JUWI HELLAS
ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ
ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΛΑΓΟΥ
ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΣ ΖΩΟΤΡΟΦΕΣ
ΔΕΗ
ΔΑΜ
POTIKA MYRTO
ΚΑΡΑΛΗΣ

Grevenamedia @facebook

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤ.ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
BANNER
ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Κατηγορίες

ΥΓΡΑΕΡΙΟ
ΤΑΞΙ
ΓΡΙΔΑΣ

Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου αφηγείται τη ζωή του όλη …

Πόσα αγαπημένα τραγούδια δεν έχουν βγει απ’ τα χείλη και την ψυχή αυτού του ανθρώπου; Ο Κουρσάρος με τη δραματική επίκληση του σε κάποιον άγνωστο Ντίνο, καθώς τελειώνει το κομμάτι;

Θυμάμαι μια σκηνή της εφηβικής μου ηλικίας που επαναλαμβανόταν συχνά μέσα στα χρόνια: Εμένα και την παρέα μου, σκαρφαλωμένους στα βράχια στο Κατράκειο της Νίκαιας, να βλέπουμε τζαμπέ τη συναυλία του Βασίλη Παπακωνσταντίνου και προς το τέλος, εκστασιασμένοι, αφιονισμένοι σχεδόν, να πετάμε τις μπλούζες μας.

 συνέντευξη στον Αντώνη Μποσκοΐτη lifo.gr
Το Άσε με να κάνω λάθος που μιλούσε για τα ναρκωτικά σαν το απόλυτο δηλητήριο στη φλέβα; Ο Γουίλι ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί, που τότε δεν ξέραμε ότι ήταν ”ήρωας” του ποιητή Καββαδία, αλλά τον φανταζόμασταν ως κάποιο φρικιό α λα Bob Marley φάση; Σκεφτείτε, επομένως, με πόση χαρά συνάντησα τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, αυτόν τον ήρωα της πρώιμης rock νιότης μου, στο ”Πινόκιο” της Ιπποκράτους, το δικό του καλόγουστο μπαρ στο κέντρο της Αθήνας. Άλλη τόση η χαρά που ο ίδιος μού άνοιξε την καρδιά του για μία συνέντευξη που τη χαρακτήρισε ”βιβλίο”! Τον ευχαριστώ θερμά και σας την παραδίδω:

Έχει πλάκα σήμερα γιατί το μεσημέρι άκουγα το νέο CD του Θανάση Παπακωνσταντίνου και το βράδυ συναντιέμαι με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου! 

Μόνο τον υπουργό Παπακωνσταντίνου δεν σου εύχομαι να συναντήσεις (γέλια)

Αναρωτιέμαι τώρα αν ενημερώνεσαι για οτιδήποτε κινείται στη δισκογραφία.

Όσο μπορώ, ναι, ενημερώνομαι. Μ’ ενδιαφέρουν κυρίως τα νέα παιδιά, εκείνα τα παιδιά που παίζουν στις μουσικές σκηνές χωρίς αμοιβή και τρέμει η καρδούλα τους, που με κοιτάνε στα μάτια με μια τεράστια αγωνία και στα οποία πρέπει ν’ ανοίξει ο καθένας την αγκαλιά του, όχι μόνο ατομικά, αλλά και συλλογικά, αφού δεν υπάρχει καμία οδός πλέον για να διοχετεύσουν την ενέργεια τους. Τα μόνα που έχουν είναι τα live τους και το διαδίκτυο, όποτε δεν είναι διαδικτυωμένα στο facebook.

Πριν λίγα χρόνια ξεπετάχτηκαν σα μανιτάρια πολλά νεανικά αγγλόφωνα συγκροτήματα. Πως το είδες όλο αυτό το ρεύμα;

Νομίζω πως τα παιδιά που κάνουν ξένο στίχο σίγουρα απευθύνονται στο εξωτερικό και θα ήταν λάθος τους το αντίθετο, να στοχεύουν δηλαδή στο ελληνικό κοινό με αγγλοσαξονικό λόγο. Κι όμως, τα λεγόμενα indie συγκροτήματα είχαν τεράστια απήχηση σε μερίδα της νεολαίας. Πιστεύω ότι στο βάθος του μυαλού και της ψυχής τους είχαν το εξωτερικό. Τη στιγμή που ο ακροατής ακούει ένα τραγούδι στα εγγλέζικα, αλλά ο ίδιος δε σκέφτεται εγγλέζικα, δε μπορεί και να συνδεθεί πραγματικά. Απλώς θα επηρεαστεί επιδερμικά. Δε μπορείς εν ολίγοις να καταργήσεις τον πόνο και τον καημό που είναι ίδιον των Ελλήνων.

Βασίλη, γεννήθηκες στην Αρκαδία…

Τετάρτη μεσημέρι!

Ναι, το λες αυτό σ’ ένα τραγούδι σου. Θυμάμαι μια παλιότερη συνάντηση μας, στην οποία είχες έρθει καταρρακωμένος, καθώς είχες χάσει τη μανούλα σου στα 92 της.

Εκεί είναι τώρα η μαμά και ο μπαμπάς, στην Αρκαδία, στο ίδιο μνήμα θα λέγαμε. Είναι τόσο κοντά και τόσο λίγοι οι άνθρωποι εκεί πέρα που δε χρειάζεται να τους ”βγάζεις” μετά από χρόνια και να τους ταράζεις. Περνάς από την πατρική σου γη; Πιστεύω ότι χρειάζομαι κι άλλο χρόνο ώστε να πηγαίνω εκεί και να μη με οδηγεί το μυαλό μου στο νεκροταφείο. Θα ήθελα το μυαλό μου να με ξαναπηγαίνει στο πατρικό μου, στο χωριό, στα βουνά και στα χωράφια. Δεν είμαι ακόμη έτοιμος, προς το παρόν σκέφτομαι ότι εκεί είναι ο τόπος που αναπαύονται οι γονείς μου.

Κουβαλάς έντονα μέσα σου την παιδική ηλικία;

Τις πιο ισχυρές μνήμες έχω. Εκεί έζησα μέχρι τα οχτώ μου και μετά όλα τα καλοκαίρια στην εφηβεία και βάλε. Ξέρω από που κατάγομαι, ξέρω από που έρχομαι.

Ήταν πολυμελής η οικογένεια σου;

Έχω δύο αδερφές κι έναν αδερφό, εν ζωή όλοι τους. Εγώ είμαι ο μικρότερος.

Πότε συνειδητοποιείς τη ροπή σου προς τη μουσική και το τραγούδι;

Αυτό έγινε στα 16 μου, το 1965 – 66, με τους Beatles, με τους Rolling Stones και κυρίως με τους Animals. Μου άρεσε πάρα πολύ ο Eric Burdon όπως τραγουδούσε!

Ο οποίος Burdon τραγούδησε πρόσφατα με τον Γιάννη Χαρούλη, αλλά σίγουρα μία σύμπραξη με σένα θα ήταν πιο ταιριαστή.

Έχουμε γνωριστεί με τον Eric Burdon, τά’χουμε πει μεταξύ μας κι είχε έρθει δυο φορές να με ακούσει εκεί που τραγουδούσα. Το καλοκαίρι, μάλιστα, παίξαμε στη Σέριφο μαζί, unplugged, με ένα πιάνο κι ένα βιολί. Ήταν εκεί με τη γυναίκα του και μοιραστήκαμε τη σκηνή.

