΄΄Στο μνήμα Σέ αναζήτησε… η Μαρία…΄΄
Βαθιά χαράματα στα Ιεροσόλυμα. Ακόμα σκοτάδι και ξημέρωμα της πρώτης μέρας μετά το Σάββατο, που αργότερα οι χριστιανοί θα την ονομάσουν Κυριακή και μια ευγνώμων ψυχή, που ο Χριστός της είχε βγάλει εφτά δαιμόνια –σύμφωνα με την ευαγγελική περικοπή (Λουκ.8,2) — μια πρώην υστερική γυναίκα θα λέγαμε εμείς σήμερα, έρχεται στο μνήμα του Ιησού.
Είναι η Μαρία η Μαγδαληνή.
Η Δυτική Εκκλησία τη θεωρεί ως την αμαρτωλή. που έχυσε μύρο στα πόδια του Κυρίου και σκούπισε τα πόδια Του με τα μαλλιά της.
Όσων η φαντασία δε μπορεί να ξεκολλήσει απ΄τη γήινη και σαρκική αγάπη και όσοι θέλουν να σπιλώσουν το πρόσωπο του Θεανθρώπου είτε από εμπάθεια είτε από επιπολαιότητα είτε εκμεταλλευόμενοι την άρρωστη περιέργεια του μέσου κυρίως Έλληνα για κερδοσκοπικούς λόγους κι όσοι δε μπορούν να διανοηθούν ζωή πέρα από τον τάφο την παρουσιάζουν στα έργα τους αμαρτωλή ερωμένη Του.
Δε θα ασχοληθούμε με το θέμα αυτό. Θα παραμένει άλυτο για όσους δεν έχουν προσωπική γνωριμία με το Χριστό.
Μια δική μας υπόδειξη ας είναι να αναζητήσουν πιο ειλικρινά το Θεό. Και τότε…
Πριν λοιπόν ακόμα φέξει καλά καλά η Μαγδαληνή φθάνει στον κήπο, όπου ήταν ενταφιασμένος ο Κύριος.
Τι να θέλει άραγε, αφού ξέρει πως μέγας λίθος έχει σφραγίσει την πόρτα του μνημείου; Ποιον να δει;
Σπουδαία δύναμη η αγάπη, που ίσως και ασυνείδητα τη φέρνει ως τον τάφο.
Η καρδιά οδηγεί τα βήματά της εκεί όπου εναποτέθηκε ο γλυκύτατός της Κύριος, χωρίς ελπίδα να Τον δει.
Ο πόνος από τον αποχωρισμό του Διδασκάλου της και μάλιστα με τέτοιον τρόπο είναι φρέσκος, αλλά εμποτισμένος με χαριτωμένη ειρήνη. .
Πάει χωρίς να το ξέρει για μια μοναδική συνάντηση μαζί Του, που θα μνημονεύεται από εδώ και πέρα παντοτινά.
Δεν κάνει όμως καν τη σκέψη ότι θα Τον ξαναδεί. Μόνο να κλάψει θέλει στον τάφο, ν΄αφήσει εκεί την ευωδία της αγαπώσας καρδίας της.
Ο Χριστός θα είχε μεριμνήσει σίγουρα, ώστε μέσα στη βαθιά θλίψη τους για τον άδικο θάνατό Του όλοι Του οι μαθητές –μαζί και η Μαρία –, όπως και η μητέρα Του, να ζουν το γεγονός με μια χαρμολύπη.
Είναι κι αυτό μια υπέροχη δωρεά Του σ΄όσους μέσα στους αιώνες πιστεύουν στην Ανάστασή Του.
Όσοι όμως από μας σήμερα δεν έχουμε γνωρίσει αληθινά το Χριστό, αν και βαφτισμένοι χριστιανοί, και δεν προσβλέπουμε στην πέρα του τάφου ζωή με πίστη δεν νιώθουμε αυτή τη χαρμολύπη.
Αντίθετα ζούμε μια τραγικότητα, όταν ξεπροβοδούμε αγαπημένο μας νεκρό, χωρίς την ελπίδα να τον ξαναδούμε, χωρίς να θεωρούμε ότι μετατίθεται και ζει σε μια άλλη διάσταση.
Πόσο τυχεροί είναι οι άνθρωποι που πιστεύουν στην αιωνιότητα!
Δεν οδύρονται μπροστά στο θάνατο απελπισμένοι, δεν βλέπουν για τελευταία φορά τον προσφιλή τους άνθρωπο.
Ο θρήνος τους έχει μια γλυκύτητα, γιατί έχει μέσα χειροπιαστή την ελπίδα.
