Ανυπακοή και ψυχολογία
Σε μια έρευνα που οδήγησε σε ανατριχιαστικά συμπεράσματα (Hoffling, 1966), οι ερευνητές πήραν τηλέφωνο νοσηλεύτριες που εργάζονταν σε νοσοκομεία και τους ζήτησαν να χορηγήσουν μια μεγάλη ποσότητα (διπλάσια από τη υποτιθέμενη συνιστώμενη) από ένα άγνωστο φάρμακο σε ασθενείς, δηλώνοντας πως είναι γιατροί. Ο κανονισμός του νοσοκομείου ρητά απαγόρευε την χορήγηση μη εγκεκριμένων φαρμάκων (ακόμη και αν ήξεραν ποιος είναι ο γιατρός που ζήτησε την χορήγησή τους).
Τα αποτελέσματα ήταν συντριπτικά: 21 από τις 22 νοσοκόμες υπάκουσε και έδωσε τα χάπια (που στην πραγματικότητα βέβαια ήταν χάπια placebo – δηλαδή φτιαγμένα από ζάχαρη) στους υποτιθέμενους ασθενείς. Όταν οι ερευνητές ρώτησαν άλλες νοσοκόμες εάν θα έκαναν κάτι τέτοιο εφόσον τους το ζητούσε ένας γιατρός, σχεδόν όλες απάντησαν πως όχι. Δηλαδή όχι μόνο υπάκουσαν στον “ανώτερο” όταν τους ζήτησε κάτι κατάφωρα αντίθετο με τους κανονισμούς – μα επιπλέον δεν είχαν συναίσθηση του πόση επιρροή έχει επάνω τους ένας “ιεραρχικά ανώτερος”.
Ο Eichman πριν τη δίκη του
Το πείραμα αυτό είναι εμπνευσμένο από τα ιστορικά πειράματα του Millgram, που πραγματοποιήθηκαν στην αρχή της δεκαετίας του ’60: Ήταν η εποχή που ξεκινούσε η δίκη του Eichman, του ανώτατου αξιωματικού των Ναζί που ήταν υπεύθυνος για την μεταφορά και εξόντωση εκατομμυρίων αμάχων με συστηματικό τρόπο στα λεγόμενα στρατόπεδα θανάτου.
Το ερώτημα που απασχολούσε την κοινή γνώμη ήταν εάν είναι πραγματικά δυνατό να είχε πραγματοποιηθεί το Ολοκαύτωμα λόγω του ότι απλώς “εκτελούσαν διαταγές” οι υφιστάμενοί του. Είναι δηλαδή τόσο ισχυρή η παρόρμηση να υπακούσουμε όποια/ο θεωρούμε ανώτερο και επιπλέον, πόσο μακρυά μπορεί να φτάσει αυτή η υπακοή; Φυσικά οι μηχανισμοί συμμόρφωσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως η μοναδική εξήγηση του Ολοκαυτώματος – ωστόσο είναι μια σημαντική παράμετρος.
Ο Lee Ross (1988) ερμηνεύοντας τα αποτελέσματα του πειράματος του Millgram, είπε πως δεν σχετίζονται τόσο με την τυφλή υπακοή – όσο με την αδυναμία σταθερής αν-υπακοής: Εάν παρατηρήσετε το σχετικό βίντεο, θα δείτε πως οι συμμετέχοντες πολλές φορές ψελλίζουν ορισμένες ανησυχίες ή αντιρρήσεις για την διαταγή που τους δίνεται – όμως τελικά υποχωρούν. Δεν γνωρίζουν – (ούτε φυσικά έχουν ποτέ διδαχτεί συστηματικά) πως πρέπει να συμπεριφερθούν όταν δέχονται εντολές από τον ανώτερό τους που είναι όχι μόνο παράτυπες, μα ξεκάθαρα ανήθικες.
