«Μεγάλη Παραίτηση»: Ένας στους τρεις Έλληνες προτιμά να μείνει χωρίς δουλειά
Το θετικό στοιχείο για τις εταιρείες είναι ότι το 62% των εργαζομένων που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι παραμένουν αφοσιωμένοι στην εταιρεία τους και, εφόσον οι εργοδότες ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, εκείνοι θα παραμείνουν στην υπάρχουσα θέση εργασίας τους. Ωστόσο, το 47% θεωρεί ότι μπορεί να βρει γρήγορα μια νέα επαγγελματική θέση, σε περίπτωση απώλειας της εργασίας του, γεγονός που πιστοποιεί την εμπιστοσύνη συνολικά στην τρέχουσα αγορά εργασίας.
Η τελευταία έρευνα Workmonitor της Randstad, του παγκόσμιου ηγέτη στον κλάδο των υπηρεσιών Ανθρώπινου Δυναμικού, με συνολικό δείγμα 35.000 εργαζομένους, σε 34 αγορές, διεξήχθη το διάστημα 21 Φεβρουαρίου – 13 Μαρτίου 2022, ενώ στην Ελλάδα η συμμετοχή ξεπέρασε τους 800. Τα στοιχεία της έρευνας καταδεικνύουν την επιτακτική ανάγκη για τις επιχειρήσεις να συμπεριλάβουν στη στρατηγική τους, τη νέα δυναμική μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών, η οποία επηρεάζεται από την έλλειψη ταλέντων στην αγορά.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του Workmonitor, μία αναδυόμενη τάση, ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές, συνδέει την προσωπική με την επαγγελματική ζωή, με το 59% του δείγματος να θέτει ως βασική του προτεραιότητα την προσωπική του ζωή έναντι της επαγγελματικής. Μάλιστα, το 40% θα επέλεγε να μην εργαστεί καθόλου σε περίπτωση που οι οικονομικές του αποδοχές δεν αποτελούσαν τροχοπέδη για την προσωπική του διαβίωση (48% παγκοσμίως).
Το 95% δήλωσε ότι η διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής είναι πολύ σημαντική τόσο στην τρέχουσα όσο και στη μελλοντική του απασχόληση. Το 46% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα δήλωσε ότι θα προτιμούσε να παραιτηθεί από την εργασία του, αν αυτή τους εμπόδιζε να απολαύσουν τη ζωή τους, και το 28% των εργαζομένων θα προτιμούσε να παραμείνει χωρίς εργασία παρά να είναι δυσαρεστημένο σε μια θέση εργασίας (έναντι 33% παγκοσμίως). Το 37% των Gen Z και το 34% των Millennials δηλώνουν πρόθυμοι να αποχωρήσουν σε περίπτωση που η εργασία τους επηρέαζε αρνητικά την προσωπική τους ζωή, ενώ το 39% της Gen Z και το 42% των Millennials έχουν αποχωρήσει από την εργασία τους στο παρελθόν, λόγω απώλειας της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.
Η ευτυχία στο εργασιακό περιβάλλον αποτελεί προτεραιότητα για τους εργαζόμενους, ιδιαίτερα μετά την έναρξη της πανδημίας, ενώ οι προσωπικές τους αξίες θα ήθελαν να συμβαδίζουν με την αποστολή και την κουλτούρα του εργοδότη τους.
Συνολικά, καταγράφεται μια σημαντική μεταβολή της νοοτροπίας των εργαζομένων, με τις νεότερες γενιές να θέτουν ως προτεραιότητα την αναζήτηση μεγαλύτερης ικανοποίησης και ευτυχίας στον εργασιακό τους χώρο, ενώ δείχνουν σαφή προτίμηση στα ευέλικτα μοντέλα εργασίας, τη στιγμή που ένα σημαντικό μέρος νέων εργαζόμενων δεν έχει εργαστεί ποτέ από το γραφείο. Οι εργοδότες, από την πλευρά τους, θα πρέπει να καθορίσουν πώς θα αναπτύξουν την εταιρική τους κουλτούρα αλλά και τη στρατηγική ανθρωπίνων πόρων, προκειμένου να διαχειριστούν αυτό το φαινόμενο.
Oι εργοδότες έχουν χαμηλή ανταπόκριση στις ανάγκες των ταλέντων
Είναι πλέον σαφές ότι ένα νέο μοντέλο εργασίας αναδύθηκε μέσα στην πανδημία για τους εργαζόμενους, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, δίνοντας ώθηση σε μεταβολές που μπορούν να λάβουν μόνιμο χαρακτήρα και να αλλάξουν ριζικά το επαγγελματικό τοπίο. Καθώς η αγορά εργασίας βρίσκεται ήδη σε μία περίοδο αναδιαμόρφωσης, τα πορίσματα της έρευνας Workmonitor της Randstad υπογραμμίζουν ότι η επιστροφή στον χώρο εργασίας δεν θα είναι ποτέ ίδια. Παρ’ όλα αυτά, τη στιγμή που οι επιχειρήσεις αδυνατούν να προσελκύσουν νέα ταλέντα παρατηρείται ότι οι εργοδότες δεν προσανατολίζονται αντίστοιχα προς την ικανοποίηση των αναγκών τους.
