Η μίζερη κληρονομιά του 2004
Η Ελλάδα δεν χρεοκόπησε επειδή διοργάνωσε Ολυμπιακούς Αγώνες. Όμως ένας από τους πολλούς λόγους που οδήγησαν στη χρεοκοπία ήταν η διαχείριση της ολυμπιακής κληρονομιάς. Η απώλεια της ευκαιρίας έχει ιστορικό βάρος για τη χώρα. Και όμως, κανένας δεν ενδιαφέρθηκε να αποδώσει ευθύνες σε κυβερνήσεις και πρόσωπα που σχεδίασαν έργα και μετά τα άφησαν να σαπίσουν. Δέκα χρόνια μετά τους Αγώνες και η ελληνική κοινωνία αρνείται να δει ή δεν γνωρίζει καν τι συνέβη και τι θα μπορούσε να γίνει με τους Αγώνες.
Το καλοκαίρι του 2004 βρέθηκα στο Μόντρεαλ, εκεί όπου οι άνθρωποι πλήρωναν μέχρι πρόσφατα το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων του 1976. Έβριζαν και τότε, δεν ήθελαν να ακούσουν για Ολυμπιακούς Αγώνες. Το Μόντρεαλ αποπλήρωσε το χρέος των Αγώνων το 2006. Ουσιαστικά το ίδιο έχει συμβεί και εδώ. Η αλήθεια είναι ότι εδώ συνέβαινε πριν καν γίνουν οι Αγώνες. Και όμως, το Μόντρεαλ δίδαξε όλες τις επόμενες διοργανώσεις για όσα πρέπει να κάνουν και όσα οφείλουν να αποφύγουν. Μόνο δύο πόλεις δεν διάβασαν το μάθημα. Η Μόσχα και η Αθήνα.
Να, λοιπόν, μερικά δεδομένα.
Η διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων αποτελεί, συνήθως,ιστορική ευκαιρία για την ανάπλαση και την «επανεκκίνηση» πόλεων ή περιφερειών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Βαρκελώνη που μετά το 1992 επαναπροσδιόρισε το στίγμα της στον παγκόσμιο χάρτη. Οι Αγώνες της Βαρκελώνης θεωρούνται οι καλύτεροι όχι μόνο για το θέαμα που προσέφεραν, αλλά για την αύρα τους, για την αλλαγή που έφεραν στην πόλη.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες μπορούν να είναι μία κερδοφόρα επιχείρηση. Αρκεί να υπάρξει ορθολογικός σχεδιασμός για τη δημιουργία και την αξιοποίηση των εγκαταστάσεων. Το Μόντρεαλ και η Αθήνα είναι οι δύο πόλεις που δημιούργησαν μεγάλο αριθμό καινούργιων εγκαταστάσεων, αλλά δεν κατάφεραν να τις αξιοποιήσουν. Στο Σίδνεϊ έκαναν αγώνες και σε λυόμενα. Στην Ατλάντα και στο Λος Άντζελες οι εθνικές και πολιτειακές χρηματοδοτήσεις είχαν να κάνουν με υποδομές κοινής ωφέλειας και ασφάλεια. Τα υπόλοιπα έγιναν σε συνεργασία με ιδιώτες. Αντίστοιχα μοντέλα υιοθέτησαν και άλλες πόλεις. Η Αθήνα;
Η Αθήνα δημιούργησε εγκαταστάσεις ακόμα και για τα πιο απίθανα σπορ. Ο λόγος; Από τη μια η έλλειψη σχεδιασμού και από την άλλη η βουλιμία: να φτιάξουμε έργα, να δώσουμε δουλειές. Τα έργα δεν φτιάχνονται από την Οργανωτική Επιτροπή των Αγώνων. Τα έργα φτιάχνονται και κοστολογούνται από τις κυβερνήσεις. Μερικές φορές η Οργανωτική Επιτροπή πιέζει. Και συχνά η κυβέρνηση υποχωρεί, όταν είναι «ανοιχτή» σε θέματα καθυστερήσεων. Όλα αυτά μπορεί να τα εξηγήσει παραστατικά οΕυάγγελος Βενιζέλος, υπουργός Πολιτισμού -και αρμόδιος για ολυμπιακά έργα- εκείνη την περίοδο.
Μπήκε μέσα η Αθήνα; Ακόμα δεν το γνωρίζουμε με απόλυτη βεβαιότητα. Η χώρα δεν κάθισε ποτέ να αποτιμήσει τα θετικά και τα αρνητικά των Αγώνων. Ποτέ. Κάποια στιγμή ο Στουρνάρας είπε στη Βουλή ότι το πρόσημο είναι θετικό. Και τώρα το ΙΟΒΕ εκπονεί μελέτη, με έξοδα της Γιάννας. Κατά προσέγγιση οι Αγώνες ξεπέρασαν ως κόστος τα 8.5 δισ. Και ακόμα και αν δεχθούμε ότι έγιναν περιττά έργα, με υπερτιμολογήσεις, με πούρα Γιάννας και ξιπασιά στελεχών, τίποτα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την απουσία σχεδίου και την εγκατάλειψη. Μα τίποτα.
Πριν από δέκα χρόνια η Αθήνα είχε τις καλύτερες, τις πιο σύγχρονες εγκαταστάσεις στον κόσμο για να γίνει κάτι αντίστοιχο της Βαρκελώνης. Να πουλήσει πολιτισμό, ιστορία και υποδομές. Έχοντας, παράλληλα, μία βάση χιλιάδων ανθρώπων με διάθεση εθελοντισμού -αυτοί αξιοποιήθηκαν μόνο στη διοργάνωση της Eurovision. Μετά χάθηκαν τα αρχεία με τα στοιχεία τους. Και όμως, μια εβδομάδα μετά τη λήξη των Αγώνων, η Αθήνα άρχισε να συμπεριφέρεται λες και ξύπνησε από ένα όνειρο. Σαν μάνα που πάντρεψε κόρη με ανεπιθύμητο γαμπρό. Κακόκεφη, συνέχισε την πορεία προς τα κάτω. Κράτησε, βέβαια, ως κληρονομιά των Αγώνων το μετρό, το αεροδρόμιο, την Αττική Οδό, αλλά, εντάξει, το μετρό έφαγε αρχαία, το αεροδρόμιο κορμοράνους και η Αττική Οδός λεφτά.
Κώστας Γιαννακίδης
protagon.gr