Λίγα χρόνια πριν από το πείραμα του Millgram, ένας άλλος ερευνητής πραγματοποίησε εντυπωσιακά πειράματα. Ο Asch, είχε δείξει την σημασία της ανυπακοής, ακόμη και από μια μικρή μειοψηφία, με τον εξής έξυπνο τρόπο: Οι ερευνητές παρουσίαζαν στον συμμετέχοντα γραμμές διαφορετικού μήκους και ύστερα ρωτούσαν ποια είναι μακρύτερη. Παρ’ όλο που ήταν προφανής η απάντηση, ο ερωτώμενος εξαναγκαζόταν να δώσει λάθος απάντηση, λόγω “κοινωνικής πίεσης”. Στην αίθουσα εκτός από τον συμμετέχοντα, υπήρχαν και άλλα άτομα (ερευνητές) που είχαν συνεννοηθεί και έδιναν συστηματικά λάθος απάντηση. Ο συμμετέχων ένιωθε την ανάγκη να “συμμορφωθεί” με την πλειοψηφία και να δώσει και αυτός λάθος απάντηση, όταν ομόφωνα οι υπόλοιποι έδιναν λάθος απάντηση. Όταν όμως, σε μια παραλλαγή του πειράματος, προστέθηκε στους ερωτώμενους ένας επιπλέον ερευνητής που είχε οδηγίες να δίνει την σωστή απάντηση, τα ποσοστά άλλαξαν ριζικά. Όσοι δηλαδή συμμετείχαν στο πείραμα με αυτές τις συνθήκες, είχαν πλέον το “θάρρος της γνώμης” να επιμείνουν σε αυτό που θεωρούσαν σωστό – παρ’ όλο που η συντριπτική πλειοψηφία έδινε την λάθος απάντηση. Η παρουσία ενός ακόμη ατόμου που δεν συμμορφωνόταν με την πλειοψηφία, ήταν αρκετή να προκαλέσει τη διαφορά. Θυμίζει ίσως το παραμύθι με τα “ρούχα του γυμνού βασιλιά”, όπου η αυθόρμητη φωνή ενός μικρού παιδιού αρκεί να ανατρέψει την σιωπή των του κοινού μπροστά στην ιεραρχικά ανώτερη μορφή του βασιλιά και να προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις που τελικά διαβρώνουν την τάση για συμμόρφωση.
Σήμερα είναι αδύνατο να πραγματοποιηθούν παρόμοια πειράματα, αφού ο νόμος απαιτεί να γνωρίζουν όλοι οι συμμετέχοντες τι ακριβώς περιλαμβάνει η πειραματική διαδικασία – ειδικά εάν ενδέχεται να τους ασκηθεί ψυχολογική πίεση. Ωστόσο ορισμένοι κοινωνικοί ψυχολόγοι κατάφεραν με έξυπνες παραλλαγές, να επαναλάβουν ορισμένες πτυχές των ιστορικών αυτών πειραμάτων. Λόγου χάρη πρόσφατα οι Brief et al (2000), επιχείρησαν να ελέγξουν εάν ύστερα από σχεδόν μισό αιώνα, έχει μειωθεί η έντονη τάση για άκριτη υπακοή στον ανώτερο. Για το λόγο αυτό, επέλεξαν φοιτητές ως συμμετέχοντες – μιας και η ιεραρχία καθώς και η απαίτηση υπακοής στον ακαδημαϊκό χώρο δεν είναι τόσο έντονα όσο σε ένα νοσοκομείο ή σε ένα εργαστήριο. Στο πείραμα των Brief et al, οι φοιτητές/τριες, κατόπιν απαίτησης του υπεύθυνου καθηγητή (που ήταν στην πραγματικότητα ερευνητής), έπρεπε υποτίθεται να προσλάβουν προσωπικό με βάση ξεκάθαρα ρατσιστικά κριτήρια. Τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά. Υπάκουσαν δηλαδή σε μεγάλο ποσοστό πρόθυμα στις εντολές του υποτιθέμενου καθηγητή, παρ’ όλο που ήταν προφανώς ανήθικες (αλλά και παράνομες). Πρόσφατα, ένας ακόμη ερευνητής θέλησε να ελέγξει εάν έχει αλλάξει το ποσοστό των ανθρώπων που είναι πρόθυμοι να συμμορφωθούν με καταφανώς απάνθρωπες διαταγές ιεραρχικά ανώτερων. Ο Jerry Burger κατάφερε να αναπαράγει ξανά το ιστορικό πείραμα του Millgram, παρατηρώντας πως, ύστερα σχεδόν από μισό αιώνα, δεν υπάρχει καμιά αλλαγή – είμαστε το ίδιο πρόθυμοι να βασανίσουμε αθώους συνανθρώπους μας, εφ’ όσον ένα πρόσωπο εξουσίας το απαιτεί από εμάς (ή να αδιαφορήσουμε για τον βασανισμό αθώων συνανθρώπων μας, εφ’ όσον άνθρωποι με κύρος/εξουσία είναι επίσης αδιάφοροι). Λεπτομέρειες στο σχετικό βίντεο στο τέλος του άρθρου.