Οι Έλληνες εργαζόμενοι δηλώνουν ως σημαντική προτεραιότητα το ευέλικτο ωράριο (85%) και την ευελιξία στον χώρο εργασίας (79%), εντούτοις μόνο το 35% των ερωτηθέντων αισθάνεται ότι έχει ευελιξία ως προς τον χώρο και μόνο το 44% ως προς τον χρόνο εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, οι ευέλικτες πολιτικές στον χώρο εργασίας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων καριέρας, αφού το 28% των ερωτηθέντων εργαζομένων δήλωσαν ότι θα αρνούνταν μια θέση εργασίας που δεν θα τους παρείχε ευελιξία στον τόπο εργασίας, ενώ το 34% δεν θα δεχόταν μια θέση εργασίας χωρίς ευελιξία στο ωράριο εργασίας τους.
Τα βασικά στοιχεία των 12 τελευταίων μηνών, αναφορικά με τις αποδοχές και τις παροχές προς τους εργαζόμενους, διαμορφώνονται ως εξής:
- Το 26% των εργαζομένων έχουν λάβει αύξηση στις οικονομικές τους αποδοχές.
- Το 15% των εργαζομένων έχουν λάβει αυξημένες παροχές (χορήγηση ετήσιας άδειας, υγειονομική περίθαλψη, σύνταξη, κ.λπ.).
- Το 12% των εργαζομένων έχουν λάβει αυξημένη στήριξη για τις οικογένειες και τα εξαρτώμενα μέλη (στήριξη για τη φροντίδα των παιδιών, γονική άδεια, άδεια φροντίδας).
- Το 21% των εργαζομένων έχουν λάβει αυξημένες ευκαιρίες επαγγελματικής κατάρτισης ή ανάπτυξης.
Οι νεότερες γενιές εργαζομένων δίνουν προτεραιότητα στις αξίες τους
Το 52% της Gen Z και το 50% των Millennials δεν θα δέχονταν μια πρόταση εργασίας σε μια εταιρεία που θα ήταν αντίθετη με τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές πεποιθήσεις τους, σε σύγκριση με το 40%της γενιάς των Baby Boomers.Οι Έλληνες εργαζόμενοι που ανήκουν στη γενιά της Gen Z και των Millennials αξιολογούν σε μεγάλο βαθμό τη συμβατότητά τους με την κουλτούρα της εταιρείας, θεωρώντας ιδιαίτερης σημασίας η εργασία τους να συμβαδίζει με τις προσωπικές τους αξίες.
- Το 53% της Gen Z και το 42% των Millennials δήλωσαν ότι δεν θα εργάζονταν σε μια επιχείρηση που δεν καταβάλλει προληπτικές προσπάθειες για τη βελτίωση των δεικτών ενσωμάτωσης της διαφορετικότητας και της ισότητας, σε σύγκριση με το 31% των Baby Boomers.
Προτεραιότητα η συνεχής εκπαίδευση και κατάρτιση των εργαζομένων
Από την έναρξη της πανδημίας, καταγράφεται με σαφήνεια ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός έχει αλλάξει το επιχειρηματικό μοντέλο λειτουργίας και τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ζουν και εργάζονται.
Αναντίρρητα, το μέλλον της εργασίας θα συνεχίσει να καθορίζεται από την τεχνολογία που φαίνεται να κυριαρχεί σε όλες τις πτυχές της ζωής. Βάσει αυτού και προκειμένου να συμβαδίσουν με τις ραγδαίες αυτές αλλαγές, οι εργαζόμενοι χρειάζεται να ξεκινήσουν μια διαδικασία συνεχούς εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης.
Το 87% των Ελλήνων εργαζομένων, σε όλες τις ηλικίες, δηλώνουν ότι η πρόσθετη κατάρτιση και ανάπτυξη είναι σημαντική για την καριέρα και το μέλλον τους (76% παγκοσμίως). Οι Έλληνες εργαζόμενοι είναι πρόθυμοι να εξελίξουν τις τεχνικές και κοινωνικές δεξιότητές τους, για να προωθήσουν την καριέρα τους και να δώσουν προστιθέμενη αξία στην επαγγελματική και προσωπική τους ανάπτυξη. Το 61% του δείγματος δήλωσε ότι η εταιρεία στην οποία εργάζονται τους παρέχει τις κατάλληλες ευκαιρίες κατάρτισης και ανάπτυξης που χρειάζονται για την εξέλιξή τους.
«Τα αποτελέσματα του πρώτου Workmonitor της Randstad για το 2022 θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως αφύπνιση για τις επιχειρήσεις και τους εργοδότες. Όπως αποδεικνύεται, μια μεγάλη μερίδα εργαζομένων στην Ελλάδα έχουν επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές τους, με τις νεότερες γενιές να εκφράζουν φανερά την ανάγκη για προσωπική ολοκλήρωση, ενώ παράλληλα δεν φοβούνται να αποχωρήσουν από την εργασία τους αν δεν ανταποκρίνεται πλέον στις ανάγκες και τις αξίες τους. Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται πιο αναγκαίο από ποτέ για τις επιχειρήσεις να επανεξετάσουν το πλαίσιο προσέλκυσης και διατήρησης ταλέντων, αφού το πρότυπο καριέρας της νεότερης γενιάς εργαζομένων έχει αλλάξει δραστικά και το κοινωνικό περιβάλλον έχει συμβάλει σημαντικά στη διαμόρφωση διαφορετικών αξιών», σημειώνει η κυρία Leigh Ostergard, Διευθύνουσα Σύμβουλος, Randstad Ελλάδας.
- Προηγούμενο Παροχές υγείας: Προθεσμία 12 ημερών για εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες με χρέη
- Επόμενο Στη Φλώρινα κλιμάκιο της Διεύθυνσης Αποκατάστασης Επιπτώσεων Φυσικών Καταστροφών Βορείου Ελλάδος