Έχουν περάσει σχεδόν100 χρόνια από την εποχή που στην κουζίνα της οικογένειας Παπαδοπούλου στην Κωνσταντινούπολη η κυρά Μαρία για να βοηθήσει τον μαραγκό άντρα της ζύμωνε και φούρνιζε καθημερινά μπισκότα Petit Beurre, μία γεύση που είχε έρθει πρόσφατα στην Πόλη από την Γαλλία.
Τα μπισκότα αυτά βγαίναν και τα πουλούσαν μετά στους μαχαλάδες της Πόλης τα τρία μικρά παιδιά της οικογένειας; ο Νίκος, ο Ευάγγελος και ο Θεόφιλος.
Η γεύση τους θεσπέσια και για ξεχωρίζουν από τα άλλα το 1916 ο Γιάννης, ο πατέρας μαραγκός, φτιάχνει μία ξύλινη σφραγίδα που είχε, μεταξύ των άλλων την υπογραφή τους.
Και ενώ όλο και η πελατεία μεγάλωνε έρχεται η Μικρασιατική Καταστροφή και η οικογένεια Παπαδοπούλου ακολουθεί μαζί με τους άλλους Έλληνες των παραλίων της Μικράς Ασίας τον δρόμο της προσφυγιάς.
Η μάνα με τα τρία παιδιά της ξεκινάει για την Μασσαλία, κάνοντας μία ενδιάμεση στάση στον Πειραιά όπου έδεσε το πλοίο για λίγες ημέρες. Σε ένα καφενείο που επισκέφθηκαν η Μαρία ζητάει μπισκότα για να δώσει στα παιδιά της. Στην ερώτηση του καφετζή «τι είναι το μπισκότο;» η επόμενη κίνηση είναι η αλλαγή των πλάνων της οικογένειας και η μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα όπου οι Παπαδόπουλοι θα της εξηγούσαν για τα καλά τι είναι το μπισκότο.
Αρχικά μέσα από τον φούρνο στο προσφυγικό σπίτι της οικογένειας στον Λυκαβηττό μετά από την πρώτη βιοτεχνία στην γέφυρα Πουλοπούλου και στην συνέχεια από το πρώτο εργοστάσιο την δεκαετία του ’50 στην Πέτρου Ράλλη και τα άλλα που ήρθαν μετά σε Θεσσαλονίκη, Βόλο και Οινόφυτα.
Ξεκίνησαν με κουτιά από λευκοσίδηρο που τα άνοιγες στα παντοπωλεία και σε έπαιρνε η γλυκιά μυρωδιά του μπισκότου και έφθασαν σήμερα να έχουν πάνω από 200 διαφορετικές συσκευασίες με σήματα όπως τα Μιράντα, τα Γεμιστά και τα Cream Crackers να έχουν κλείσει ήδη 80 χρόνια ζωής.
Για λογότυπο ένας κόκκινος κύκλος με το γράμμα Π στο κέντρο, το έτος ίδρυσης: 1922 και κορώνα που σχηματίζεται από τέσσερα παιδιά, δύο αγόρια και δύο κορίτσια που κρατούνται χέρι -χέρι, τα παιδιά του Ευάγγελου Παπαδόπουλου την τρίτη γενιά που συνέχισε την οικογενειακή παράδοση.
Δεν έχασαν ποτέ την πρώτη θέση και αν και κινδύνευσαν να χάσουν την ελληνικότητα τους σε μία μετοχική συνεργασία που είχαν συνάψει με την Danone (η οποία διαθέτει στην αγορά του μπισκότου τα LU) κατάφεραν να πάρουν πίσω το 60% που κατείχαν οι Γάλλοι. Αυτό χάρη στην επιμονή της Ιωάννας Παπαδοπούλου η οποία βρίσκεται στο τιμόνι της εταιρείας από το 1993, λίγο μετά τον θάνατο του πατέρα της και είναι από τότε η πιο ισχυρή γυναίκα στην ελληνική παραγωγική βιομηχανία.
