Προσδοκίες *Του Απόστολου Παπαδημητρίου
Ο άνθρωπος ζει με διαρκή την προσδοκία για ένα καλύτερο μέλλον. Ένα μέλλον με ειρηνική την συνύπαρξη των λαών, με καλύτερες συνθήκες εργασίας, με κάλυψη των αναγκών του, με χαρά και ευτυχία στο οικογενειακό του περιβάλλον. Οι κρατούντες σπεύδουν να τον διαβεβαιώσουν με όλη τη μαεστρία της δημαγωγίας ότι αυτό θα επιτευχθεί και θα ανατείλει ήλιος λαμπρός για τον κόσμο. Το μέλλον γίνεται παρόν και ο άνθρωπος μένει με τις προσδοκίες.
Με προσδοκίες ζούσαν οι άνθρωποι όλων των εποχών. Από τη μακρινή Κίνα ως τη Ρώμη διανοούμενοι και ηθικοί αναμορφωτές τόνισαν την ανάγκη να έλθει στον κόσμο ένας λυτρωτής, ώστε να οδηγήσει τους λαούς σε δρόμο κατά πολύ διαφορετικό από εκείνον που βάδιζαν. Ό Κομφούκιος δίδαξε ότι με την έλευση ενός θεόπεμπτου βασιλιά θα καθίστατο δυνατή σέ μια γενεά η επιστροφή των ανθρώπων στο Αγαθό. Νοσταλγούσε έντονα τον ερχομό του, και πέθανε με το παράπονο που δεν αξιώθηκε να δει τον λυτρωτή. Στον Βεδισμό, ο Agni, ό θεός τής φωτιάς και του ήλιου, ως «φως του κόσμου» αναμένεται να ενανθρωπίσει από παρθένο, αποστελλόμενος από τον ουράνιο πατέρα ως μεσίτης μεταξύ Θεού και κόσμου. Ό Σιντάρτα Γκαουτάμα (Βούδας) δίδαξε στους μαθητές του και στο βιβλίο του Μαχαγυάνα Βουδισμού γίνεται λόγος για προσμονή ειρηνικού ηγεμόνα, του Mαιτρέγια. Τους συμβούλεψε να δεχθούν τον λόγο αυτού και να ζουν με εγκράτεια, για να απαλλάσσονται από τις αμαρτίες. Τους προέτρεπε να ασκούν παρθενία, να σκορπίζουν δώρα, να τηρούν τις νηστείες, να στοχάζονται τους συνανθρώπους με συμπάθεια, να κάνουν καλά έργα, ώστε να δουν τον λυτρωτή. Στην Περσία αναμενόταν ό Σωτήρας Σαοσυάντ. Στο πλήρωμα του χρόνου, θα γεννιόταν από παρθένα. Τη γέννησή του θα ανάγγελλε ή εμφάνιση ξεχωριστού αστέρα. Στις ιερές παραδόσεις τους προβάλλει έντονη ή νοσταλγία λυτρωτού. Ὁ προσδοκώμενος ονομάζεται «δίκαιος βασιλεύς». Στο ιερό κείμενό τους, την Αβέστα, καταγράφεται: «Ω! Να μπορούσα να ζώ μέχρι τη μακάρια αυτή ήμερα. Σ ‘ αυτόν θα πρόσφερα τα αγαθά μου και την ψυχή μου ως θυσία».
Στην πατρίδα μας ο Αισχύλος στην τραγωδία «Προμηθέας δεσμώτης», παρουσιάζει τον τραγικό Προμηθέα να εκφράζει την ελπίδα, ότι θα συγχωρηθεί, επειδή ό Θεός είναι δίκαιος και επιεικής. Προλέγει ότι ό λυτρωτής του θα είναι το παιδί, που θα γεννηθεί από την παρθένα Ιώ και τον Θεό. Και ο συνομιλητής του Ερμής του απαντά: «Τέρμα στον πόνο σου μην καρτερείς, πριν κάποιος Θεός τις συμφορές σου σηκώσει και στον ανήλιαγο Άδη αντί για σένα στους άφεγγους κατέβει του Ταρτάρου βυθούς». Ό Σωκράτης στην απολογία του λέγει στους δικαστές του: «Με καταδικάζετε σε θάνατο εμένα που κατάφερνα να σας ξυπνώ από τον ύπνο του σκοταδιού. Την υπόλοιπη ζωή σας θα την περάσετε στον πνευματικό λήθαργο, εάν ό Θεός δεν στείλει κάποιον άλλον προς εσάς φροντίζοντας για σάς» (Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους). Σε διάλογό του με τον Αλκιβιάδη γίνεται λόγος για κάποιον που θα υποδείξει τον τρόπο προσφοράς των θυσιών. Ο Σωκράτης με διορατικότητα προβάλλει τα χαρακτηριστικά Αυτού: «Ας τον απογυμνώσουμε λοιπόν από όλο τα άλλα, εκτός από τη δικαιοσύνη… Έτσι χωρίς να έχει κάμει ποτέ την παραμικρή αδικία, ας τον θεωρούν για τον χειρότερο κακούργο… Και έτσι συμπεριφερόμενος ό δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα ριχτεί στις φυλακές, θα τυφλωθεί με πυρωμένο σίδερο, και τελευταία, αφού περάσει απ’ όλα τα βασανιστήρια, θα ανασκολοπιστεί» (Πλάτωνος Πολιτεία).
