Αδυσώπητες μνήμες…Γρεβενά, 11 Φεβρουαρίου 1956…Βαρυχειμωνιά *Της Μαρίας Καραγιάννη
Το παρακάτω κείμενο που επαναδημοσιεύω, επιμελήθηκα η ίδια κατόπιν συγκλονιστικής, προσωπικής αφηγήσεως του αείμνηστου συζύγου μου και το αποτείνω ως ελάχιστο ΦΟΡΟ ΤΙΜΗΣ στους εκλιπόντες μικρούς μαθητές- θύματα του χιονιά….
Αδυσώπητες μνήμες……..
Γρεβενά, 11 Φεβρουαρίου 1956…..
Βαρυχειμωνιά!
Το χιόνι περίπου ένα μέτρο και να, που το γύρισε σε βροχή , μια παγωμένη διαπεραστική βροχή που σε τρυπούσε ως το κόκαλο.
Με δυσκολία φτάσαμε στο σχολείο.
Οι γαλότσες μας βρεγμένες, τα πόδια μας παγωμένα…. χιόνια, βροχή ως τα μπατζάκια μας.
Περίοδος εξετάσεων στο γυμνάσιο.
Με ξυλιασμένα χέρια γράψαμε…..αρχαία ελληνικά….καλά τα πήγαμε…εγώ τουλάχιστον πολύ καλά ….ήμουν καλός στα φιλολογικά….το κρύο δεν μας πτόησε….. άλλωστε συνηθισμένα τα βουνά απ΄τα χιόνια….
Το χωριό μου ορεινό, είκοσι χιλιόμετρα από την πόλη. Δεν ήταν λίγες οι φορές που διασχίζαμε σχεδόν όλο το δρόμο με χιονοθύελλες, με μπόρες και με τους λύκους να ουρλιάζουν…Οι γονείς μας κτηνοτρόφοι και μεις, ζητούσαμε νέους ορίζοντες. Θέλαμε να μάθουμε γράμματα και, ας υπήρχαν τόσες δυσκολίες, μελετώντας μέσα σε υγρά υπόγεια με το φως της γκαζόλαμπας……και ο καιρός, λες και, μας πήγαινε κόντρα!
Τα καυσόξυλα μας τελείωσαν… το φαγητό, ας μη το θυμάμαι…….ούτε ξερό ψωμί….και το χωριό μας αποκλεισμένο…….
Για καλή – κακή μας τύχη, κάποιοι λειτουργοί φρόντισαν για μας…..
* τα παιδιά των αποκλεισμένων – ορεινών χωριών, θα σιτίζονται στην παιδόπολη (Π.Ι.Κ.Π.Α), έως ότου περάσει η βαρυχειμωνιά και η εξεταστική περίοδος*
Τί ικανοποίηση για μας, επιτέλους θα είχαμε ένα πιάτο ζεστό φαΐ στις δύσκολες μέρες του χιονιά……
Ο Γιώργος και ο Στέργιος, δυο τάξεις πιο πάνω από μένα, εμφανίστηκαν σχετικά γρήγορα στο διάδρομο του σχολείου, με χαρούμενη όψη που δήλωνε ικανοποίηση, ως προς το μάθημα που διαγωνίστηκαν…
Ήταν τα παιδιά που μέναμε στο ίδιο δωμάτιο.
Ο Γιώργος, πρώτος ξάδερφός μου, ο Στέργιος φίλος και συγχωριανός μου, μας συνέδεε απ΄τα μικρά –παιδικά μας χρόνια μια άδολη, αδελφική φιλία.
Τρίψαμε τα χέρια μας από χαρά, από κρύο….δεν ξέρω.
Σταθήκαμε στα προπύλαια του σχολείου μας αρκετή ώρα, χοροπηδώντας απ΄το πολύ κρύο και μαζί με άλλους συμμαθητές που ήταν στην ίδια μοίρα με μας, περιμέναμε….τί περιμέναμε! ….. την πολυπόθητη ώρα , την ώρα του φαγητού! εξάλλου μια αχνιστή μυρωδιά, επί ώρα, γαργαλούσε τα ρουθούνια μας….. ερχόταν από τo μαγειρείο της παιδόπολης…..
Η παιδόπολη στεγαζόταν σ΄ένα μακρόστενο στρατιωτικό τολ σε κοντινή απόσταση από το γυμνάσιο (το γυμνάσιο στεγαζόταν στο σημερινό, Α΄ Δημοτικό σχολείο)
Το ΤΟΛ ήταν κυριολεκτικά σκεπασμένο με χιόνι, η στέγη του βαρυφορτωμένη……
Επιτέλους, μεσημέριασε.
Πατώντας ένας, ένας στις δρασκελιές του άλλου, τινάξαμε τα κολλημένα χιόνια από τις γαλότσες μας και χαριτολογώντας πιάσαμε τις θέσεις μας.