Ξέρουν ότι ο Κύριος με την Ανάστασή Του έγινε ο πρωτότοκος των νεκρών κι επομένως όλοι οι νεκροί θ’ αναστηθούν και σωματικά. Οι ψυχές τους ήδη ζουν κοντά στο Θεό και προσεύχονται γι’ αυτούς που μένουν πίσω τους.
Έτσι κι αυτοί που έμειναν στη γη, όταν μνημονεύουν τους κεκοιμημένους συγγενείς τους , νιώθουν το θάνατο σαν μια ξενιτιά, σαν ένα μεγάλο ύπνο. Κυριαρχεί τότε ένας πόνος που έχει τη γλυκιά ελπίδα της ξανασυνάντησης, την οποία όμως προγεύεται κι από εδώ ο άνθρωπος που απορφανίζεται.
Εκφραστικότατο είναι για τα παραπάνω το εξής τραγούδι, που είναι απόσταγμα καρδιάς η οποία ατενίζει στην αιωνιότητα: “Κοιμούνται οι αδελφοί μας, μα οι ψυχές τους ζουν στην αιωνία χώρα, όπου μας καρτερούν. Με πίστη ατενίζουμε σε μνήμα φωτεινό. Κύριε, ανεστήθης, Κύριε”.
Αν θέλουμε όλοι μας να βιώνουμε έτσι το θάνατο, ας φροντίζουμε οι αγαπημένοι μας όσο ζουν, κι εμείς μαζί, να προετοιμαζόμαστε για την ώρα του θανάτου με μετάνοια, σωτήρια και ειλικρινή εξομολόγηση και με θεία Κοινωνία.
Παρακολουθούμε όμως στη συνέχεια από το ευαγγελικό κείμενο (Ιω. 20, 1 – 18) τη Μαγδαληνή, που φτάνει στο μνήμα και βλέπει την πέτρα μετατοπισμένη από την είσοδό του.
Θεωρεί ότι κάποιος έκλεψε το σώμα του Ιησού και τρέχει να το πει στον Πέτρο και τον Ιωάννη, οι οποίοι πάνε εκεί και διαπιστώνουν πράγματι πως το σώμα Του λείπει, ενώ το σουδάριο με το οποίο Του είχαν δέσει το κεφάλι και οι πάνινες λουρίδες ήταν εκεί.
Θαυμάζουν το γεγονός και γυρίζουν σπίτι τους. Μόνο η Μαρία στέκεται κοντά στον τάφο και κλαίει.
Πόσο αποφορτίζει πράγματι το κλάμα τον άνθρωπο από τον πόνο! Είναι δώρο του Θεού και λυτρωτικό ξαλάφρωμα της ψυχής. Ο άνθρωπος που ξέρει να κλαίει, χωρίς να χτυπιέται και να τσιρίζει, δεν κινδυνεύει εύκολα από νευρώσεις.
Κλαίει λοιπόν η Μαρία και μπαίνει μέσα στο μνήμα.
Ξαφνικά διαπιστώνει πως δυο άγγελοι, ντυμένοι στα λευκά, κάθονται εκεί που βρισκόταν πριν το σώμα του Ιησού. Ο ένας προς το μέρος του κεφαλιού κι ο άλλος προς το μέρος των ποδιών.
Ανοίγεται διάλογος με πολλή οικειότητα: “Γυναίκα, γιατί κλαις”; “Πήραν τον Κύριό μου και δεν ξέρω πού Τον έβαλαν”.
Κι ενώ λέει αυτά, βλέπει μια ανδρική σιλουέτα πίσω της. Είναι ο Ιησούς, τον Οποίο δεν αναγνωρίζει. Κι όταν Εκείνος της λέει “Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητάς;”, αυτή εκλαμβάνοντάς Τον ως τον κηπουρό, βιάζεται να Του πει: “Κύριε, αν Τον σήκωσες εσύ, πες μου πού Τον έχεις βάλει κι εγώ θα Τον πάρω από κει”.
Δε φιλοσόφησε η Μαρία πώς αποκολλήθηκαν οι ταινίες απ’ το σώμα Του, τις οποίες είχαν κολλήσει κατά τον ενταφιασμό Του με αρώματα κι άλλες ουσίες.
Σε λίγο όμως ακούει τη γνώριμη φωνή του Διδασκάλου της: “Μαρία”.
Προηγουμένως δεν είχε περιεργαστεί το πρόσωπο που της μίλησε.
Καμιά υποψία ότι θα είναι ο Ιησούς.