Τότε με τα πρώτα γκρουπάκια είμαι σίγουρος πως θα είχες συμμετάσχει σε διαγωνισμό της εποχής.

Βεβαίως και μάλιστα πήραμε το α΄βραβείο με το The House of the Rising Sun των Animals! Το συγκρότημα μας λεγόταν The Crosswords, τα Σταυρόλεξα (γέλια).

Κρατάς επαφή σήμερα με τα υπόλοιπα…Σταυρόλεξα;

Νέα Ιωνία – Νέα Φιλαδέλφεια μεγαλώσαμε όλοι, σύνορα, στις πολυκατοικίες του Βλάχου. Ακόμη συνεργάζομαι με τον Ανδρέα Αποστόλου στα πλήκτρα. Μάλιστα τον πρώτο κιθαρίστα τον είδα προχθές στην Κομοτηνή που είχα πάει για συναυλία και που αυτός ζει εκεί μόνιμα τώρα πια. Σταύρο Γαΐτη τον λένε. Όσο για τον πρώτο drummer, ήταν ο δημοσιογράφος Νίκος Θεοδωράκης που έκανε εκπομπές με μουσικά ταξίδια στην ΕΤ3.

Ωραίο αυτό με τόσα χρόνια στη δισκογραφία να θυμάσαι έναν προς έναν τους πρώτους μουσικούς συντρόφους σου. Πόσο εμπεριέχεις την έννοια της φιλίας;

Δεν έζησα ποτέ μόνος. Έχω ανάγκη τόσο τους φίλους ώστε δε νομίζω να υπάρχω κι εγώ χωρίς φίλους.

Άλλο φυσικά το ”μόνος” και άλλο το ”μοναχικός”, έτσι;

Είμαι τόσο μοναχικός που θα τρόμαζες και γι’ αυτό χρησιμοποιώ την αντιπαράθεση να έχω ανάγκη τους φίλους ώστε να ισορροπώ.

Στη δισκογραφία μπήκες αρκετά νωρίς με τραγούδια που δεν είναι ευρέως γνωστά συγκριτικά με ότι ακολούθησε.

Έτσι είναι! Ήμουν φαντάρος και με κάλεσε κάποιος γνωστός μου που είχε δισκοπωλείο στην Ομόνοια. Μου είπε ότι οι δισκάδες είχαν κάνει μια νέα εταιρεία και την είχαν ονομάσει ”Λίνδος”, κόντρα στους εταιρειάρχες που τους έδιναν πολύ ακριβά τα βινύλια. Τραγούδησα ενισχυτικά, λοιπόν, σ’ ένα τουριστικό δίσκο που ετοιμάσανε για να βγάλουν κάνα φράγκο…

Όταν λες ”τουριστικό”;

Τραγούδησα το Ντιρλαντά και άλλα τραγούδια της εποχής, τα οποία επίσης υπάρχουν στο youtube. Με αφορμή εκείνο το δίσκο, ακολούθησαν τέσσερα τραγούδια του Βασίλη Αρχιτεκτονίδη, αυτού του καταπληκτικού συνθέτη και δασκάλου της μουσικής.

Σε νεοκυματικό ύφος;

Όχι, νεοκυματικό – λαϊκό για την ακρίβεια. Πήρα άδεια από το στρατό για να τα τραγουδήσω. Θα ήμουν στα 21 – 22 μου τότε. Έτσι μπήκα στη δισκογραφία.

Και οι Stones, οι Animals; Που πήγαν και εμφανίστηκες ως νεοκυματικός – λαϊκός τραγουδιστής;

Η rock δεν έφυγε ποτέ από πάνω μου. Ξέχασα να σου πω, όμως, πως πριν, στα 18 μου, άφησα την ηλεκτρική κιθάρα κι αιτία ήταν ο Θεοδωράκης, ο Χατζιδάκις, ο Σαββόπουλος, η Αρλέτα και ο Σπανός. Σκέψου ότι έβαλα κλασικές χορδές στην κιθάρα και έλεγα τα τραγούδια τους. Μάλιστα, όταν ήμουν 18 πάλι, υπήρχε στη Φιλοθέη ένα night – club όπου έπαιζαν οι Φοίνικες, ένα συγκρότημα με αρχηγό τον μετέπειτα στενό συνεργάτη μου, Κώστα Γανωσέλλη. Εκεί στα διαλείμματα τραγουδούσε κι ένας νεοκυματικός τραγουδιστής ονόματι Θόδωρος. Όταν έμαθα ότι αποχώρησε, πήγα εγώ και ζήτησα δουλειά, να πάω στη θέση του. Τα κατάφερα και συγχρόνως παίζαμε rock με την παρέα στην ”Ελληνίδα” της Νέας Φιλαδέλφειας. Εκεί έπαιζε και ο Λάκης Παπαδόπουλος με το δικό του συγκρότημα.

Δε λες τους Dragons, αυτό ήταν σχήμα του ΄65 νομίζω…

Ναι, οι Dragons, που τους θυμήθηκες; (γέλια) Έφευγα λοιπόν από τη rock σκηνή και πήγαινα στο Νέο Κύμα, πεταγόμουν Φιλαδέλφεια – Φιλοθέη με ένα ποδήλατο. Άλλωστε, ούτε απ’ τό’να, ούτε απ’ τ’ άλλο πληρωνόμουν. Μάλιστα μια μέρα ψιλόβρεχε κι έπεσα με το ποδήλατο και κατασκοτώθηκα, αλλά σηκώθηκα, σκουπίστηκα και πήγα και τραγούδησα. Τον ίδιο καιρό έμαθα ότι άδειασε μια θέση στις ”Εσπερίδες” στην Πλάκα, το 1968 – 69 ήταν αυτό. Πάω στον Γιάννη Αργύρη στις ”Εσπερίδες”, τον οποίο ούτως ή άλλως θεωρώ δάσκαλο μου, του λέω έτσι κι έτσι και μου κάνει: Τι φωνάζεις, ρε; Μανάβης είσαι; Ξέρεις, προερχόμενος εγώ απ’ τη rock σκηνή, τά’χωσα κανονικά. Έμεινα εκεί αρκετό καιρό ώσπου λίγο παραπέρα φτιάξαμε μιαν άλλη μπουάτ, την ”Ξαστεριά” με τα παιδιά, τους Νορμάλ.

Οι Νορμάλ δεν ήταν και η μπάντα που σε συνόδευε στα 80s;

Ακριβώς. Παίζαμε μαζί στις μπουάτ από παλιότερα. Μόλις τελείωσα το στρατιωτικό εμφανίστηκε ο Κώστας Κωνσταντακόπουλος, κιθαρίστας, φίλος της Χωματά, του Μαυρομμάτη και του Βιολάρη. Κι εκείνοι είχαν ένα παιδί στο σχήμα που έφυγε φαντάρος, οπότε με ειδοποίησε ο Κωνσταντακόπουλος να πάω να τους βρω, να μ’ ακούσουν κι αν τους κάνω, να με πάρουν. Αυτός που τους έφυγε ήταν ο Θέμης Ανδρεάδης. Τον αντικατέστησα εγώ κι από τότε είμαστε φιλαράκια με τον Θέμη και τον αγαπώ πολύ.

