Ένα αφιέρωμα στην αγία μορφή της: ” Χαίρε, αυγή μυστικής ημέρας…”
Όσο ανεπαίσθητα, γλυκά και λαμπρά προβάλλει η αυγή και εισάγει στον κόσμο τη φυσική μέρα, άλλο τόσο μια άλλη αυγή, μια αγνή και υπέροχη ύπαρξη, θα γινόταν για τον κόσμο το ξημέρωμα της μυστικής ημέρας.
Μιας μέρας ανέσπερης.
Χωρίς δύση.
Χωρίς βασίλεμα.
Είναι η Μαρία. Η Δέσποινα. Η αρχόντισσα.
Και τυχερός όποιος στη ζωή του την αναγνώρισε.
Και είναι επίσης βδέλυγμα, σιχαμερός, όποιος έγινε το φερέφωνο του σατανά και βρωμίζει το στόμα του βλαστημώντας την
Η Παναγία είναι η ενσάρκωση της αγνότητας, της υπέρλαμπρης καθαρότητας, η απόλυτη έκφραση της παρθενίας, αλλά και της μητρότητας.
Η τρισχαριτωμένη κόρη που στα δεκαέξι της χρόνια, κατά την παράδοση, υποδέχτηκε στους κόλπους της το μεγάλο απεσταλμένο των Ουρανών.
Είναι το ουράνιο τόξο με όλες τις δεσμίδες των αρετών.
Στεκόμαστε ωστόσο μόνο σε μια.
Ουσιαστική και θεμελιώδη για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων.
Κι αυτή είναι η ταπείνωση.
Η ταπείνωση δεν ταυτίζεται και δεν εκφράζεται με την ταπεινόσχημη και ευσεβοφανή συμπεριφορά, αλλά είναι η αρετή που έχει υπόβαθρο την αυτογνωσία.
Είμαι ταπεινός σημαίνει ότι ξέρω τις αρετές μου και δεν υπερηφανεύομαι, και τις αδυναμίες μου και δεν τις δικαιολογώ ούτε τις υπερκαλύπτω, για να μη φαίνονται.
Ούτε τις αφήνω να κυριαρχήσουν στην ψυχή και στο νου μου και να τα διαφθείρουν.
Με φθαρμένο το νου και την ψυχή φτάνουμε και στο σημείο να θεωρούμε, μέχρι και να προβάλλουμε, αδυναμίες μας ως αρετές.
Αντίθετα όταν ξέρουμε τι είναι σωστό και τι όχι, συντονίζουμε τις ψυχικές δυνάμεις, ώστε τις μεν αρετές να τις καλλιεργούμε, τις δε αδυναμίες μας να τις πολεμούμε.
Η ταπείνωση της Μαρίας ήταν μοναδική.
Δεν είχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της.
Δεν αλαζονευόταν για τον ενάρετο χαρακτήρα της.
Δεν υποτιμούσε και δεν έβλεπε κανέναν κατώτερό της, όποιος κι αν ήταν αυτός.
Αυτή η αρετή αυτό το σήμα αναγνώρισης έχει, ότι δεν υπερηφανεύεται κι όταν ακόμα βλέπει ότι ξεπερνά τους άλλους σε χαρακτήρα, σε πλούτο, σε τιμή, σε υπηρεσία και αξίωμα, σε καταγωγή, σε μόρφωση.
Επίσης ομολογεί το λάθος της, όταν το διαπιστώνει, και ζητάει και συγγνώμη απ’ όποιον αδίκησε – αν βέβαια αυτό δε δημιουργεί βαθύτερο ρήγμα στις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους.
Η ψυχή που την έχει δεν απελπίζεται κιόλας, όταν μια αδυναμία της την οδηγεί σε πτώση.
Και πάνω απ’ όλα δεν παραλογίζεται και δε φουσκώνει απ’ τα χειροκροτήματα και τους επαίνους άλλων, που μπορεί να είναι και από υπολογισμό.
Η ταπείνωση της Παναγίας φαίνεται σ’ όλο της το μεγαλείο, όταν ο άγγελος της μεταφέρει το μήνυμα ότι ο Θεός της αναθέτει ένα μοναδικό ρόλο και διαλέγει αυτήν, την απαράμιλλη ανάμεσα στις γυναίκες όλου του κόσμου και όλων των αιώνων, να φέρει στον κόσμο το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, το Λόγο του Θεού.
Να Του δανείσει τη σάρκα της, για να σκηνώσει και να περπατήσει ανάμεσα στους ανθρώπους, να τους συναναστραφεί και να τους ζήσει από κοντά.
Και οι ίδιοι να Τον ψηλαφήσουν και να Τον αναγνωρίσουν.
Έτσι η Μαρία θα γινόταν η γέφυρα που θα ένωνε τον ουρανό με τη γη.
Η ουράνια σκάλα, απ’ την οποία θα κατέβαινε στη γη ο Θεός και με την οποία θα ανέβαιναν οι άνθρωποι από τη γη στον ουρανό.
Η μητέρα που θα κυοφορούσε το Βασιλέα του παντός.
Το κοχύλι που θα είχε μέσα του το πολύτιμο Μαργαριτάρι.
Το αμάραντο τριαντάφυλλο και το κρίνο με το μεθυστικό άρωμα της Θεότητας του παιδιού της.
