Οι Περιφέρειες πρέπει να αποτελέσουν μέρος της λύσης και όχι γεωγραφικά υποσύνολα του προβλήματος Άρθρο του Περιφερειάρχη Δυτικής Μακεδονίας Γιώργου Κ. Δακή
Σε περιφερειακό επίπεδο, οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης δεν μετρήθηκαν ακόμη στην πραγματική τους διάσταση. Δεν γνωρίζουμε το γεωγραφικό τους αποτύπωμα, δεν γνωρίζουμε με ποιο τρόπο και με ποιους μηχανισμούς η διάχυση της κρίσης κλιμακώθηκε από κεντρικό σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Η αποτύπωση αυτή θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε και να εξειδικεύσουμε τα βαθύτερα αίτια της κρίσης αλλά κυρίως, θα αναδείξει τις στρατηγικές επιλογές που θα μας οδηγήσουν σε έξοδο από αυτήν και σε τροχιά ανάταξης, μακριά και πέρα από τις εκ του αποτελέσματος λανθασμένες πρακτικές και επιλογές του παρελθόντος.
Σε κάθε περίπτωση όμως, οι περικοπές σε οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους δημιουργούν εκ των πραγμάτων καινούργια δεδομένα και δυσχεραίνουν σημαντικά την απρόσκοπτη λειτουργία των περιφερειακών υπηρεσιών. Από την άλλη πλευρά, αναδεικνύουν την ανάγκη υιοθέτησης ενός εναλλακτικού μοντέλου διοίκησης και λειτουργίας, προσαρμοσμένου και ικανού να απαντήσει στις ιδιαίτερες απαιτήσεις της Χώρας μας.
Η αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών, η διαφάνεια και η βέλτιστη αξιοποίηση των οικονομικών πόρων, η στήριξη και η ενθάρρυνση διαδημοτικών συνεργασιών σε περιφερειακό επίπεδο με στόχο τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας και η εξωστρέφεια της τοπικής επιχειρηματικότητας, αποτελούν ενδεικτικές δράσεις και προκλήσεις στις οποίες οι περιφερειακές αρχές μπορούν να συνεισφέρουν με έναν ιδιαίτερα καταλυτικό τρόπο.
Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας υποβάθμισε σημαντικά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τα επιμέρους συγκριτικά πλεονεκτήματα των ευρωπαϊκών περιφερειών. Τα επενδυτικά σχήματα αναζητούσαν ελκυστικούς προορισμούς με αυστηρά επιχειρηματικά κριτήρια, ενώ οι παράπλευρες συναρτήσεις αξίας ουδέποτε απασχόλησαν σοβαρά τα κέντρα λήψης αποφάσεων. Η οικονομική κρίση, ιδιαίτερα στις χώρες της νότιας Ευρώπης, επαναφέρουν την αναγκαιότητα ανάδειξης των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών των Περιφερειών και την αναγκαιότητα χρηματοδοτικής στήριξης εκείνων των συγκριτικών και δυναμικών πλεονεκτημάτων κάθε Περιφέρειας, τα οποία μπορούν να δράσουν ως αναπτυξιακές πλατφόρμες για άμεση και αποτελεσματική έξοδο από την κρίση.
Στην Ελλάδα βεβαίως τα πράγματα εξελίχθηκαν ακόμη χειρότερα συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης. Την πολύ κρίσιμη επταετία προσαρμογής στα δεδομένα και στις απαιτήσεις της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ), το σύνολο των αναπτυξιακών μας πολιτικών υπηρετούσε αποκλειστικά σχεδόν τη «Μεγάλη Ιδέα» των Ολυμπιακών Αγώνων. Εθελοτυφλούσαμε επιδεκτικά απέναντι σε στοχευμένες δράσεις και πολιτικές οι οποίες θα θωράκιζαν την εθνική μας οικονομία, θα στήριζαν μια ουσιαστική περιφερειακή ανάπτυξη. Να υπενθυμίσω απλά ότι μόνο το κόστος κάλυψης της ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων, θα επαρκούσε για την κατασκευή της νέας λιγνιτικής μονάδας στην Πτολεμαΐδα!