Οι Ρωμαίοι προσδοκούσαν Λυτρωτή από την Ανατολή. Ο Κικέρων, αναφερόμενος στους αρχαίους σιβυλλικούς χρησμούς δίδαξε, ότι σ’ αυτούς γίνεται λόγος για την έλευση ενός βασιλιά, πού έπρεπε να τον αναγνωρίσουν όλοι, για να σωθούν. Τόνισε, ότι δεν είναι αδύνατο να κατέβει ό Θεός από τον ουρανό, ο οποίος θα επισκεφθεί τούς ανθρώπους και θα συναναστραφεί με αυτούς ως Θεάνθρωπος. Και ερωτά: «Εάν τούτο υπάρχει στα βιβλία, για ποιόν άνθρωπο και προς ποιόν χρόνο υπάρχει;». Ο ποιητής Βιργίλιος («Εκλογές» 41 π.Χ.) διακηρύσσει: «Έλα λοιπόν, πολύτιμε Υιέ του Θεού, Μεγάλε Υιέ του Υψίστου (Διός), όσον ούπω φθάνει η εποχή. Ρίξε το βλέμμα Σου στην ανθρωπότητα, πού κλονίζεται από το βάρος τής δυστυχίας, το οποίο την εκύρτωσε». Και ο ποιητής Οράτιος έγραψε: «Ποιόν από τούς θεούς να επικαλεστεί ό λαός τώρα, πού καταρρέει η αυτοκρατορία; Σέ ποιόν θα παραδώσει ο Ζευς την ασέβεια της χώρας για να έξαγνιστεί; ’Επιτέλους δεόμεθα, μάντη Απόλλωνα, ας έλθεις, περιβεβλημένος με νεφέλη τούς ώμους σου, πού λάμπουν».
Όλες οι προσδοκίες στηρίζονταν στην παρέμβαση του Θεού στην ανθρώπινη ιστορία. Και ο Θεός δεν άφησε το πλάσμα του αβοήθητο στη δυστυχία του. Έστειλε τον γυιό Του σωτήρα και λυτρωτή. Έγραψε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Εις τα ίδια ήλθεν (στα δικά του, αφού όλη η δημιουργία του ανήκει) και οι ίδιοι (οι άνθρωποι) αυτὸν ου παρέλαβον (δεν τον αποδέχθηκαν). όσοι δε έλαβον αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα θεού γενέσθαι (να γίνουν θεοί κατά χάρη), τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού». Ήλθε ο Λυτρωτής, αλλά δεν έγινε αποδεκτός. Γιατί άραγε; Την απάντηση δίνει ο Απόστολος Παύλος στην Α’ επιστολή του προς τους Κορινθίους: «Ιουδαίοι σημείον αιτούσι και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δε κηρύσσομεν Χριστὸν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν, αυτοίς δε τοις κλητοίς, Ιουδαίοις τε και Έλλησι, Χριστὸν Θεού δύναμιν καὶ Θεού σοφίαν». Οι Ιουδαίοι περίμεναν τον Μεσσία (Χριστό) ως πανίσχυρο ηγεμόνα να καθυποτάξει όλους τους λαούς και να αναθέσει σ’ αυτούς την ηγεμονία τους. Σήμερα το επιχειρούν αυτό οι του διεθνούς σιωνισμού, που έπαψαν να προσδοκούν τον μεσσία, έχοντας πεποίθηση στην οικονομική τους ευρωστία. Οι Έλληνες, δηλαδή οι ειδωλολάτρες, θεωρούσαν ανοησία να αποδεχθούν έναν ανίσχυρο θεό, που σταυρώθηκε. Βέβαια η ιστορία δεν τερματίζεται στη σταύρωση, αλλά στην ανάσταση. Όμως για τους αρχαίους ένας θεός, όπως και κάθε κοσμικός ηγεμόνας, δεν αποδέχεται την ταπείνωση, αν είναι σε θέση να συντρίψει τους εχθρούς του. Και ο Χριστός ήλθε να διδάξει την ταπείνωση ως απαραίτητη προϋπόθεση της σωτηρίας μας. Γι’ αυτό γεννήθηκε σε στάβλο, γι’ αυτό και απέφυγε την παραμικρή χρήση της παντοδύναμης εξουσίας του μέχρι τη σταύρωση. Λοιδορήθηκε, κατηγορήθηκε ως πλάνος, συκοφαντήθηκε ως όργανο του σατανά, περιπαίχτηκε ως δεσμώτης, υπέστη φρικτό θάνατο. Την παντοδυναμία Του έδειξε μόνο στην ανάστασή Του.