Και δίπλα στον Κώστα Χατζή δεν τραγούδησες τότε;

Ναι, την επόμενη χρονιά απ’ τη συνεργασία που μόλις σου ανάφερα. Στην ”Αυλαία” ήταν οι Βιολάρης – Χωματά και δίπλα ο ”Σκορπιός” με τον Χατζή.

Φοβήθηκες ότι ο στρατός θα έκοβε βίαια την τραγουδιστική σου πορεία;

Δε γινόταν αλλιώς, ήταν χούντα ακόμα. Παρουσιάστηκα στην Τρίπολη μαζί με τον Δημήτρη Μητροπάνο και τον Τάσο Καρακατσάνη τον μαέστρο. Τι δουλειά κάνεις; Μουσικός είμαι! Με δοκιμάζουν, τους τραγούδησα, τους έπαιξα τύμπανα, κιθάρα και μπουζούκι…Ενθουσιάστηκαν! Μάλλον θα σε κρατήσει εσένα εδώ η Λέσχη Αξιωματικών μου είπαν! Έλα όμως που ήρθαν τα χαρτιά κοινωνικών φρονημάτων! Κι έτσι εγώ έγινα οδηγός άρματος Μ113 κι ο Δημήτρης ο Μητροπάνος μουλαράς!

Μουλαράς; Που θα πει;

Στο ιππικό τον έβαλαν. Μάλιστα πολλά χρόνια μετά μου έλεγε ο Μητροπάνος: Πάντως εγώ το μουλάρι που είχα, το αγάπησα. Εσύ τι αγάπησες, το τανκ; (γέλια)

Στις μπουάτ ακόμη δε μου ανάφερες κρούσματα λογοκρισίας.

Όταν ξαναπήγα στις ”Εσπερίδες” μετά το στρατό αρχίσαμε δειλά – δειλά να τραγουδάμε Θεοδωράκη. Όταν συνέβη αυτό που λες, κατάλαβα ότι στην Ελλάδα δεν είχα πια τι να κάνω. Πήρα ένα φίλο μου που είχε τον πατέρα του στη Γερμανία και πήγαμε εκεί.

Μια και αγαπούσες τη rock, δε σε είχε συνεπάρει το κλίμα εδώ με όλα αυτά τα συγκροτήματα, τον Πουλικάκο με τον Εξαδάχτυλο, τους Πελόμα Μποκιού κλπ;

Εγώ αγαπούσα περισσότερο τους Socrates, αλλά από μικρό παιδί με είχε κερδίσει η ποίηση. Προτιμούσα τα τραγούδια με τα αριστουργηματικά λόγια των Ελλήνων ποιητών. Στα 14 μου, φαντάσου, ”πρωτομπήκα” στον Καρυωτάκη. Υπήρξα ονειροπαρμένος από παιδί. Φτάνουμε λοιπόν στη Γερμανία με το τραίνο, Φραγκφούρτη, αλλά μην έχοντας φράγκο πάνω μας, αφήνουμε τις βαλίτσες μας σε κάτι ντουλάπια στο σταθμό. Έχει εδώ κοντά κάνα μαγαζί; ρωτάμε έναν Έλληνα καστανά. Ναι, πως, μας λέει, παρακάτω έχει ένα καλό μαγαζί…

Σκυλάδικο θα εννοούσε σίγουρα.

Σκυλάδικο! Μόλις μπαίνουμε μέσα μαστουρώνουμε απ’ τα τρίφυλλα! Σκέψου, σου μιλάω τώρα για Φραγκφούρτη το 1973! Τους λέω Να πω ένα τραγούδι;, μια κι αυτός ήταν ο στόχος με τον φίλο μου, η επιβίωση. Πιάνω δουλειά επί τόπου την πρώτη μέρα, Λοΐζο, Ήλιε μου σε παρακαλώ κλπ. Επρόκειτο για ένα μαγαζί άγριου, σκληρού rock, που λένε, με κάτι ωραίες πουτάνες…Εννοώ όμως την κακιά πλευρά της rock, ένα κιτς rock σκυλάδικο του κερατά όπου τα τραγούδια όλα μιλάγαν για χασίσια και τέτοια.

Καμία σχέση δηλαδή με πολιτικοποίηση και τα σχετικά εν μέσω ελληνικής χούντας.

Ιδέα, τίποτα, καμιά σχέση. Εκεί όμως έρχεται ένα βράδυ ένας τύπος μ’ ένα φίλο του και μου λέει: Εσύ τι κάνεις εδώ; Τραγουδάω, λέω. Το βλέπω, αλλά πρέπει να φύγεις τώρα, δεν είναι εδώ ο χώρος σου. Θα’ρθείς μαζί μου στο Μόναχο!

Όντως, σε πήγε στα κυριλέ, στη Βαυαρία!

Πήρα και το φίλο μου μαζί και τον κάναμε σερβιτόρο στο μαγαζί που θα τραγουδούσα, εστιατόριο ήτανε. Έβγαινα με μια κιθαρα μόνο και τραγουδούσα Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Λοΐζο. Τόσο πολύ άρεσε αυτό στους Γερμανούς, που – άκου να δεις τι έγινε! – σταμάτησαν να τρώνε, επειδή σέβονταν ότι τους ευχαριστούσε, κι έτσι η κατανάλωση, ο απώτερος στόχος κάθε μαγαζιού, απέτυχε πλήρως! Έγινε τράμπα, με σταμάτησαν από τραγουδιστή και με κάνανε μπάρμαν. Αλλά κι εκεί τα ίδια, αφού συνήθιζα να κερνάω τους πάντες (γέλια). Μ’ αγάπησε πολύ ο ιδιοκτήτης, ο Ηλίας ο Γιακουμάκος, που είναι στην Ελλάδα πια κι έχει ανοίξει bar – restaurant στο Χαλάνδρι. Και μ’ αυτόν ακόμη βλεπόμαστε!

Ο Γιακουμάκος ήταν που μια μέρα μου είπε: Βασίλη, ξέρω ότι θα σε χάσω, αλλά δε θέλω να σε βλέπω να μαραζώνεις. Θα σε πάω από’να μαγαζί πού’ναι μαζεμένοι όλοι οι ”δικοί” σου. Με πήγε σ’ ένα μαγαζί στο Μόναχο, υπόγειο, που λεγόταν ”Κύκλος”. Όλο φοιτητές εκεί μαζεμένοι και πολιτικοποιημένοι εργάτες που τραγουδούσαν Μίκη Θεοδωράκη κι έκλαιγαν! Έπιασα την κιθάρα και τραγουδήσαμε από τις 10 το βράδυ ως τις 10 τ’ άλλο πρωί. Σπάσαμε όλο το μαγαζί! Είδες; μου λέει ο Γιακουμάκος, εδώ θα μείνεις! Κι εκεί έμεινα! Το μαγαζί αυτό τό’χε ο Γιάννης Κυριακίδης, ο συχωρεμένος ηθοποιός, με τη Μάρα τη Λεβίδη, τη μετέπειτα γυναίκα μου.