Από το 1986 έως το 2006, από την εποχή δηλαδή των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων (ΜΟΠ) μέχρι την εκπνοή του Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, διατέθηκαν περίπου 7,7 τρις εκατομμύρια δραχμές προκειμένου να αρθούν οι ενδοπεριφερειακές ανισότητες στη Χώρα μας. Δυστυχώς οι ανισότητες παραμένουν, διευρύνονται και κλιμακώνονται. Η Αττική παράγει το 50% του εθνικού μας ΑΕΠ και με εξαίρεση την Κεντρική Μακεδονία, καμία από τις υπόλοιπες περιφέρειες δεν ξεπερνά το 5%.
Στο ιδιαίτερα αυτό δύσκολο και απαιτητικό περιβάλλον, η Περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας αναζητεί το βηματισμό της, επεξεργάζεται πολιτικές, διαμορφώνει στρατηγικές.
Διαχρονικά, το παραγωγικό και αναπτυξιακό πρότυπο της Δυτικής Μακεδονίας χαρακτηρίζεται από την εντατική αξιοποίηση επιλεκτικών μόνον πλεονεκτημάτων της, τα οποία οδήγησαν σε ισχυρές μονο-δραστηριότητες με κυρίαρχες το καθετοποιημένο κύκλωμα λιγνίτη-ηλεκτροπαραγωγής και σε σαφέστατα μικρότερη κλίμακα, αυτό της γουνοποιίας. Λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη μια διαχρονική επιχειρηματική εσωστρέφεια σε συμβατικές επενδυτικές δράσεις, παράλληλα και ταυτόχρονα με τις χαμηλές επιδόσεις σε θέματα Έρευνας και Καινοτομίας, νομοτελειακά πλέον βιώνουμε συνθήκες αναπτυξιακής υστέρησης. Μια αναπτυξιακή υστέρηση η οποία αποτυπώνεται με δραματικό τρόπο στα πλέον υψηλά ποσοστά ανεργίας της Δυτικής Μακεδονίας σε εθνικό επίπεδο.
Επιπλέον, οι χαμηλές αποδόσεις του πρωτογενή τομέα και η προϊούσα αποβιομηχάνιση, αποτέλεσμα της κρίσης στον κρατικό βιομηχανικό τομέα, αλλά και της σοβαρής επιβράδυνσης στον κλάδο της γουνοποιίας, οδήγησαν σταδιακά στην όξυνση φαινομένων όπως η κλιμάκωση της ανεργίας και η μετακίνηση εργατικού δυναμικού από την ύπαιθρο προς τα αστικά και ημιαστικά κέντρα.
Αυτών δεδομένων, η διατήρηση και κυρίως η διεύρυνση του ενεργειακού χαρακτήρα της Δυτικής Μακεδονίας, η ουσιαστική ενίσχυση της επιχειρηματικής εξωστρέφειας και η μεταστροφή σε μια οικονομία της Γνώσης και της Καινοτομίας, συνιστούν το αναπτυξιακό Όραμα της Περιφέρειάς μας.
Η έξοδος από την κρίση θα είναι μια επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία. Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει συλλογικότητα, ισχυρή κοινωνική συνοχή, εθνικό όραμα, ισχυρό δημοκρατικό απόθεμα, ισχυρές και ανταγωνιστικές Περιφέρειες.
Ισχυρές Περιφέρειες οι οποίες θα αποτρέψουν την εξασθένηση της εδαφικής συνοχής, ικανές να επεξεργαστούν και να υλοποιήσουν στοχευμένες πολιτικές με την απαραίτητη όμως διαφοροποιημένη προσέγγιση η οποία επιβάλλεται από τα διαφορετικά σημεία εκκίνησης και διαμορφώνεται από τα επιμέρους ιδιαίτερα ανταγωνιστικά και δυναμικά πλεονεκτήματα.
Οι Περιφέρειες πρέπει, επιβάλλεται και μπορούν να αποτελέσουν μέρος της λύσης και όχι γεωγραφικά υποσύνολα του εθνικού μας προβλήματος.
- Προηγούμενο Ψήφισμα Δήμου Γρεβενών: «Όχι σε αποστολή καταλόγων κ.τ.λ.» (Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012)
- Επόμενο Σεισμικές δονήσεις…