όλους, όποια κι αν ήταν η κοινωνική και οικονομική τους καταγωγή, να γίνουν ακριβώς αυτό που ονειρεύτηκαν -δεν είναι εύκολο να γυρίσεις την πλάτη σε αυτό το συναίσθημα. Στην αίθουσα ενός Ειδικού Δικαστηρίου το ΠΑΣΟΚ έμαθε τον τρόπο να επιβιώνει. Δεν κέρδισε, δεν άρεσε, όμως άντεξε. Και αυτό ήταν αρκετό.
Την δεύτερη φορά, στο καθοριστικό συνέδριο του 1996, το ΠΑΣΟΚ έμεινε πιστό στο dna του, αυτό που του επιτάσσει να εξελίσσεται μαζί με την κοινωνία που εκπροσωπεί. Τα ‘80s είχαν τελειώσει, ο τρίτος δρόμος είχε αναστήσει την δυτική σοσιαλδημοκρατία με έναν ανέλπιστο τρόπο που θα πλήρωνε αργότερα, αλλά τότε ακόμα δεν το ήξερε. Στο δίλημμα Σημίτης ή Τσοχατζόπουλος, το ΠΑΣΟΚ έμαθε πώς να υπάρχει χωρίς τον Αντρέα. Πέρασε στην εκσυγχρονιστική του εποχή χωρίς φόβο και με μπόλικο πάθος.
Το 2007, κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει τι ακριβώς πήγαινε λάθος. Η οκταετία Σημίτη είχε πια μια ασφαλή χρονική απόσταση που επέτρεπε την θετική αποτίμηση χωρίς την αίσθηση του πασοκικού μπουχτίσματος, ο νέος αρχηγός είχε βάλει την σφραγίδα του, οι φωτιές στην Ηλεία δεν είχαν καλά-καλά σβήσει. Κι όμως, το ΠΑΣΟΚ έχασε τις εκλογές.
Και όχι μόνο έχασε, το ίδιο βράδυ της ήττας του βυθίστηκε στην δίνη μιας εσωκομματικής διαμάχης, στην οποία πραγματική τελεία θα έμπαινε επτά χρόνια αργότερα. Στην σκληρή αναμέτρηση από τον Σεπτέμβριο έως τον Νοέμβριο εκείνου του χρόνου, ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ έμαθε πως η προσφυγή στην βάση δεν αποτελεί απαραίτητα καταδίκη. Μπορεί να γίνει σύμφωνο συμβίωσης και (γιατί όχι;) ευκαιρία για επανεκκίνηση.
Από το 2012, την χρονιά που το ΠΑΣΟΚ έφτασε στις κάλπες κουβαλώντας στην πλάτη δύο μνημόνια και την φωτογραφία του Τσοχατζόπουλου με χειροπέδες, έως τον Ιανουάριο του 2015, που κατέβηκε σε εκλογές διασπασμένο, τα μαθήματα έρχονταν το ένα μετά το άλλο. Μπορεί να περηφανεύεται πως σήκωσε δυσανάλογα το βάρος της ευθύνης, όμως το άλλοτε εκλογικό φαβορί είχε λοιδορηθεί στα Ζάππεια, είχε δει την ιστορία του να κρεμιέται σε θηλιά στις πλατείες των Αγανακτισμένων, είχε φορτωθεί τις πολιτικές αμαρτίες όλων για τα χρόνια που η ελληνική κοινωνία ζούσε πάνω από τις δυνατότητες της.
Την βραδιά της μεγαλύτερης εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ, με 4,68%, το ΠΑΣΟΚ έπρεπε να αποφασίσει αν είναι πολύ σκληρό για να πεθάνει. Λίγους μήνες μετά, έχοντας μόλις ψηφίσει ακόμα ένα μνημόνιο για το οποίο δεν ευθυνόταν, αποδείχτηκε πως ήταν.
Οποιοδήποτε άλλο κόμμα στην θέση του θα ήταν πια ανάμνηση. Δεν είναι μόνο η τύχη που δίνει στο ΠΑΣΟΚ και τους ανθρώπους του ξανά και ξανά ευκαιρίες επανόδου, κι ας τις πετούν από το παράθυρο. Είναι η βαθιά πεποίθηση όσων το αγαπούν και όσων το απεχθάνονται πως μπορούν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, να καταφέρουν ό,τι ακριβώς έχουν ονειρευτεί.
Μυρτώ Λιαλιούτη
- Προηγούμενο Κοινό ΔΤ Περιβαλλοντικών Οργανώσεων: Οι εργασίες κατασκευής Αιολικού Πάρκου στην τοποθεσία Δούκας παραβιάζουν την απόφαση του ΣτΕ
- Επόμενο Χαρείτε, σωθήκαμε! Έρχεται το τρένο της Καλαμπάκας! *Του Χρήστου Κολοβού