Στο μακρόστενο τολ ήταν τοποθετημένα στη σειρά περίπου τριάντα τραπέζια – πάγκοι . Τα παιδιά γύρω στα διακόσια.
-Φέρτε τα πιάτα σας παιδιά…. ακούστηκε η φωνή του μάγειρα, ενός καλοκάγαθου ανθρώπου που πάντα φρόντιζε να μας γεμίζει το πιάτο και περίσσευμα μας έβαζε, αν χρειαζόταν…
-έχουμε μανέστρα ,σήμερα…. τα ζυμαρικά ξέρω ότι τ΄αγαπάτε …ελάτε τώρα πού ‘ναι ζεστή αχνιστή πάρτε και μπόλικο ψωμί….και ελιές….
Κόκκινη, λαχταριστή μανέστρα και μια πείνα!
Ο Στέργιος κάθισε δίπλα μου και ο Γιώργος απέναντί μου.
Πήραμε ,ανυπόμονα, τα κουτάλια στα ξυλιασμένα χέρια μας…..
δεν προλάβαμε να γευτούμε τη νοστιμιά της μανέστρας……….
με την πρώτη κουταλιά άρχισε να αιωρείται σύννεφο σκόνης και ασβέστης στο στρατιωτικό τολ.
κομμάτια από σοβάδες έπεσαν στα πιάτα μας…..
ένα δυνατό τρίξιμο πάγωσε την ήδη παγωμένη καρδιά μας.
τα μάτια μας έκπληκτα, στράφηκαν στο ταβάνι……
καδρόνια, μαδέρια, σίδερα, τσίγκοι και χιόνια κατέρρεαν…..
κουτάλια και μανέστρες έφυγαν από τα χέρια μας….
κραυγές, αλαλαγμοί, πανικός και αδιέξοδο…σε χρόνο ανύποπτο.
Άλλα παιδιά έτρεξαν προς την πόρτα, άλλα κρύφτηκαν κάτω από τους πάγκους, άλλα εγκλωβίστηκαν στα ημικύκλια καθώς το ταβάνι υποχώρησε και κατέρρευσε στο κέντρο του τολ….
Σειρήνες και καμπάνες σήμαναν συναγερμό….στρατιώτες και πολίτες με φτυάρια και αξίνες προσπαθούσαν να μας απεγκλωβίσουν….
Βγήκα και γω συρόμενος, μουδιασμένος, τρομαγμένος, ασβεστωμένος κρατώντας τον δεξιό αγκώνα μου.
Τραβήχτηκα προς το φράχτη…περίμενα …τί περίμενα δεν ξέρω…δεν ήθελα να με πάρει το φορείο …έσφιξα το χέρι μου και είπα μέσα μου…. ότι είμαι καλά!
έτρεξα απεγνωσμένα κι ας πονούσα… έψαχνα μες στο πλήθος …έψαχνα για το Γιώργο… για το Στέργιο…
ένα γοερό κλάμα ερχόταν από κάποιο φορείο…. ήταν ο Γιώργος ο ξάδερφός μου… τον αναγνώρισα, ήταν τραυματισμένος …ανατρίχιασα …….παραπέρα άλλα παιδιά
ο Γιάννης, ο Κώστας, ο Νίκος, ο Χρήστος, ο Αβραάμ, ο….., ο….., ο….., ο….., …..
όλα τραυματισμένα!
Πόνεσε η ψυχή μου, λύγισαν τα γόνατά μου …αλλά κρατήθηκα, κρατήθηκα για τον φίλο μου, τον φίλο μου το Στέργιο, κάπου θα τον δώ……έψαχνα απεγνωσμένα…..
δεν τον έβλεπα όμως, πουθενά!
Κάποιος με χτύπησε στον ώμο…
ταράχτηκα …ήταν ο καθηγητής μου…
-Βασίλη παιδί μου, αν δεν κάνω λάθος είσαι από το Μέγαρο….. μου είπε, με φωνή τρεμάμενη……
-πρέπει να ειδοποιήσουμε τους γονείς του συγχωριανού σου…..
Κατέρρευσα……
Κάποιοι φώναξαν ….σκεπάστε τα παιδιά…..
Ο Στέργιος ο φίλος μου, ο Σάκης , ο Νίκος έτρεξαν γρήγορα…πολύ γρήγορα…… διψούσαν για ζωή…….
δεν πρόλαβαν να τη γευτούν …….….κι ήταν μόλις δεκαπέντε χρονών……
- Προηγούμενο Γρεβενά: Η πόλη τίμησε τους τρεις μικρούς μαθητές που καταπλακώθηκαν από την κατάρρευση στρατιωτικού ΤΟΛ το 1956 (Βίντεο – Φωτογραφίες)
- Επόμενο Πως τα φέρνει ο καιρός … *Του Θανάση Τσιαμήτρου