Αλλά και η πιο δημιουργική και διορατική αφήνοντας το δικό της στίγμα καινοτομίας και νέων επιχειρηματικών κινήσεων στην εταιρία που δεν φημίζεται για τα έντονα ανοίγματα σε νέες αγορές. Δικό της «παιδί» είναι από την δεκαετία του ’70 το Caprice που αποτελεί το πετράδι του στέμματος στις εξαγωγές που πραγματοποιεί η εταιρεία σε 40 χώρες.Η Ιωάννα ήταν αυτή που έδωσε νέα ώθηση και έτσι πέρα από τα μπισκότα και τις φρυγανιές που είχαν επεκταθεί από την δεκαετία του ’90 τα επόμενα χρόνια μπήκαν και στις μπάρες δημητριακών και στο συσκευασμένο ψωμί. Στο τελευταίο αυτές τις ημέρες η εταιρεία μπήκε πρώτη στην παραγωγή ψωμιού από δίκοκο σιτάρι, μία παραγωγή που έχει τις ρίζες της στην Αρχαία Ελλάδα και γνωρίζει αναγέννηση τα τελευταία χρόνια.
Στην παρουσίαση του νέου προϊόντος, «Αρχαία σπορά», την περασμένη Τετάρτη, η Ιωάννα Παπαδοπούλου, η Πρόεδρος και Διευθύνουσα Σύμβουλος της Ε.Ι. Παπαδόπουλος δεν έκρυψε την ανησυχία της για την κατάσταση στην Ελλάδα. Δεν είναι λίγο να έχεις ρίξει όλη σου την επιχειρηματική προσπάθεια σε αυτό τον τόπο.
Όταν έχεις τέσσερα εργοστάσια στα οποία δεν έχει κάνει απόλυση λόγω ύφεσης αλλά αντίθετα έχεις κάνει και προσλήψεις φθάνοντας τους 1.200 εργαζομένους. Όταν σε αυτούς τους ανθρώπους δεν έχεις κάνει μειώσεις όλα αυτά τα χρόνια και όταν σε μία έντονη παγκόσμια αγορά που δέχεσαι χτυπήματα κάτω από την μέση έχεις στόχο να τριπλασιάσεις τις εξαγωγές σου, έχεις ένα λόγο παραπάνω και να ανησυχείς και να βγεις και να το πεις.
«Δυστυχώς συνεχίζουμε να λειτουργούμε σε ένα ασταθές περιβάλλον. Η Ελλάδα είναι μία χώρα που δεν είναι θελκτική για επενδύσεις. Δεν θα μιλήσω για την ασάφεια που υπάρχει γύρω από τον ΦΠΑ και την αδυναμία να κάνεις οποιοδήποτε business plan αλλά θα σταθώ στην πολιτική απέναντι στις εταιρείες που είναι τίμιες και παρουσιάζουν κέρδη.
Η υπερφορολόγηση τους είναι ουσιαστικά μία “τιμωρία” που τις αποτρέπει από το να πραγματοποιήσουν άλλες επενδύσεις. Μιλάμε για ανάπτυξη, αλλά ταυτόχρονα όταν στερείς από τις εταιρείες κεφάλαια, δεν μπορείς να έχεις ανάπτυξη και δεν μπορείς να δημιουργήσεις νέες θέσεις εργασίας και δεν μπορείς να καταπολεμήσεις την ανεργία» αναφέρθηκε λίγες ημέρες μόνο μετά την δημοσιοποίηση των μέτρων που έχουν πέσει στο τραπέζι.
Το δέλεαρ για να αλλάξει μία εταιρεία έδρα είναι ήδη πολύ μεγάλο και αρκετές μεγάλες εταιρείες έχουν κάνει αυτό το βήμα, είτε για να απολαμβάνουν ελκυστικότερα επιτόκια από τράπεζες – και να είναι πιο ανταγωνιστικοί με τους διεθνείς παίκτες – είτε και για λόγους φορολογίας διατηρώντας πάντα όμως τις εγκαταστάσεις τους στην Ελλάδα.
Για την Ιωάννα Παπαδοπούλου αυτό το ενδεχόμενο δεν υπάρχει. «Εμείς εδώ πετύχαμε, οι ρίζες μας είναι σε αυτή την χώρα, δεν υπάρχει ενδεχόμενο ποτέ να φύγουμε. Είμαστε στην ζωή του Έλληνα εδώ και 93 χρόνια, οπότε το θεωρώ καθήκον μου υποχρέωση μου να μείνουμε εδώ, δεν το συζητώ. Δυσκολίες είχαμε και από ότι φαίνεται θα συνεχίσει να έχουμε.
Εμείς θα είμαστε εδώ. Θα επενδύσουμε εδώ, θα πληρώσουμε τους φόρους μας εδώ και όπως πολλές φορές λέω, και είναι λιγάκι μη τεχνοκρατικό, ίσως τώρα είναι περισσότερο ανάγκη να βοηθήσουμε εμείς που μπορούμε, την ελληνική οικονομία».