Ο θρήνος ο δικός της… – Της Κατερίνας Ζιώγα
Η μητέρα του Θεανθρώπου, η Μαρία, ως παιδί του Αδάμ και της Εύας, πέρασε κι αυτή απ΄την κοιλάδα του κλαυθμώνος και των δακρύων, που είναι η γη μας.
Ο προφήτης Συμεών μάλιστα της είχε προείπει ότι την καρδιά της θα τη διαπεράσει δίκοπο μαχαίρι.
Ότι θα δοκίμαζε έναν οξύτατο πόνο.
Μια ανείπωτη δοκιμασία.
Και ο σταυρός του παιδιού της τής τρύπησε πράγματι την καρδιά.
Έπρεπε όμως κι αυτή να πονέσει, για να μας θυμάται εκεί πάνω στους ουρανούς όλους τους ανθρώπους και να δέεται παντοτινά για τα βάσανα του καθενός μας.
Μόνο που ο δικός της πόνος στη γη ήταν ο βαρύτερος…
Ανθρωπίνως αβάσταχτος.
Γιατί η καταδίκη του Ιησού της ήταν κατάφορα άδικη και την προκάλεσε ο φθόνος και η αχαριστία των ομοεθνών Του.
Όσο όμως πιο πνευματικός και άγιος είναι ο άνθρωπος, τόσο πιο ψηλός και ο σταυρός του.
Αλλά ας την παρακολουθήσουμε στις πιο συγκλονιστικές της στιγμές πλάι στο γιο της, που τις βίωσε συνοδεύοντας τον Κύριο στην αιματηρή πορεία προς το Γολγοθά, όπου εκτελέστηκε το μεγαλύτερο έγκλημα από τον άνθρωπο.
Δεν έχουμε γραπτές πληροφορίες για το πού ήταν, όταν ο Χριστός έδινε τις τελευταίες παραγγελίες στους μαθητές Του, πριν συλληφθεί.
Όταν τους κοινωνούσε.
Όταν Τον πρόδωσε ο Ιούδας, όταν Τον συνέλαβαν, όταν Τον δίκαζαν, όταν Τον καταδίκασαν.
Όταν έσερνε το Σταυρό Του.
Τη βρίσκουμε μόνο κάτω από το σταυρό του γιου της μαζί με τον πεφιλημένο και αφοσιωμένο μαθητή Του, τον Ιωάννη.
Το θέαμα σκληρό.
Βλέπει το γλυκύ της Ιησού κρεμασμένο γυμνό μεταξύ ουρανού και γης.
Αυτόν που ντύνει τα αγριολούλουδα με την πιο όμορφη φορεσιά και ο ίδιος έχει το φως ως ένδυμα.
Τον βλέπει καταδικασμένο στην πιο ατιμωτική τιμωρία, το θάνατο με σταυρό, ως κακούργο.
Αυτόν που πέρασε τη ζωή Του στη γη σκορπώντας ευεργεσία και ελπίδα.
Βλέπει να Τον χλευάζουν και να Τον βρίζουν, αυτοί για τους οποίους ανέβηκε πάνω στο σταυρό.
Τον βλέπει χωρίς κάλλος και ομορφιά. Αυτόν που είναι η αιώνια ομορφιά και ξεπερνάει σε κάλλος όλους τους θνητούς.
Η γραφή για όλα αυτά δεν αναφέρει την αντίδρασή της.
Η εκκλησιαστική μούσα όμως της αφιέρωσε αριστουργήματα ποιητικά και προσπάθησε με ύμνους να συλλάβει και να αποδώσει το μητρικό της πόνο.
Για τη στιγμή που οδεύει ο Κύριος στο Γολγοθά το βράδυ της Μ.Πέμπτης, ακούμε να ψάλλεται στην Εκκλησία
( σε ελεύθερη μετάφραση και με διασκευή ):
”Βλέποντας η Μαρία το γιο της να σέρνεται στο θάνατο, όπως η αμνάδα το αρνάκι της στη σφαγή, ακολουθούσε κι εκείνη μαζί με άλλες γυναίκες και βασανισμένη από τον πόνο, φώναζε δυνατά: πού πας, παιδί μου. Για ποιον κάνεις αυτό το γρήγορο δρόμο;μήπως πας για δεύτερο γάμο στην Κανά και βιάζεσαι να κάνεις το νερό κρασί;
Να έρθω μαζί σου, παιδί μου, ή καλύτερα να σε περιμένω;
Απάντησέ μου, Λόγε του Θεού.
Μη με προσπεράσεις χωρίς να μου μιλήσεις, εσύ που με φύλαξες αγνή. Γιατί είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου”.