Μόνο το ελληνικό στοιχείο σε ενδιέφερε εκείνη την περίοδο στη Γερμανία;

Σωστή ερώτηση. Παράλληλα με τον ”Κύκλο”, πήγαινα και τραγουδούσα σε γερμανικές μπουάτ, κάτι σαν τις σημερινές ethnic μουσικές σκηνές που φιλοξενούσαν καλλιτέχνες από πολλές χώρες: Τούρκους, Πακιστανούς, Ιταλούς, Έλληνες κ.α. Έβγαιναν καλά τα προς το ζην έτσι. Κάποια στιγμή η μέλλουσα γυναίκα μου, η Λεβίδη – εγώ ακόμη δεν είχα κλείσει τα 24, εκείνη ήταν 25 – με πήρε και πήγαμε στο Παρίσι στο σπίτι του Μίκη Θεοδωράκη. Η Μάρα τον ήξερε, αφού υπήρξε συνδιοργανώτρια μιας συναυλίας του Μίκη στο Μόναχο. Και φτάνουμε, λοιποοόν, στον Θεοδωράκη! Καλά σε πήγα;

Μια χαρά, αν και μιλάμε εφ’ όλης της ύλης. Συνέχισε!

Πάμε, χτυπάμε την πόρτα, ανοίγει ο Μίκης, το παιδί είναι Έλληνας από Γερμανία και τραγουδάει και θέλουμε να τον ακούσετε του λένε. Δεν έχω πολύ χρόνο, λέει ο Μίκης, ας τον ακούσω σε δύο τραγούδια. Με το που ξεκινάω το πρώτο τραγούδι φωνάζει Μυρτωωώ! Έρχεται η γυναίκα του με τα δυο του παιδιά, πιτσιρίκια τότε. Τελικά τραγούδησα κάνα τρίωρο με τον Θεοδωράκη πιάνο – φωνή! Φεύγοντας, μου δίνει παρτιτούρες και μου λέει να ετοιμαστώ γιατί θα φεύγαμε σε μεγάλη περιοδεία στην Αμερική, καμιά πενηνταριά συναυλίες. Εκεί, μάλιστα, στο Παρίσι δώσαμε και μια συναυλία ενίσχυσης των Μαροκινών φοιτητών. Λιτή συναυλία, πιάνο – φωνή πάλι, μεσ’στο πανεπιστήμιο.

Λιτή, αλλά μυθική, σχεδόν εξωπραγματική για τα σημερινά δεδομένα.

Στο διάλειμμα εκείνης της συναυλίας ήρθε το μήνυμα: Έπεσε η χούντα! Τρελαθήκαμε! Βγάλαμε το β΄μέρος μέσα σε πανηγυρισμούς, έγινε χαμός! Την άλλη μέρα ο Μίκης έφυγε για την Ελλάδα κι εγώ για τη Γερμανία, για να μαζέψω τα πράγματα μου και να γυρίσω στον τόπο μου κι εγώ.

Απορώ πως γνωρίστηκες με τον Μάνο Λοΐζο, είχα την εντύπωση πως τον ήξερες προσωπικά από πιο πριν.

Έφτασα στον Λοΐζο μέσω ΜΙΝΟΣ. Με πήγε στη ΜΙΝΟΣ ο Θεοδωράκης και ηχογραφούμε δύο δίσκους από θεατρικά έργα, Προδομένος Λαός και Ο Εχθρός Λαός. Μετά ζήτησα του Μάτσα να μου γνωρίσει τον Λοΐζο που πολύ το ήθελα, αφού τον τραγουδούσα από την εφηβεία μου. Έλα στην Κολούμπια την τάδε μέρα που έχει στούντιο και θα σ’τον γνωρίσω! Πηγαίνω, βλέπω κάτι τεράστια μάτια, ένα χαμόγελο και τον Λοΐζο από πίσω τους. Τον ειχε προϊδεάσει ο Μάτσας, γεια σου, Βασίλη, μου λέει όλο ευγένεια, τι θα μας τραγουδήσεις; Έγραφε τότε τα Τραγούδια του Δρόμου! Λέω τον Στρατιώτη, που συνήθιζα να τον τραγουδάω στη Γερμανία σε αντιδικτατορικές εκδηλώσεις.

Σωστά, τα Τραγούδια του Δρόμου βγήκαν το 1975, αλλά ο Λοΐζος πολλά τά’χε γράψει και μία δεκαετία πριν.

Έτσι είναι. Λέω λοιπόν τον Στρατιώτη κι είναι δίπλα ο Μανώλης Ρασούλης. Πετάγεται: Μάνο, ξέχνα το, το παιδί θα τα πει! Ο Ρασούλης επρόκειτο να τραγουδήσει και τον Στρατιώτη και τον Τρίτο Παγκόσμιο στο δίσκο! Τα κομμάτια αυτά πρωτοπαρουσιάστηκαν με μένα μπροστά σε κοινό στην ”Καρυάτιδα” στην Πλάκα μαζί με τη Μαρίζα Κωχ, τον Δημήτρη Κατοίκο και φυσικά τον Λοΐζο.

Πολύ γενναιόδωρο εκ μέρους του Ρασούλη.

Μόνο γενναιόδωρο; Τρομερά συγκινητικό! Ο άνθρωπος είχε κάνει πρόβες κι ήταν έτοιμος να μπει να γραφτεί η φωνή του. Κι όμως! Έτσι ήταν φίλος με τον Μάνο κι έτσι έγινε και δικός μου φίλος!

Νομίζω, υπήρξε μία περίοδος με τον Ρασούλη και άλλους στην Πλάκα που δουλεύατε στις μπουάτ και συνευρισκόσαστε με τη Φλέρυ Νταντωνάκη και τον Νικόλα Άσιμο.

Εγώ τραγουδούσα στον απάνω όροφο μιας μπουάτ που λεγόταν ”Αρχόντισσα”. Μαζί μου ήταν ο Θάνος Μικρούτσικος, η Μαρία Δημητριάδη, ο Μανώλης Ρασούλης, η Αφροδίτη Μάνου, ο Γιώργος Μεράντζας και ο Κώστας Θωμαΐδης. Από κάτω μας, στο ίδιο κτήριο, υπήρχε μία άλλη μπουάτ, το ”Σούσουρο”. Τραγουδούσαν ο Άσιμος, ο Αδριανός, ο Περικλής Χαρβάς, ο Σάκης ο Μπουλάς. Στα τύμπανα ο Καραμήτρος, που τον ήξερα από τα συγκροτήματα στα 60s.

Και που ήταν μέλος της Λαιστρυγόνας του Σαββόπουλου.

Ακριβώς. Μου άρεσε τόσο πολύ αυτό που έκαναν, έπαιζαν και μονόπρακτα, ξέρεις, εμείς ήμασταν οι έντεχνοι κι εκείνοι οι πιο αναρχικοί, ώστε όποτε δεν τραγουδούσα εγώ, κατέβαινα γρήγορα – γρήγορα στο υπόγειο για να τους ακούσω. Ένα διάστημα στο σχήμα αυτό εντάχθηκε και η Φλέρυ Νταντωνάκη, η οποία με είχε ακούσει, μου έλεγε Τι ωραία φωνή έχεις εσυ; Να σου κάνω τα πουλάκια; κι άρχισε όντως να μου τραγουδάει με φωνές πουλιών, ένα απίστευτο πράγμα, σαν την Ίμα Σούμακ!

Ωστόσο, Βασίλη, ακόμη δεν έκανες δικές σου συναυλίες, πάντα σε σχήματα εμφανιζόσουν.

