Πόσο ακριβή είναι τελικά η έξυπνη γεωργία – Τι δείχνουν τα στοιχεία
Με κάποιους αισθητήρες που μετρούν στοιχεία σημαντικά για την απόδοση μιας καλλιέργειας και συμβουλές από τους ειδικούς που αναλύουν τα δεδομένα από τους αισθητήρες είναι πλέον εφικτή για κάθε αγρότη η χρήση της γεωργίας ακριβείας ή αλλιώς ευφυής γεωργίας.
Η πρακτική αυτή στηρίζεται στην πληροφορία από το χωράφι και μπορεί να μειώσει το κόστος παραγωγής, αφού ο αγρότης γνωρίζει πότε και πόσο πρέπει να ποτίσει ή να λιπάνει το έδαφος, χωρίς να σπαταλά περιττούς πόρους.
Το κόστος
«Το κόστος», σύμφωνα με τον διαχειριστή του cluster Inofa (Internet of food alliance), οικονομολόγο Φίλιππο Παπαδόπουλο, «περιλαμβάνει το κόστος των αισθητήρων που μπορεί να διαμορφωθεί μεταξύ διακοσίων και τριακοσίων ευρώ και το κόστος της πληροφόρησης και συμβουλευτικής που διαμορφώνεται στα πέντε με έξι ευρώ το μήνα».
Ο ίδιος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, χαρακτηρίζει, με απόλυτη βεβαιότητα, ως φτηνό το εν λόγω σύστημα και στο ερώτημα αν αξίζει τον κόπο, απαντά: «Τα χρήματα που ξοδεύει κάποιος δεν έχουν καμία σχέση με τα χρήματα που μπορεί να κερδίσει. Για παράδειγμα, μπορεί κάποιος να γλυτώσει έναν παγετό, κερδίζοντας στην παραγωγή δεκάδες χιλιάδες ευρώ, με ένα κόστος λιγότερο από εκατό ευρώ».
Το cluster Inofa που προέκυψε από την Αμερικανική Γεωργική Σχολή και δημιουργήθηκε πριν από δύο χρόνια με χρηματοδότηση από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας, έχει ως βασικό στοιχείο τη χρήση της τεχνολογίας τηλεπικοινωνιών LoRa, που λειτουργεί με κεραίες υπερβραχέων κυμάτων, μέσω των οποίων μεταφέρονται στοιχεία από τους αισθητήρες. Ο κ. Παπαδόπουλος διευκρινίζει ότι πρόκειται για ένα φτηνό σύστημα και σημειώνει ότι τα στοιχεία από τους αισθητήρες είναι ουσιαστικά εκείνα που κατευθύνουν τους ειδικούς στην υπόδειξη συγκεκριμένων ενεργειών.
«Δεν χρειάζεται ο αγρότης να γίνει μαθηματικός»
Από την πλευρά του, ο διαχειριστής στο Μεσογειακό Κέντρο Ικανοτήτων Αγροδιατροφής (MAAC) Δρ. Μιχάλης Καθαράκης, που διατηρεί συνεργασία με την Αμερικανική Γεωργική Σχολή και το cluster Inofa, αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «υπάρχουν μεν σήμερα συστήματα έξυπνης γεωργίας αλλά δυστυχώς οι αγρότες δεν μετρούν γενικά τίποτα στην παραγωγή τους».
«Αν ρωτήσουμε κάποιον καλλιεργητή τι στοιχεία έχει το χωράφι του, όπως κάλιο, νάτριο και φώσφορο και σε τι ποσότητα, ή κάθε πότε ποτίζει, εκείνος θα απαντήσει ανάλογα με την εμπειρία του καθώς οι συσκευές αυτές δεν χρησιμοποιούνται σε μεγάλο βαθμό με αποτέλεσμα να πετάμε νερό ή να ρίχνουμε χημικά χωρίς να χρειάζεται», προσθέτει.
Ο κ. Παπαδόπουλος, πάλι, εκτιμά ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα για να μπει ένας αγρότης σε τέτοια συστήματα είναι το θέμα της αυτοπεποίθησης και όχι της ικανότητας. «Δεν χρειάζεται ο ίδιος ο αγρότης να γίνει μαθηματικός. Φανταστείτε ότι είναι σαν να μαθαίνει κάποιος να οδηγεί. Ένας αγρότης μπορεί να μάθει να οδηγεί και ένας γεωπόνος λειτουργεί ως μηχανικός αυτοκινήτων. Το ζητούμενο στην περίπτωση αυτή είναι να υπάρχουν γεωπόνοι που να μπορούν να υποστηρίξουν τους αγρότες παρέχοντάς τους εξειδικευμένη βοήθεια», προσθέτει.