Τα απογοητευτικά αποτελέσματα δεν σημαίνουν πως η τάση μας για συμμόρφωση είναι ας πούμε “γενετικά καθορισμένη” ή μια αμετάβλητη “ανθρώπινη φύση”. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που καθορίζουν την ισχύ αυτού του φαινομένου. Από συγκρίσεις με βάση διάφορα χαρακτηριστικά (φύλο, χώρα, μέγεθος πλειοψηφίας που ασκεί την πίεση), φαίνεται πως ο σημαντικότερος παράγοντας είναι η “κουλτούρα” – δηλαδή ένα εξ’ ορισμού κοινωνικό χαρακτηριστικό Bond&Smith(1996). Μάλιστα η ισχύς αυτού του παράγοντα είναι μεγαλύτερη από όλες τις άλλες που έλαβαν υπ ‘ όψη οι ερευνητές – ισχυρότερος ακόμη και από το μέγεθος της ομάδας (δηλαδή πόσοι είναι αυτοί που δίνουν τις λάθος απαντήσεις στο πείραμα του Asch). Αυτό σημαίνει πως η κατάλληλη εκπαίδευση θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά αυτή μας την τάση.
Ένα πρακτικό παράδειγμα μιας τέτοιας απόπειρας “αντιεξουσιαστικής εκπαίδευσης”, είναι η εξής διήγηση από έναν δάσκαλο: “Tην ώρα του μαθήματος έπιασα μια μαθήτρια να δίνει ένα ραβασάκι και της το πήρα. Κάθισα στην έδρα και έκανα πως το ξετυλίγω για να το διαβάσω δυνατά. Η κοπέλα είπε “όχι σας παρακαλώ”. Επέμεινα. Μετά περίμενα μερικά δευτερόλεπτα κοιτάζοντας γύρω γύρω. Ύστερα είπα “Μα καλά, ποιοι είναι στο 5μελές?”. Τα παιδιά σήκωσαν στα χέρια τους. “Δε θα μιλήσει κανένας σας? Οι υπόλοιποι? Κανείς? Γιατί?…Δεν ξέρετε πως δεν έχω δικαίωμα να το κάνω αυτό? Οφείλετε να παρέμβετε! Και επίσης οφείλατε να το ξέρετε!”. Προφανώς πρόκειται για πρωτοβουλία του συγκεκριμένου καθηγητή. Ελάχιστοι άνθρωποι (και μάλλον κανένα κράτος) δεν θα τολμούσε να καλλιεργήσει συστηματικά την κριτική ανυπακοή. Ή μήπως όχι?
Μάρκος Σελλής
Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com
- Προηγούμενο Καλλιτέχνες που απαρνήθηκαν τα πραγματικά τους ονόματα για την καριέρα..
- Επόμενο Τα έγραψαν και… έγραψαν