Ναι, μόνο με τη Μαρία Δημητριάδη συνεργαζόμουν πιο στενά. Μέχρι σε εργοστάσια τραγουδούσαμε από το πρωί. Κάνω μια χρονική δρασκελιά στο σημείο αυτό και θυμίζω ότι υπήρξες υπεύθυνος για το δισκογραφικό comeback της Δημητριάδη. Την αγαπάω πολύ τη Μαρία…

Χρησιμοποιείς ενεστώτα.

Μα ναι, δεν έφυγε η Μαρία ποτέ. Την αγαπώ, όπως αγαπώ και τη Μπουμπού, την αδερφή της.

Ξέρω ότι δεν τα γουστάρεις αυτά, αλλά έχεις βοηθήσει πάρα πολύ κόσμο. Σαν την Κατερίνα τη Γώγου, που όταν πάλευε με την ηρωίνη, τα τελευταία χρόνια της, ήσουν πολύ κοντά της και έμπρακτα.

Άσ’τα αυτά τώρα, δεν χρειάζονται…

Δεν χρειάζονται, λες, όταν έως και σε έχουν κατηγορήσει ότι καπηλεύθηκες τον Άσιμο;

(κάνει κίνηση σιωπής με το χέρι) Μην τα πούμε αυτά, τι νόημα έχουν;

Το σέβομαι και ας πάμε τότε καλύτερα στον πρώτο σου προσωπικό δίσκο το 1978.

Όταν μου είπαν απ’ τη ΜΙΝΟΣ ότι θα μου κάνουν τον πρώτο δικό μου δίσκο, βρίσκω τον Αντώνη Βαρδή. Τα πιο πολλά τραγούδια μέσα ήταν του Αντώνη. Επίσης, ένα τραγούδι, το πρώτο που εξέδωσε ως συνθέτρια η Χάρις Αλεξίου, το Παζάρι του ληστή του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Ελευθερίου, δύο διασκευές στον Καταλανό Lluίs Llach και τα Πουλιά της δυστυχίας του Σαββόπουλου. Το κομμάτι που ξεπήδησε ως επιτυχία με την έννοια των πολλών ραδιοφωνικών μεταδόσεων, ήταν το Με νικοτίνη δυνατή και τον Μπομπ Ντίλαν, του Βαρδή και του Φαλάρα.

Τραγουδάρα!

Ε, μετά την πρώτη επιτυχία, με φωνάζει ο Μάτσας: Μάζεψε τραγούδια να κάνουμε ακόμη ένα δίσκο. Εκεί, με την άδεια του, συμμετείχα στον οριακό Σταυρό του Νότου του Θάνου Μικρούτσικου σε ποίηση Καββαδία που βγήκε στη Lyra. Μόνος, όμως, με την έγκριση του Αχιλλέα Θεοφίλου της ΜΙΝΟΣ, μάζευα το υλικό για ένα δικό μου δεύτερο δίσκο. Παραγωγός ο Θεοφίλου, πρώην σύζυγος της Αλεξίου, συγγραφέας και μέλος κι αυτής της αντιδικτατορικής κοινότητας των Ελλήνων στο Παρίσι. Τελικά, το Φοβάμαι βγήκε στα 1982.

Άργησες όμως πολύ. Μια τετραετία πέρασε μέχρι το δεύτερο άλμπουμ.

Όχι, όχι, δίκιο έχεις, γιατί στο μεταξύ μου λέει ο Μάτσας: Έχω να σου στείλω ένα συνθέτη! Μού’ρχεται ένας τύπος λες και κατέβηκε απ’ τα βουνά: Γεια σου, ρε Βασίλη (μιμείται τη φωνή του), εγώ είμαι ο Θωμάς ο Μπακαλάκος! Πολύ γλυκός άνθρωπος και εξίσου γλυκός μελωδός! Και να Τα Αγροτικά!

Τα οποία Αγροτικά τα σήκωσε πολύ η Μεταπολίτευση και έσκισαν!

Έτσι! Και ένα καθαρά ελληνικό άκουσμα ήτανε. Εγώ όμως είχα τη rock ριζωμένη μέσα μου και την ήθελα με ελληνικό ποιητικό στίχο. Μαζεύω τα κομμάτια του Φοβάμαι, φωνάζω τον Μάτσα να τ’ ακούσει και του σηκώνονται οι τρίχες! Άλλωστε με είχε για τρελό, πολιτικοποιημένο και είχα απορρίψει τραγούδια του που τα είπαν άλλοι συνάδελφοι, λαϊκοί τραγουδιστές, κι έκαναν μεγάλες επιτυχίες. Είδες; μου έλεγε μετά. Τι να δω; του απαντούσα, αφού εγώ τα σιχαίνομαι τέτοια τραγούδια…

Και οι πιο διορατικοί παράγοντες της δισκογραφίας έκαναν τα λάθη τους.

Πιάνει ο Μάτσας τον Θεοφίλου και του λέει Θα τον καταστρέψουμε αυτόν, τέτοια φωνή θα πάει χαμένη ή δεν είναι δυνατόν να βγει ποτέ αυτός ο δίσκος! Φρόντισε να σταματήσει! Μου το μεταφέρει δειλά ο Αχιλλέας και τότε προτείνω να του πούμε ότι μού σύστησε γιατρός πλήρη αφωνία για δυο χρόνια! Μπλέξαμε με τρελό, απεφάνθη ο Μάτσας, θα του κάνουμε το χατήρι, αλλά θα τον θάψουμε το δίσκο, δε θα παιχτεί πουθενά!

Με εντυπωσιάζει τέτοιο μένος για ένα δίσκο που σημείωσε πραγματικά ρεκόρ πωλήσεων.

Που να δεις τι έγινε στη συνέχεια…Πριν να βγει ο δίσκος, είχαν έρθει να τραβήξουν παράσταση στο ”Αχ Μαρία” οι τότε Ρεπόρτερ, ο Λιάνης, ο Δημαράς και ο Χαρδαβέλλας. Μου ζήτησαν λοιπόν ένα τραγούδι για τους μηχανόβιους. Εγώ είχα ήδη τον Κουρσάρο σε μουσική Λάκη Παπαδόπουλου και στίχους Παύλου Μάτεσι. Τους το δίνω από ντέμο για το άλμπουμ, το μεταδίδουν και γίνεται χαμός κυριολεκτικά! Βγαίνει ο δίσκος μετά από μια βδομάδα και αρχίζουν βροχή οι παραγγελίες από τα δισκάδικα: Ανά 7 μέρες τριπλασιάζονταν! Αποτέλεσμα; Το Φοβάμαι έγινε πλατινένιο μέσα σε 20 μέρες, πάνω από 100.000 πωλήσεις!

Στο ”Αχ Μαρία”, μια και αναφέρθηκες, δεν είχατε και σαπόρτ ένα φεγγάρι τη Σαβίνα Γιαννάτου;

Η μοναδική οντισιόν που έκανα εγώ για το ”Αχ Μαρία” ήταν με ένα κορίτσι που ήρθε σπίτι μου με μια κιθάρα. Μισό τραγούδι τραγούδησε, τη σταμάτησα και είπα Τη βρήκαμε, εδώ είμαστε! Ήταν η Σαβίνα Γιαννάτου! Η γλυκιά μου η Σαβίνα, την αγαπώ πολύ!

Πάμε πάλι στον Μάτσα.