Κύλισαν αιώνες και καθ’ όλο το διάστημα δύο χιλιετιών, ο Χριστός υπήρξε πρόσωπο αντιλεγόμενο. Αγαπήθηκε τόσο, ώστε πολλοί να θυσιάσουν τη ζωή τους για χάρη Του. Μισήθηκε τόσο, ώστε να κινηθούν διωγμοί κατά των μαθητών Του, διωγμοί που συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Τον χλεύασαν ως σπορέα ουτοπίας, αν και είναι πάμπολλα τα παραδείγματα ανθρώπων, που έγιναν θεοί κατά χάρη, οι άγιοι. Αυτοί απέδειξαν ότι η διδασκαλία του Χριστού δεν είναι ουτοπία. Αυτοί έδειξαν ότι με τη χάρη του Θεού ο άνθρωπος μπορεί να υπερβεί τις μικρότητες, που τον βασανίζουν, να ταπεινωθεί και με την ταπείνωση να απαξιώσει όλα, για τα οποία παθιαζόμαστε οι πολλοί, πλούτο, δόξα και ηδονές. Και είναι αυτά, τα οποία προκαλούν την κραυγαλέα κοινωνική αδικία, τους πολέμους, τις διαπροσωπικές διενέξεις, την εχθρότητα.
Εμφανίστηκαν στην ιστορία άνθρωποι δημαγωγοί, γόητες πλανώντες και πλανώμενοι, κατά τον Απόστολο Παύλο. Και πίστεψαν σ’ αυτούς οι άνθρωποι και εκείνοι τους θυσίασαν και εξακολουθούν να τους θυσιάζουν. Και οι άνθρωποι εξακολουθούν να τους εμπιστεύονται, ώστε να μην έχουν τελειωμό τα βάσανα του κόσμου. Υπόσχονται οι δημαγωγοί ειρήνη και κηρύττουν πολέμους περιφρονώντας τον Άρχοντα της ειρήνης. Υπόσχονται δικαιοσύνη και απομυζούν από τους πολλούς και τα λίγα, που τους απόμειναν, σε αντίθεση προς τον Χριστό και τους αγίους του, που υπήρξαν ακτήμονες. Τους υποσχέθηκαν ότι η επιστήμη θα επιλύσει όλα τους τα προβλήματα (επιστημονικός μεσσιανισμός 19ου αιώνα) και σήμερα η επιστημονική έρευνα κατευθύνεται από τους ισχυρούς του κόσμου με στόχο την εγκαθίδρυση καθεστώτος πλήρους ανελευθερίας, αν και οι ισχυροί αυτοπροβάλλονται ως προασπιστές αυτής και καταγγέλλουν τον Χριστό ως διαφεντευτή των ανθρωπίνων ψυχών.
Ο Χριστός κατέβηκε στον ανήλιαγο Άδη (Αισχύλος), για να λυτρώσει τον άνθρωπο από την αμαρτία, αλλά οι άνθρωποι αγάπησαν το σκότος μάλλον παρά το φως (Ευαγγελιστής Ιωάννης). Πορεύονται με προσδοκίες, που όμως δεν πρόκειται να εκπληρωθούν, όσο εμμένουν να βαδίζουν στο πνευματικό σκότος με οδηγούς τυφλωμένους από εμπάθεια κατά της Αλήθειας.
«Μακρυγιάννης»
- Προηγούμενο Καλά Χριστούγεννα από το Επιμελητήριο Γρεβενών
- Επόμενο Χριστουγεννιάτικη κάρτα ευχών από τη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Γρεβενών