Τι μετρούν οι αισθητήρες
Ο κ. Καθαράκης χαρακτηρίζει ιδανικό για τους αγρότες του μικρού κλήρου το σύστημα τηλεπικοινωνιών LoRa καθώς, όπως σημειώνει, κάθε χωράφι έχει τα δικά του χαρακτηριστικά και με μια φτηνή λύση που δεν κοστίζει πολλά χρήματα μπορεί ο καθένας να παίρνει, μέσω των αισθητήρων, δεδομένα όπως η θερμοκρασία του εδάφους, η υγρασία, η βαρομετρική πίεση, το φώσφορο, το κάλιο και το pH, η ηλεκτροαγωγιμότητα του εδάφους, γενικά όλα τα στοιχεία που χρειάζεται ένας γεωπόνος για να δώσει μια συμβουλή. Στη συνέχεια, έξυπνοι αλγόριθμοι αναλύουν τα δεδομένα και μπορούν να παρέχουν πληροφόρηση για το αν η καλλιέργεια κινδυνεύει από κάποια ασθένεια, αν και πότε χρειάζεται πότισμα και λίπανση κ.ά.
Σήμερα, το cluster Inofa που έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη, διαθέτει 80 μέλη σε όλη την Ελλάδα. Από τη Βόρεια Ελλάδα, περίπου διακόσιοι αγρότες και συνεταιρισμοί εφαρμόζουν το σύστημα με τους αισθητήρες και τους αλγόριθμους.
Πιο κοντά η έρευνα στην αγορά
Για την ανάγκη, άλλωστε, να πειστούν οι αγρότες να μετρούν τα δεδομένα που αφορούν την παραγωγή τους, μιλάει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υπεύθυνος ανάπτυξης δικτύου του Μεσογειακού Κέντρου Ικανοτήτων Αγροδιατροφής (MAAC) Γιώργος Μανουσάκης.
Ο ίδιος τονίζει ότι το MAAC είναι ένα από τα 11 Κέντρα Ικανοτήτων Αγροδιατροφής που δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα μέσα από δράση της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Καινοτομίας, με σκοπό να λειτουργεί ενδιάμεσα, μεταξύ έρευνας, επιχειρηματικότητας και προϊόντων της αγοράς, ώστε να εντοπίζει αυτό που λείπει από την αγορά και να βοηθά στην εγκατάστασή του σε αυτήν.
Η έδρα του ΜΑΑC βρίσκεται στο Ηράκλειο της Κρήτης και μέλη του είναι πάνω από 50 επιχειρήσεις.
Τριάντα καινούρια δυνάμει πρότζεκτ
«Αυτή τη στιγμή υπάρχουν τριάντα καινούρια δυνάμει πρότζεκτ», σημειώνει ο κ. Μανουσάκης και αναφέρει ότι σε αυτά περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, προσπάθειες για τη δημιουργία βιοδιασπώμενων τσαντών για σούπερ μάρκετ, την ανάπτυξη βιοδιεγερτών ώστε τα φυτά να μεγαλώνουν περισσότερο με τη βοήθεια υγιών οργανισμών, αλλά και τη δημιουργία συσκευής που θα μετράει μέσα σε μια ώρα την ύπαρξη λεγεωνέλλας.
«Για μια τέτοια μέτρηση τώρα χρειάζεται να γίνει καλλιέργεια, τα αποτελέσματα της οποίας βγαίνουν σε 10 έως 15 μέρες. Με την έλευση του κορονοϊού, δημιουργήθηκαν τα μοριακά τεστ τα οποία εμείς τροποποιούμε με βάση ένα αντιδραστήριο ειδικά για την λεγεωνέλλα σε συνεργασία με το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας», σημειώνει ο κ. Καθαράκης.
- Προηγούμενο Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την επισιτιστική ασφάλεια
- Επόμενο Έγκριση υλοποίησης του έργου: «Αναπλάσεις και διαμορφώσεις σε Τοπικές Κοινότητες του Δήμου Άργους Ορεστικού»