Θέλω να μάθω πως αντέδρασε στην επιτυχία του Φοβάμαι. Με πιάνει και μου λέει: Βρε Βασίλη, μήπως έχεις εκεί κι άλλα τέτοια τραγούδια από κάναν φίλο σου αναρχικό σαν και σένα; (γέλια) Βεβαίως και έχω, απαντάω. Πάω και βρίσκω τον Άσιμο: Νικόλα, σ’ ενδιαφέρει; Σού’χω βρει βήμα στη ΜΙΝΟΣ! Έτσι έγινε ο Ξαναπές το 1982, που συμετέχαμε μέσα η Αλεξίου κι εγώ.

Ο πρώτος επίσημος δίσκος του Άσιμου για τον οποίο όμως άκουσε τα εξ αμάξης από τον Λεωνίδα Χρηστάκη και τα συντρόφια των Εξαρχείων.

Ναι, εντάξει, τα ξέρουμε αυτά. Του έλεγαν ότι τον κατάπιε το σύστημα κι αυτόν. Εγώ ξέρω όμως και κάτι φίλους του, που μου έδιναν κασέτες με τραγούδια τους πίσω απ’ την πλάτη του Νικόλα…Τέλος πάντων, λίγα χρόνια μετά, κάνω τα Χαιρετίσματα με τραγούδια βασικά του Νικόλα και της Αφροδίτης Μάνου. Συναντάω μια μέρα τον Νικόλα να πουλάει κασέτες με το καρότσι του. Ήταν η περίοδος που τον τραβολογούσαν στο τμήμα για διάφορα, που δεν είχε άδεια μικροπωλητή κλπ. Νικόλα, του λέω, θέλω το Venceremos – που το ήξερα από την κασέτα του – να το βάλω στο νέο δίσκο μου. Γυρίζει παραξενεμένος: Γιατί, μόνο αυτό θέλεις; (γέλια). Την είχε χαρεί πολύ αυτή τη δουλειά ο Άσιμος. Τότε υπήρχε μόνο η Κρατική Ραδιοφωνία, μου τηλεφωνούσε λοιπόν συχνά και μου έλεγε: Θα τους βάλω μπόμπα στην ΕΡΤ, δεν παίζουν τα τραγούδια μου! Ε, αυτά, δε θέλω να πω άλλα για τον Νικόλα, πέραν του ότι άφησε μετά θάνατον οδηγία να προσέχω τη μοναχοκόρη του και τις ταινίες με τα τραγούδια του. Έτσι έγινε και ο δίσκος Γιουσουρούμ – Στο φαλημέντο του κόσμου το ΄92. Κι εγώ είχα βρει το στίγμα μου πια, τη ροκιά μου και ο Μάτσας τό’χε αποδεχτεί πλήρως.

Είχε προηγηθεί όμως η Διαίρεση το ΄84, άλλος σημαντικός δίσκος σου.

Καλά λες και εκεί μέσα πρώτη φορά υπήρχαν δικές μου μουσικές, σαν τον Μαύρο γάτο και τον Λεγεωνάριο που γράψαμε με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Κι ακόμη, δύο τραγούδια του σκηνοθέτη Ανδρέα Τσιλιφώνη, φίλου και θαμώνα στο ”Αχ Μαρία”. Ένα απ’ αυτά, το Άσε με να κάνω λάθος, έκανε μεγάλη επιτυχία!

Με τον συνονόματο σου, τον Θανάση, πως βρεθήκατε;

Ο Θανάσης τότε δεν τραγουδούσε, ούτε έγραφε μουσικές. Είχε δώσει στίχους του στον Λοΐζο και μάλιστα είχαν φτιαχτεί κάποια τραγούδια απ’ τους δυο τους, που πρέπει να έχει η κόρη του Λοΐζου στο αρχείο της. Τα προόριζε για μένα ο Μάνος αυτά τα κομμάτια. Του ζήτησα λοιπόν στίχους του Θανάση και προέκυψαν αυτά τα δύο κομμάτια, όπου ο Μαύρος γάτος βέβαια ακόμη με ακολουθεί.

Δέχτηκες πόλεμο απ’ τους καθαρόαιμους ροκάδες;

Εννοώ πως τότε που υπήρχαν ακόμη στεγανά, ένας φαν του Παύλου Σιδηρόπουλου, λόγου χάριν, μπορούσε να είναι και φαν ταυτόχρονα του Βασίλη Παπακωνσταντίνου;

Όχι, πόλεμο ακριβώς δεν δέχτηκα, γιατί αν μη τι άλλο δε μπορούσαν μερικοί να μην παραδεχτούν το τραγούδισμα μου. Μπορεί να λέγανε Ναι μεν, αλλά…Μα ούτε και ο Σιδηρόπουλος ειδικά υπήρξε ”σκληροπυρηνικός”. Είχε τραγουδήσει Μαρκόπουλο και Θεοδωράκη. Κάτι συγκροτηματάκηδες μόνο έβγαζαν γκρίνια και το θεωρώ λογικό να παιδεύονται τόσα χρόνια και να σκάει ένας πρώην ”έντεχνος” με ηλεκτρικές κιθάρες και να γίνεται χαμός!

Μέσα σε τόσα ονόματα που ήδη έπεσαν στη συζήτηση μας, αυτό του Μάνου Χατζιδάκι απουσιάζει. Πως και δεν έσμιξαν οι δρόμοι σας;

Αρχές του ΄90 σύχναζα σε ένα bar – restaurant του Παγκρατίου, το ”Πάρτι”. Εκεί σύχναζε και ο Χατζιδάκις που είχε ακούσει τον ”Καρυωτάκη” που κάναμε με τον Θεοδωράκη και μού’χε εκφράσει το θαυμασμό του κυρίως για την ερμηνεία μου. Κάτι πρέπει να κάνουμε, μου είπε και αμέσως μου εξέφρασε την ιδέα να έβγαζε κάποια παλιά του τραγούδια με μένα σε σύγχρονες rock ενορχηστρώσεις. Θα γινόταν στον Σείριο ο δίσκος.

Νομίζω ότι ετοίμαζε για τη φωνή σου έναν κύκλο τραγουδιών με τίτλο Τα Επιτραπέζια.

Αυτό τό’χω ακούσει, εσύ πιθανώς να τό’χεις γράψει που το γνωρίζεις, όμως εμένα ποτέ δε μού’πε κάτι τέτοιο ο Χατζιδάκις. Πάω, λοιπόν, στη ΜΙΝΟΣ και λέω να μου δώσουν άδεια να γίνει η συνεργασία με τον Χατζιδάκι. Εκείνοι πάλι μου λένε Φέρε εδώ τον Χατζιδάκι! Μα πως να γινόταν αυτό; Ο Χατζιδάκις τότε με τον Σείριο είχε το δικό του όραμα, τη δική του μεγάλη ιστορία. Κάτσε, μου λέει όταν του το μετέφερα, θα περιμένουμε να τελειώσει το συμβόλαιο σου και μην υπογράψεις καινούργιο. Κάνουμε τη δική μας δουλειά και μετά συνεχίζεις! Δυστυχώς, όμως, τον πρόλαβε ο θάνατος…

Ανάφερες μόλις τον ”Καρυωτάκη” του Θεοδωράκη, αλλά εγώ ξέρω πως επρόκειτο να τραγουδήσεις τον άλλο θρυλικό ”Καρυωτάκη” της Λένας Πλάτωνος! Αληθεύει;

Βεβαίως! Είχαμε κάνει πρόβες με τη Λένα, την οποία πάντα θυμάμαι με αγάπη και λατρεύω – εννοείται – τη δουλειά της. Θεωρώ όμως εξαιρετικές τις φωνές που την τραγούδησαν, τη Σαβίνα και τον Γιάννη Παλαμίδα. Απίστευτος τραγουδιστής αυτός με οκτάβες, με κάτι φωνητικές ικανότητες από το υπερπέραν! Έτσι λάτρεψα και το Σαμποτάζ της Πλάτωνος!