Μπρος στη θέα του Σταυρού του Κυρίου σε τροπάριο του εσπερινού τη Μ. Παρασκευή ακούμε για την Παναγία μητέρα Του:
”Σήμερα, καθώς Σε αντίκρυσε, Λόγε του Θεού, κρεμασμένο πάνω στο Σταυρό η άμεμπτη Παρθένος, με πόνο στα σπλάχνα της και με βαθιά πίκρα στην καρδιά, στενάζοντας απ΄τα βάθη της ψυχής της κατακόπτει το πρόσωπό και τις τρίχες του κεφαλιού της και με οδυρμούς λέγει: αλίμονό, θείο μου παιδί, αλίμονό μου, φως του κόσμου. Γιατί χάθηκες απ΄τα μάτια μου, αμνέ του Θεού;…”.
Και σε άλλο επίσης:
”Η μητέρα σου, Χριστέ, που σε γέννησε ασπόρως, όταν είδε εσένα το Θεό και Δημιουργό των όλων κρεμασμένο στο ξύλο του σταυρού, κραύγαζε πικραμένη: παιδί μου, που εξαφανίστηκε η ομορφιά του προσώπου σου; δεν αντέχω να σε βλέπω να σταυρώνεσαι άδικα”.
Οι παρακάτω στίχοι εξάλλου απ΄τα εγκώμια της Μ.Παρασκευής, που αναφέρονται στον πόνο και το σπαραγμό της Παναγίας μητέρας, μάς μεταφέρουν πάραυτα κι αυτοί στα γεγονότα του Γολγοθά και στον ενταφιασμό του Κυρίου από τον Ιωσήφ και το Νικόδημο:
”ποιος θα μου δώσει νερό και ποτάμι δάκρυα, για να κλάψω το γλυκό μου Ιησού;” και
” είμαι η μόνη από τις γυναίκες, παιδί μου, που σε γέννησα χωρίς πόνους, αλλά τώρα νιώθω αβάσταχτο πόνο για το πάθος σου”.
”Βλέποντας, Κύριε, η μητέρα σου να ποτίζεσαι με πικρή χολή, συ που είσαι η γλυκύτητα του κόσμου, βρέχει με δάκρυα καυτά το πρόσωπό της”.
”Δες τον αγαπημένο σου μαθητή και τη μητέρα σου και μίλησέ μας, γλυκύτατό μου παιδί, έλεγε κλαίγοντας η αγνή”.
”Αυτά, λοιπόν μου ανήγγειλε ο Γαβριήλ, όταν πέταξε κάτω και είπε ότι η Βασιλεία του παιδιού μου Ιησού θα είναι αιώνια;”.
”Αλίμονο,έχει εκπληρωθεί η προφητεία του Συμεών, γιατί το δικό σου δίκοπο μαχαίρι διαπέρασε την καρδιά μου, Εμμανουήλ”.
”Βλέποντάς σε, Λόγε η μητέρα σου να είσαι ξαπλωμένος νεκρός, θρηνούσε όπως όλες οι μανάδες: γλυκιά μου άνοιξη, γλυκύτατό μου παιδί, πού έσβησε η ομορφιά σου; φως των ματιών μου, γλυκύτατό μου παιδί,πώς τώρα σε καλύπτει ο τάφος;”.
”Δοξάζω, παιδί μου, την ανέκφραστη ευσπλαχνία σου, που για χάρη της υποφέρεις αυτά”.
”Βιάσου ν΄αναστηθείς για να δω κι εγώ την εκ νεκρών τριήμερη έγερσή σου, έλεγε η μητέρα σου κι έχυνε δάκρυα ”.
Κι όπως, όταν η γυναίκα γεννάει, έχει πόνους και ωδίνες, αλλ΄όταν γεννηθεί το παιδί, τα ξεχνάει όλα, έτσι και η Δέσποινά μας ύστερα απ΄αυτές τις πανδύσκολες ώρες χαίρεται αιώνια τώρα πια στους ουρανούς κοντά στο Υιό της. Το νικητή του πόνου και του θανάτου.
Που πεθαίνοντας στο σταυρό ανέτρεψε και λεηλάτησε το κράτος του διαβόλου.
Που μας χάρισε τη λύτρωση και με τις πρεσβείες της πανάγιας μητέρας Του κάνει από τότε ανάλαφρο και το δικό μας σταυρό.
Ας δοξάζουμε παντοτινά τον Κύριό μας και ας ευχαριστούμε αιώνια και κείνη.
Ζιώγα Κατερίνα
Εκπαιδευτικός
- Προηγούμενο Ο καθηγητής Γεώργιος Κοντογιώργης στα Γρεβενά
- Επόμενο Κρίσεις στην ΕΛ.ΑΣ -Ποιοι αντιστράτηγοι, υποστράτηγοι, ταξίαρχοι μένουν και ποιοι φεύγουν – Παραμένει ο Υποστράτηγος Βάιος Χονδρός