Το Λυκαυγές του ήλιου Χριστού.
Αυτή που θα γεννούσε την Οδό της ζωής και θα έσωζε τον κόσμο απ’ τον κατακλυσμό της αμαρτίας, όπως ακούμε, μαζί με άλλα πολλά, στον Ακάθιστο Ύμνο.
Η Μαρία σίγουρα θα βρισκόταν σε έκσταση, όταν της μιλούσε ο άγγελος, αλλά έχοντας συνείδηση του τι της συμβαίνει, πολύ συνετά – να ένα άλλο γνώρισμα της ταπείνωσης – και σεμνά, τον ρωτάει: ‘πώς μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο, αφού άντρα δε γνωρίζω;’.
Δεν είχε συλλάβει ακόμη το μυστήριο των μυστηρίων του Θεού.
Ό,τι μυαλό ανθρώπου δεν μπορούσε να το ερμηνεύσει.
‘Το Πνεύμα το Άγιο θα σε σκιάσει και θα σε περιβάλλει, για να σαρκωθεί στη μήτρα σου ο Λόγος του Θεού’.
Ήταν αδιανόητο και ανέκφραστο αυτό το μυστήριο, αλλά αφού το θέλει το σχέδιο του Θεού για τον άνθρωπο, αυτή δεν έχει λόγο να μην το δεχτεί.
Με ανυπέρβλητης αξίας υπακοή αποδέχεται ταπεινά το θέλημά Του: ‘ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου.
Αφήνω τον εαυτό μου στα χέρια Του.
Ας γίνει όπως μου είπες’.
Από τη μια το βάθος της δικής της ταπείνωσης κι από την άλλη το ύψος στο οποίο την ανεβάζει ο Θεός.
Γίνεται από τότε η λατρεμένη μητέρα του Θεανθρώπου και η πανανθρώπινη μητέρα.
Ο Θεός υψώνει και τιμά με μοναδικό τρόπο τις ψυχές που κάνουν τα έργα τους αθόρυβα.
Που δεν αφήνουν καν υπερήφανο λογισμό να τους περάσει από το νου.
Που κρατούν πράο και ήρεμο τον εαυτό τους.
Που δεν εμπιστεύονται τον εαυτό τους χωριστά από το Θεό.
Που δε γογγύζουν και δεν πικραίνουν.
Που ξέρουν να δικαιολογούν τους πεσμένους και τους αδύνατους.
Που δε ρίχνουν την πέτρα του αναθέματος σε κανέναν.
Που δε θέλουν να εξουσιάζουν τους άλλους με αυταρχισμό και καταδυνάστευση, αλλά που τους αφοπλίζουν με το παράδειγμά τους.
Που ξέρουν να υπομένουν χωρίς να καταπιέζουν τα συναισθήματά τους.
Που μπορούν να κοιτάνε τη δουλειά τους και δε σχολιάζουν επικριτικά τους άλλους.
Που διψούν τη δικαιοσύνη του Θεού στη γη και προσεύχονται σιωπηλά, αλλά και κραυγαλέα σ’ Αυτόν για τον πεσμένο άνθρωπο.
Που.., που.., που…
Που μπορούν γι’ αυτή την αρετή να συμβουλεύονται το παράδειγμα της παναγίας κόρης της Ναζαρέτ, της οποίας η ζωή όλη ήταν πολύ ταπεινή και γι’ αυτό μεγαλειώδης.
Ήταν το κρυμμένο Λουλούδι, που όμως μοσχομύριζε.
Αθόρυβη σ’ ό,τι έκανε κι ωστόσο το πρόσωπό της είλκυε σαν το μαγνήτη.
Ηλεκτρομαγνητικό πεδίο η παρουσία της δίπλα στον Υιό της.
Η ιστορία του κόσμου της αναγνώρισε μοναδικότητα στην αγιότητα γι’ αυτό ακριβώς, ότι στη γη δεν επεδίωξε την προβολή. Τις επευφημίες. Την καταξίωση.
Πέρασε απαρατήρητη. Μυστικά. Αθόρυβα.
Έτσι έμεινε στο χρόνο να την αναγνωρίσει.
Και την αναγνώρισε.
Γιατί ήταν αληθινή και γεμάτη.
Ο επιφανειακός άνθρωπος κάνει θόρυβο. Σαν τον κροταλία.
Ο αληθινός είναι σαν το μεγάλο ποτάμι που δε βουίζει. Γιατί έχει περιεχόμενο.
Και η Παναγία είχε ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ.
Τη μυστική μέρα μέσα της και δίπλα της.
Ήταν η αυγή της έλευσης του Θεού και παιδιού της.
Ας την ευλαβούμαστε, όπως της αξίζει και όπως την υμνεί η Εκκλησία μας.
Κοντά σ’ Αυτόν.
Τον Ιησού και Κύριό μας.
Αμήν
(αναδημοσιεύεται)
Ζιώγα Κατερίνα
Εκπαιδευτικός
- Προηγούμενο Το Μουσικό Σχολείο Σιάτιστας διοργανώνει συναυλία αλληλεγγύης
- Επόμενο Πώς μπορούν οι ανασφάλιστοι να βγάλουν βιβλιάριο υγείας