Τους το είχε πει βέβαια επανειλημμένα, όταν ήταν στη γη, ότι θα καταδικαστεί από τους Αρχιερείς και Γραμματείς και θα κακοπάθει, αλλά την τρίτη μέρα θα αναστηθεί.
Να που, για να καταλάβουν τη γλώσσα Του, έπρεπε να βοηθήσει και ο Παράκλητος Κύριος, το Πνεύμα το Άγιο.
Μόνο όταν τους επισκέφτηκε Αυτό, κατάλαβαν και θυμήθηκαν όλη τη διδασκαλία του Κυρίου.
Κι εμείς όλοι οι χριστιανοί, μετά την Πεντηκοστή και την ίδρυση της Εκκλησίας, είμαστε τυχεροί εξίσου μ’ αυτούς που Τον συναναστράφηκαν στη γη, γιατί Τον αναγνωρίζουμε και με το Πνεύμα το Άγιο βιώνουμε την παρουσία Του μέσα μας κατά τη βάπτιση και με όλη τη μυστηριακή ζωή, καθώς και με την προσευχή.
Στην προσευχή προσπαθεί να ανυψώσει και της Μαγδαληνής τα συναισθήματα ο Χριστός, όταν της λέει “μη μ’ αγγίζεις, γιατί δεν ανέβηκα ακόμα στον Πατέρα”, καθώς εκείνη Τον προσφωνεί “Ραββουνί, Διδάσκαλε” και αυθόρμητα φαίνεται πως πάει να τον αγγίξει. Ο Κύριος όμως την αποτρέπει.
Στη συνέχεια την ορίζει απόστολό Του: “Πήγαινε”, της λέει, “στους αδελφούς μου και πες τους: ανεβαίνω σ’ Εκείνον που είναι δικός μου και δικός σας Πατέρας, δικός μου και δικός σας Θεός”.
Το μεσότοιχο έτσι που χώριζε τα πλάσματά Του από το Θεό Πατέρα έπεσε.
Ο Ιησούς με το σταυρό και την Ανάστασή Του συμφιλιώνει τον αποστάτη άνθρωπο με το Δημιουργό.
Αυτός είναι ο φυσικός Υιός, εμείς όμως με τη δική Του νεκρανάσταση δεχόμαστε την κατά χάριν υιοθεσία, που τη σφραγίζει το Πνεύμα το Άγιο, ώστε η καρδιά μας να ανακράζει το “Αββά, ο Πατήρ”.
Γι’ αυτές τις αλήθειες πρώτη απόστολος γίνεται η Μαρία η Μαγδαληνή στους άλλους αποστόλους, που τους διαβεβαιώνει ότι είδε το Διδάσκαλο, μόνο που από δω και πέρα η σχέση της και η σχέση τους μαζί Του παίρνει άλλη μορφή. Θα είναι πνευματική και θα εκφράζεται με την προσευχή.
Με την προσευχή και κάθε χριστιανή ψυχή, όταν την αποκτήσει και δώσει πνευματική υπόσταση στην αγάπη της για το Χριστό, μπορεί να γεύεται την παρουσία και τη χάρη του γλυκυτάτου Κυρίου μας και να καταθέτει μαζί με τον ψαλμωδό “προωρώμην τον Κύριόν μου ενώπιόν μου”.
Μπορεί ακόμη να νιώθει πηγές υδάτων μέσα της και με πίστη να ομολογεί στο περιβάλλον της: “εώρακα τον Κύριον” και “έρχου και ίδε”.
Μακάρι να μην είναι μακριά απ’ τον καθένα μας η ώρα της προσωπικής συνάντησης με τον Ιησού, όπως με τη Μαρία, επομένως και της αναγέννησης, που ανεβάζει τον άνθρωπο σε άλλη διάσταση και νοοτροπία, διαφορετική απ΄αυτή του κόσμου και της αμαρτίας.
Ομολογουμένως τότε η καρδιά αναφωνεί μαζί με το Θωμά: ”ο Κύριός μου και ο Θεός μου” και μαζί με τη Μαρία: ”Ραββουνί, Διδάσκαλέ μου ”, βιώνοντας τα ομορφότερα αισθήματα και συναισθήματα για το Λυτρωτή της, που με το πάθος και την Ανάσταση της χάρισε τον Παράδεισο απ, αυτήν ακόμη τη γήινη ζωή.
Ζιώγα Κατερίνα
Εκπαιδευτικός
- Προηγούμενο Η Λέσχη 4χ4 Γρεβενών σας εύχεται Καλό Πάσχα
- Επόμενο Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Μηλιάς Γρεβενών σας εύχεται καλό Πάσχα και καλή Ανάσταση