Μπράβο σου που είσαι τόσο γενναιόδωρος με συναδέλφους σου, πάντως. Εν τω μεταξύ, ήσουν παντρεμένος ακόμη τότε;

Παντρεύτηκα τη Μάρα Λεβίδη, που σου έλεγα, το 1974, ένα χρόνο αφότου ήρθαμε από Γερμανία. Δυστυχώς τότε δεν υπήρχε ακόμη η τεχνητή γονιμοποίηση κι έτσι χωρίσαμε, μετά από 7 – 8 χρόνια, αλλά παραμένουμε φίλοι. Κοίταξε, παντρεύτηκα με σκοπό να κάνω οικογένεια, όντας μεγαλωμένος σε μία πολύ δεμένη οικογένεια και πιστεύοντας στο θεσμό. Η οικογένεια για μένα είναι μικρή κοινωνία, ο μικρόκοσμος μου, αν θες. Πάντα αγαπούσα τα παιδιά και έκανα δεσμούς τετράχρονους – πεντάχρονους με αντικειμενικό στόχο τη δημιουργία οικογένειας. Ε, δεν έκατσε η φάση, μέχρι που γεννήθηκε η κόρη μου στα 46 μου. Άξιζε που περίμενα ένα τέτοιο πλάσμα! Η Νικολέτα είναι 18, τελείωσε το λύκειο φέτος και τώρα που μιλάμε δίνει ήδη για την Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης.

Θυμάσαι την πρώτη φορά που ένιωσες ερωτευμένος;

Ναι. Στις εργατικές κατοικίες της Φιλαδέλφειας ήρθε ο έρωτας! Μια γειτονοπούλα πανέμορφη, στα 10 ήμουν εγώ. Σκέψου ότι έτρωγα στο σπίτι μου και σκεφτόμουν να έχω τρόπους, να μη μασάω άτσαλα, γιατί μπορεί να με βλέπει από κάπου. Τόσο την είχα ερωτευθεί!

Υπάρχει κάποια δουλειά σου που αγαπάς περισσότερο;

Αγαπάω ότι έχω τραγουδήσει, γιατί εγώ το επέλεξα.

Θεωρώ όμως ότι το Φυσάει σε ποίηση Τάσου Λειβαδίτη ήταν ένα από τα πιο δύσκολα έργα που έχω υπηρετήσει. Ίσως γι’ αυτό με συγκινεί, ζορίστηκα ως ερμηνευτής με τις μελωδίες του Γιώργου Τσαγκάρη. Γρήγορες εναλλαγές, απίστευτα απαιτούμενη έκταση φωνής κλπ.

Το να γίνονται επιτυχίες σχεδόν όλα σου τα τραγούδια, ήταν κάτι που σε οδηγούσε σε αγωνία ή στρες για το επόμενο δισκογραφικό βήμα;

Αυτό είναι ανθρώπινο. Το κοινό λάτρευε κάθε νέο τραγούδι μου, κάτι που πολύ με πίεζε, αλλά ποτέ μου δε μιμήθηκα παλιότερη επιτυχία δική μου. Πάντα έψαχνα το καινούργιο. Έχω ηχογραφήσει πάνω από 800 τραγούδια, που όλα φέρουν το φωνητικό στίγμα μου, αφού ποτέ δεν αναγκάστηκα να τραγουδήσω κάτι επίτηδες. Είχα την πολυτέλεια να λέω Όχι και στις σειρήνες και στα πολλά λεφτά και σε όλα αυτά.

Λες πολλά λεφτά κι είναι κατανοητό ότι θα κέρδιζες πολλά χρήματα τότε.

Τότε, ναι, έβγαιναν καλά λεφτά, ακόμη δεν είχε πλακώσει η φάση ”πάω στο δισκοπωλείο και μου γράφει κασέτα με επιλογές από τον αγαπημένο μου τραγουδιστή”…

Την πειρατεία, εννοείς.

Με την πειρατεία της μουσικής άρχισαν να συρρικνώνονται τα έσοδα μας.

Τι θα λες σήμερα με την – να την πούμε – ασυδοσία του διαδικτύου;

Μεγαλύτερη ασυδοσία ήταν αυτή των δισκογραφικών που δεν τους κόστιζε τίποτα ένα CD και το πούλαγαν πανάκριβα! Τουλάχιστον τώρα με το internet υπάρχει πληθώρα και κάθε παιδί δε φοβάται να εκδώσει αυτό που οραματίζεται. Δεν έχει ούτε το φόβο, ούτε την αναγκη κανενός! Πότε πρωτάκουσες το σύνθημα ”Βασίλη ζούμε για να σ’ ακούμε”; Μην πιάσουμε και τα άλλα φοβερά του τύπου ”Βασίλη αλήτη με τη μεγάλη μύτη, ανέβα στη σκηνή και γάμα τους το σπίτι” με κορυφαίο το ”Βρέξει – χιονίσει, ο Μπίλι θα γαμήσει”! (γέλια)

Από τα τέλη της δεκαετίας του ΄70 ακούστηκε το πρώτο που είπες. Όλα τα αντιμετωπίζω με χιούμορ και, πραγματικά, έχουν χιούμορ ως συνθήματα!

Βασίλη, είσαι συνέχεια on the road. Σίγουρα όμως τα καινούργια σου τραγούδια δεν έχουν την αντίστοιχη απήχηση του παρελθόντος. Αντίθετα, τα live σου εξακολουθούν να αποτελούν εμπειρία! Αναρωτιέμαι πως μοιράζεις ρεπερτοριακά κάθε συναυλία σου.

Το τι τραγούδια θα τραγουδήσω κάθε φορά είναι το δυσκολότερο κομμάτι. Όλοι ζητούν ν’ ακούσουν τα αγαπημένα τους, τα οποία είναι πάρα πολλά. Δηλαδη μέσα σε 800 τραγούδια, τα 200 τα ζητάει ο κόσμος. Μα δε μπορείς να πεις πάνω από 30 σε κάθε συναυλία, άντε 40, γι’ αυτό δίνω τετράωρες παραστάσεις στις μουσικές σκηνές. Συχνά φτιάχνω ενότητες πάνω στο ίδιο θέμα και στην ίδια μουσική συχνότητα. Σιχαίνομαι τα ποτ – πουρί για να χωρέσουν όλα από λίγο.

Έχεις δίκιο, γι’ αυτό και μου άρεσε η πρόσφατη πρώτη συναυλία σου στο Ηρώδειο με τα τραγούδια του Μίκη χωρισμένα ανά ενότητες. Κάτι, ωστόσο, που δεν πήρε τις δέουσες διαστάσεις ήταν αυτό που κάνατε με τον στιχουργό Οδυσσέα Ιωάννου: Αναφέρομαι στο διαδικτυακό διαγωνισμό νέων συνθετών που είπες τα τραγούδια τους.

Αυτή ήταν μια ιδέα του Γιάννη του φίλου μας, δικηγόρου των καλλιτεχνών. Περάσαμε ένα χειμώνα, μερόνυχτα ολόκληρα, ακούγοντας πάνω από 1.000 τραγούδια! Ανάβαμε το τζάκι, παραγγέλναμε φαγητό, τρώγαμε, πίναμε κι ακούγαμε. Σημειώναμε: Πρώτη δόση 500 τραγούδια, τα μισά. Δεύτερη δόση, 250!

Πιστεύω πως ήταν ένα δείγμα ανταπόδοσης εκ μέρους σου στην αγάπη των πιτσιρικάδων απ’ τη μια, απ’ την άλλη όμως και ένας πανέξυπνος δισκογραφικός ελιγμός σου. Δεν είναι έτσι;

Πίστεψε με, στην ουσία ήταν ένα βήμα σε νέα παιδιά να παρουσιάσουν τη δουλειά τους. Δισκογραφικός ελιγμός ήταν μόνο υπό την έννοια του ότι ανέκαθεν με τους νέους ασχολούμουν κι είμαι κοντά τους. Ξέρεις ότι κάθε 15 μέρες σχεδόν συμμετέχω στο δίσκο κάποιου νέου; Δε νομίζω να το κάνει αυτό άλλος συνάδελφος.

Οι καταχρήσεις τι ρόλο έπαιξαν στη ζωή σου; Τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια, που λέει κι ο φίλος μου ο Χρήστος Κυριαζής που του τραγούδησα το Βράδυ Σαββάτου. Ξενυχτάω, πίνω και καπνίζω. Δεν είμαι αλκοολικός, όμως. Θέλω απλά να έχω μια συντροφιά επιπλέον με τους φίλους μου.

Θα έχασες και πολλούς φίλους μέσα στα χρόνια από καταχρήσεις.

Έχασα, ναι, από ναρκωτικά, γι’ αυτό και είμαι φύσει και θέσει κατά των ναρκωτικών. Έχω δράση μεγάλη σ’ αυτόν τον τομέα. Ένα ολόκληρο σύστημα που μας θέλει μαστουρωμένους, αυτό δε γούσταρα ποτέ μου.

Ποιες άμυνες κρατάς απέναντι στη γενικότερη ασχήμια;

Θα σου έλεγα τις συζητήσεις με τους γιατρούς μου, αλλά θα πω τελικά την αντιπαράθεση όμορφων στιγμών μου, τα τραγούδια μου και το όραμα μου.

Στη ζωή σου υπερτερούν οι ευτυχισμένες στιγμές των θλιβερών;

Όταν κοιτάς προς τα πίσω και δε νιώθεις καλά, βλέπεις πως τώρα είσαι χειρότερα από την τότε άσχημη φάση σου. Τα πιο κακά και απαίσια μοιάζουν πιο ήπια συγκριτικά με ότι περνάς στην εκάστοτε παρούσα κατάσταση. Ας πούμε, είχα ταλαιπωρηθεί πάρα πολύ στο στρατό και σήμερα έως και το νοσταλγώ.

Πώς τό’γραψε ο Οδυσσέας Ιωάννου; Η νοσταλγία είναι πέτρα στο λαιμό…

Ωραίος στίχος αυτός! Συμφωνώ απόλυτα! Ας κοιτάμε τι χαρούμενο καινούργιο πρόκειται να έρθει. Αυτή είναι η μόνη μου αντιπαράθεση με την κατάθλιψη μου.

Μοιάζεις πολύ ήρεμος άνθρωπος. Έχεις ξεσπάσματα οργής και θυμού;

Έχω, αλλά προς τα μέσα μου. Το πρόβλημα μου είναι ότι οι εκρήξεις θυμού δε γίνονται προς τα έξω…

Αυτό είναι ότι χειρότερο. Οι ψυχίατροι συμβουλεύουν σε αντίστοιχες περιπτώσεις να βαράς έναν σάκο του μποξ καλύτερα…

Σωστό! Εγώ ανέκαθεν ήμουν κοινωνικός, με το χαμόγελο. Πως να σ΄το πω, δεν ξέρω, ίσως όλο αυτό γίνεται από ανάγκη μου για να ισορροπήσω.

Είσαι γεννημένος το 1950, αισίως δηλαδή 64 ετών. Τό ότι ακριβώς δε βρίσκεσαι στα 25, στα 35 ή και στα 45, αλλά εξακολουθείς να είσαι ο ροκάς επί σκηνής, ο αιώνιος έφηβος, δε σε καταπονεί βιολογικά;

Δε με ενδιαφέρει η βιολογία εμένα (γέλια). Κοίταξε, έχει πια τόσο εθιστεί ο οργανισμός μου στα live και στα στούντιο, ώστε δεν κουράστηκα ακόμη και δεν θα κουραστώ! Ελπίζω ο θάνατος να με βρει ξαφνικά, πάνω στη σκηνή, την ώρα που θα τραγουδάω.

Τον φοβάσαι το θάνατο;

Όχι, δεν τον φοβάμαι. (Με κοιτάζει κατάματα) Το μόνο που θα ήθελα είναι να αργήσει να έρθει για να ζήσω περισσότερα χρόνια με την κόρη μου…

ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΟΣΚΟΪΤΗΣ

Πηγή: www.lifo.gr

 

Σχετικά άρθρα

email επικοινωνίας

grevenamedia@gmail.com

ΚΟΜΜΩΤΗΡΙΟ
ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΛΑΓΟΥ
Ευτέρπη Παπαγεωργίου

ΚΑΜΠΑΝΙΑ ΕΣΠΑ

Τζιόβας Ανδρέας
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ.

Ράδιο Γρεβενά Συνεντεύξεις

ΘΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Ενοικιάζεται (ΕΛΤΑ)
ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ 100 Τ.Μ.
ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ 70 Τ.Μ.
ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ 73 τ.μ.
ENOIKIAZETAI ΓΚΑΡΣΟΝΙΕΡΑ ΔΙΧΩΡΗ
ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΔΥΑΡΙ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ
PINDOS PALACE
Πωλείται διαμέρισμα 100 τ.μ.
ΖΗΤΕΙΤΑΙ
ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ ΜΑΚΕΔΟΝΟΜΑΧΩΝ
ΤΑΞΙ
Υπουργείο περιβάλλοντος
Ζητείται από συνεργεία φορτηγών και λεωφορείων
Ενοικιάζεται γκαρσονιέρα 42,5 τμ
ΠΩΛΟΥΝΤΑΙ ΓΙΔΙΑ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Ενοικιάζεται 75τμ Μ Αλεξάνδρου 33
ενοικιάζεται ορφοδιαμέρισμα 85 τ.μ.
ΠΩΛΟΥΝΤΑΙ 200 ΠΡΟΒΑΤΑ
ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ

Καιρός

Γρεβενά

αγγελια λεβητας

Follow Us

 

Grevena

Fog
Humidity: 100
Wind: 0 km/h
1 °C
3 11
19 Jan 2015
3 11
20 Jan 2015
Κανάλι 28 | Ράδιο Γρεβενά 101,5
Ανταλλακτικά αυτοκινήτων
ΗΛΕΚΤΡΟΝ